Ο υποθυρεοειδισμός είναι μία από τις πιο συχνές ασθένειες της εποχής μας. Συχνά μάλιστα υπάρχει κληρονομική προδιάθεση που σχετίζεται με την εκδήλωσή του. Θεωρητικά είναι πιο συνηθισμένος στις γυναίκες αλλά τελευταία βλέπουμε ότι και τα ποσοστά των ανδρών τους οποίους απασχολεί ο υποθυρεοειδισμός αρχίζουν και ανεβαίνουν σημαντικά.

Μπορεί να μας απασχολήσει σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας και εφόσον διαγνωστεί με εξετάσεις αίματος και υπέρηχο είναι απαραίτητο να παίρνουμε τη θεραπεία που θα μας συστήσει ο ενδοκρινολόγος μας εφ’ όρου ζωής αλλά και να παρακολουθούμε την κατάστασή του σε τακτά χρονικά διαστήματα και πάλι σύμφωνα με τις οδηγίες του ενδοκρινολόγου.

Σε τι οφείλεται

Ο υποθυρεοειδισμός οφείλεται στην έλλειψη των θυρεοειδικών ορμονών και προκαλεί επιβράδυνση των μεταβολικών διεργασιών στον ανθρώπινο οργανισμό. Η πιο συνηθισμένη αιτία του υποθυρεοειδισμού είναι η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα Hashimoto.

Αυτό που συχνά συμβαίνει είναι ότι η θυρεοειδίτιδα προϋπάρχει αλλά κάποια στιγμή στη ζωή εξαιτίας ενός διεγερτικού παράγοντα (π.χ. εγκυμοσύνη) ξεκινά η καταστροφή του αδένα με γοργό ρυθμό και έτσι προκύπτει ο υποθυρεοειδισμός.

Μπορεί να είναι πρωτοπαθής είτε με βρογχοκήλη (όπου αυξάνεται ο θυρεοειδής αδένας πάνω από τα φυσιολογικά όρια) και η οποία σε αρκετές περιπτώσεις είναι εμφανής σαν ένα «κολάρο» γύρω από τον λαιμό του ασθενή ενώ σε άλλες δεν γίνεται αντιληπτή με γυμνό μάτι (επειδή καταδύεται στο ανώτερο μεσοθωράκιο), είτε χωρίς βρογχοκήλη (χωρίς δηλαδή αυξημένο μέγεθος του αδένα).

Μπορεί επίσης ο υποθυρεοειδισμός να είναι δευτεροπαθής (προέρχεται από βλάβες της υπόφυσης) ή τριτοπαθής (οφείλεται σε βλάβες του υποθαλάμου), αλλά το πιο συνηθισμένο είναι το να πρόκειται για πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό.

Πώς θα τον αναγνωρίσουμε

Ο υποθυρεοειδισμός επηρεάζει όλα τα συστήματα του οργανισμού. Oσον αφορά το δέρμα μπορεί να παρατηρήσουμε μία τραχύτητα, πάχυνση, ξηρότητα ή και ωχρότητα του δέρματος αλλά και λέπτυνση των μαλλιών μας. Οσον αφορά το γαστρεντερικό μπορεί να υπάρχει ήπια αύξηση του βάρους, δυσκοιλιότητα, σύνδρομο δυσαπορρόφησης ή και πάχυνση στη γλώσσα. Οσον αφορά το καρδιαγγειακό μπορεί να έχουμε βραδυκαρδία, υπέρταση κ.ά.

Οσον αφορά το αιματολογικό μπορεί να υπάρχει αναιμία και διαταραχές σε παράγοντες πήξης. Οσον αφορά το αναπνευστικό μπορεί να έχουμε ελάττωση της αναπνευστικής λειτουργίας. Πολύ έντονα μπορεί να είναι τα συμπτώματα από το μυοσκελετικό με κράμπες, μυϊκή αδυναμία ή και σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα.

Οσον αφορά το αναπαραγωγικό γυναικείο σύστημα μπορεί να υπάρχουν μητρορραγίες, ελάττωση της γονιμότητας και πρόωρες αποβολές. Τέλος, όσον αφορά το κεντρικό νευρικό σύστημα προκύπτει συχνά αδυναμία στη συγκέντρωση και ήπια κατάθλιψη.

Πώς διαγιγνώσκεται

Για να διαγνώσει τον υποθυρεοειδισμό, ο ενδοκρινολόγος θα ζητήσει έλεγχο των επιπέδων της TSH, της FT4 και τον τίτλο των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων. Αν υπάρχει αύξηση στην TSH ή μία ελάττωση στην FT4, τότε σημαίνει ότι ο ασθενής πάσχει από πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό.

Οι υψηλοί τίτλοι αντισωμάτων δείχνουν ότι πρόκειται για θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Παράλληλα, στις εξετάσεις αίματος μπορεί να παρατηρείται αναιμία, υπονατριαιμία, υπερχοληστερολαιμία αλλά και αυξημένες τιμές σε CPK, LDH, SGOT.

Οταν στις εξετάσεις αίματος είναι υψηλά τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα, ένδειξη αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας (αλλά το TSH και η FT4 είναι σε φυσιολογικά επίπεδα), ο ενδοκρινολόγος δεν δίνει άμεσα θεραπεία αλλά παρακολουθεί τα επίπεδα του TSH τακτικά ώστε αν επηρεαστεί η λειτουργία του θυρεοειδούς να επέμβει φαρμακευτικά για να τη διορθώσει άμεσα.

Εκτός όμως από τον αιματολογικό είναι απαραίτητος και ο υπερηχογραφικός έλεγχος ώστε να εντοπιστούν πιθανά μορφολογικά προβλήματα στον αδένα (π.χ. όζοι).

Η θεραπεία του θυρεοειδούς

Η θεραπεία εκλογής είναι η χορήγηση θυροξίνης και είναι απαραίτητη εφ’ όρου ζωής (μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις παιδιών ή εφήβων να σταματήσει κάποια στιγμή η αγωγή αλλά σε τέτοιες περιπτώσεις αρμόδιος γιατρός για να δώσει οδηγίες είναι ο παιδοενδοκρινολόγος).

Η θυροξίνη υπάρχει διαθέσιμη σε διάφορες μορφές. Η πιο κλασική και γνωστή μορφή είναι οι ταμπλέτες/χαπάκια. Τον τελευταίο καιρό όμως έχουμε στη διάθεσή μας θυροξίνη τόσο στη μορφή των soft gels capsules χωρίς έκδοχα (καψάκια μαλακής ζελατίνης που χορηγούνται από το στόμα) όσο και σε υγρή μορφή.

Σε τι υπερτερούν οι νέες μορφές θυροξίνης

Η δυσκολία που αντιμετωπίζουν πολλές φορές οι ενδοκρινολόγοι είναι το γεγονός ότι κάποιοι ασθενείς αναγκάζονται να παίρνουν πολύ μεγαλύτερες δόσεις θυροξίνης από τις αναμενόμενες (με βάση το βάρος τους) ώστε να μπορέσει να ρυθμιστεί η λειτουργία του θυρεοειδούς τους αδένα.

Συνήθως οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζουν προβλήματα που αφορούν κυρίως το στομάχι (π.χ. αχλωρυδρία, γαστρίτιδα από ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, βαριατρικές επεμβάσεις, κύηση κ.λπ.). Οι νέες μορφές θυροξίνης μπορούν να βοηθήσουν τους ενδοκρινολόγους να αντιπαρέλθουν αυτό το πρόβλημα και να πετύχουν καλύτερη ρύθμιση των ασθενών με λιγότερους ελέγχους και με μικρότερες δόσεις θυροξίνης.

Επίσης οι νέες αυτές μορφές έχουν το προτέρημα ότι μπορεί ο ασθενής να πάρει το φάρμακο με άδειο στομάχι χωρίς να απαιτείται να υπάρχει απόσταση μισής ώρας από το πρώτο του γεύμα και χωρίς πιθανώς να έχει πρόβλημα με τη συγχορήγηση άλλων φαρμάκων.

Επίσης, είναι πολύ καλή εναλλακτική για ανθρώπους με δυσκαταποσία, ηλικιωμένους, παιδιά κ.ά.

Ευχαριστούμε για τη συνεργασία την κυρία Λένα Α. Δουμαλά, MD, cPhD, ειδικό ενδοκρινολόγο, με μετεκπαίδευση στο St Mary’s Hospital of London.