Το αλάτι είναι ασφαλές για τη μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων, με εξαίρεση εκείνους που καταναλώνουν πάνω από 5 γραμμάρια τη μέρα, δηλαδή περίπου δυόμισι κουταλιές του γλυκού, διαπιστώνει μια νέα, διεθνής επιστημονική μελέτη. Τη συγκεκριμένη ποσότητα υπερβαίνει μόνο το 5% των ανθρώπων στις προηγμένες χώρες. Ομως ακόμα και για αυτούς τα νέα είναι θετικά, μιας και αποδείχτηκε ότι οι κίνδυνοι από την υπερκατανάλωση αλατιού μπορεί να ισοσταθμιστούν αν βελτιωθεί η ποιότητα της διατροφής, με περισσότερα φρούτα, λαχανικά, πατάτες και άλλες τροφές πλούσιες σε κάλιο.

Tι έδειξε η μελέτη

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ιατρικής Andrew Mente του καναδικού Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ του Οντάριο, μελέτησαν στοιχεία σε βάθος οκταετίας για περίπου 94.000 ανθρώπους ηλικίας 35 έως 70 ετών σε 20 χώρες (Αργεντινή, Μπαγκλαντές, Βραζιλία, Χιλή, Κίνα, Κολομβία, Ινδία, Ιράν,
Μαλαισία, Παλαιστίνη, Πακιστάν, Φιλιππίνες, Πολωνία, Σαουδική Αραβία,
Νότια Αφρική, Σουηδία, Τανζανία, Τουρκία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και
Ζιμπάμπουε) καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος εγκεφαλικού, εμφράγματος ή άλλου καρδιαγγειακού προβλήματος αυξάνεται μόνο όταν η μέση ημερήσια κατανάλωση νατρίου υπερβαίνει τα πέντε γραμμάρια.

Η Κίνα είναι η μόνη χώρα όπου το 80% του πληθυσμού καταναλώνει καθημερινά πάνω από 5 γραμμάρια αλάτι. Στις υπόλοιπες χώρες η κατανάλωση κυμαίνεται μεταξύ των τριών και πέντε γραμμαρίων ανά άτομο (ενάμισι έως δυόμισι κουταλάκια
αλατιού). Σύμφωνα με τη μελέτη, πολύ μικρή είναι η διαφορά για την υγεία αν κανείς καταναλώνει καθημερινά ποσότητα 7,5 έως 12,5 γραμμαρίων αλατιού (δύο έως πέντε γραμμαρίων νατρίου). Αν μάλιστα η κατανάλωση πέσει κάτω από τα πέντε γραμμάρια αλατιού ή δύο γραμμάρια νατρίου (το όριο ασφαλείας που θέτει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας), τότε στην πραγματικότητα ο καρδιαγγειακός κίνδυνος αυξάνει, υποστηρίζουν οι ερευνητές – κάτι που πολλοί άλλοι επιστήμονες δεν φαίνονται πρόθυμοι να αποδεχθούν.

Τι συνιστά ο ΠΟΥ

«Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά η κατανάλωση να είναι μικρότερη των δύο γραμμαρίων νατρίου, δηλαδή ένα κουταλάκι αλάτι τη μέρα, ως προληπτικό μέτρο κατά της καρδιαγγειακής νόσου. Όμως υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία που να δείχνουν ότι όντως βελτιώνεται η υγεία των ανθρώπων με τόσο χαμηλό επίπεδο κατανάλωσης», δήλωσε ο Mente και επεσήμανε ότι σε καμία χώρα δεν έχει επιτευχθεί τόσο χαμηλή ανά κεφαλή κατανάλωση.

«Μόνο στις κοινότητες με τη μεγαλύτερη κατανάλωση νατρίου, πάνω από πέντε γραμμάρια ημερησίως, βρήκαμε πράγματι μια άμεση σχέση ανάμεσα στο αλάτι και στο έμφραγμα ή στο εγκεφαλικό. Μάλιστα στις κοινότητες που κατανάλωναν λιγότερα από πέντε γραμμάρια αλατιού τη μέρα, συνέβαινε το αντίθετο. Η κατανάλωση είχε αντιστρόφως ανάλογη με τα εμφράγματα και τη θνησιμότητα γενικότερα», ανέφερε ο καναδός επιστήμονας.

«Διαπιστώσαμε επίσης ότι όλα τα σοβαρά καρδιαγγειακά προβλήματα, καθώς και ο θάνατος, ήταν μειωμένα στις κοινότητες και στις χώρες όπου υπήρχε αυξημένη κατανάλωση καλίου, το οποίο υπάρχει σε φρούτα, λαχανικά, γαλακτοκομικά, πατάτες, ξηρούς καρπούς και όσπρια», πρόσθεσε.

«Δεν υπάρχουν πειστικά στοιχεία ότι οι άνθρωποι με μέτρια ή μέση κατανάλωση νατρίου πρέπει να μειώσουν την κατανάλωσή του για να προλάβουν ένα έμφραγμα ή ένα εγκεφαλικό», δήλωσε και ο Martin O’Donnell, αναπληρωτής καθηγητής ιατρικής του Πανεπιστημίου McMaster.

Και η άλλη άποψη

Παρ’ όλα αυτά υπάρχει και η αντίθετη άποψη. Αλλοι επιστήμονες εμφανίσθηκαν από επιφυλακτικοί έως αρνητικοί για τα συμπεράσματα της νέας μελέτης. Ο καθηγητής επιστήμης της διατροφής Tom Sanders, του Κολλεγίου King’s του Λονδίνου δήλωσε στην «Independent» ότι «αυτό που είναι επίμαχο στη νέα μελέτη είναι το συμπέρασμά της πως δεν αξίζει να μειώσει κανείς την κατανάλωση του αλατιού στο επίπεδο που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Όμως ο αυξημένος κίνδυνος καρδιοπάθειας είναι απίθανο να οφείλεται στα χαμηλότερα επίπεδα νατρίου, καθώς δεν υπάρχουν γνωστοί μηχανισμοί που θα μπορούσαν να εξηγήσουν κάτι τέτοιο».

Πιο επιθετικός ο καθηγητής καρδιαγγειακής ιατρικής Γκρέιχαμ ΜακΓκρέγκορ του πανεπιστημίου Queen Mary του Λονδίνου, δήλωσε ότι «όλα τα στοιχεία δείχνουν πως η μείωση του αλατιού οδηγεί σε μείωση των περιστατικών καρδιαγγειακής νόσου, της κυριότερης αιτίας θανάτου και αναπηρίας παγκοσμίως. Μελέτες τέτοιας επιστημονικής ποιότητας δεν θα έπρεπε να θεωρηθούν μέρος των διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων».