Με την πτώση της δικτατορίας, η κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» –η οποία σχηματίστηκε υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στις 24 Ιουλίου 1974– αποφάσισε να αντικαταστήσει όλα τα σχολικά βιβλία. Στο πλαίσιο αυτό, το φθινόπωρο του 1974 άρχισαν οι εργασίες για τη σύνθεση του «Ανθολογίου για τα παιδιά του Δημοτικού» που εκτυπώθηκε το 1975, το οποίο συγκαταλέγεται πλέον στα μακροβιότερα βιβλία της ελληνικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης καθώς αντικαταστάθηκε το 2006. Το μόνο που άλλαξε στους τρεις τόμους του (το πρώτο μέρος, για τους μαθητές της Α΄ και Β΄ Δημοτικού˙ το δεύτερο μέρος, για τους μαθητές της Γ΄ και Δ΄ Δημοτικού˙ το τρίτο μέρος, για τους μαθητές της Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού) είναι η έκδοσή τους σε μονοτονικό σύστημα από το 1982 κ.ε.

Το τρίτομο αυτό έργο, το οποίο εντασσόταν στην προσπάθεια του αστικού εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης κατά τη μεταπολίτευση, θεωρείται σταθμός στην ιστορία των ελληνικών σχολικών εγχειριδίων, κι αυτό διότι σηματοδότησε μια σημαντική αλλαγή ως προς την αντίληψη για τη «χρήση» των λογοτεχνικών κειμένων στην εκπαίδευση. Με τα Ανθολόγια –επόπτες στην επιτροπή σύνταξης των οποίων είχαν οριστεί ο καθηγητής της Νεότερης Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Γ.Π. Σαββίδης και ο (μετέπειτα πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας) Μιχαήλ Στασινόπουλος– εισάγεται η λογοτεχνία στο δημοτικό σχολείο, με κριτήριο όχι πλέον το πόσο εξυπηρετεί την ηθικοπλαστική διδασκαλία, αλλά την αισθητική της αξία. Ζητούμενο ήταν να δημιουργηθούν «μικροί αναγνώστες», που «να αγαπήσουν ακόμα περισσότερο το βιβλίο και το διάβασμα», να αγαπήσουν δηλαδή τη λογοτεχνία. Και έτσι, να αναπτύξουν τη σκέψη και θα καλλιεργήσουν τον γραπτό και προφορικό λόγο τους.

Στο πρώτο μέρος του Ανθολογίου συνυπάρχουν δημιουργικά δημοτικά ποιήματα και λαϊκά παραμύθια με αποσπάσματα από αναγνωστικά των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων του Ελευθερίου Βενιζέλου, με κείμενα που είχαν δημοσιευτεί στο θρυλικό περιοδικό Η διάπλασις των παίδων και αποσπάσματα έργων της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τον Διονύσιο Σολωμό και τον Γεώργιο Δροσίνη, τον Ιωάννη Πολέμη και τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, μέχρι τον Βασίλη Ρώτα, τη Ρένα Καρθαίου και τον Γιάννη Ρίτσο, τη Ζωρζ Σαρρή και τη Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου. Τέλος, η ανάθεση της εικονογράφησης του τρίτομου Ανθολογίου σε σημαντικούς εικαστικούς καλλιτέχνες, οι οποίοι κοσμούν τα βιβλία κυρίως με πρωτογράμματα, διακοσμητικές «ταινίες» και μοτίβα, αποδεικνύει τη σημασία που αποδίδεται όχι μόνο στο περιεχόμενο μα και στη μορφή του βιβλίου το οποίο απευθύνεται σε παιδιά. Και μάλιστα, με τη λογική που ο σπουδαίος χαράκτης και πρωτοπόρος της τυπογραφικής τέχνης στην Ελλάδα Γιάννης Κεφαλληνός είχε διακηρύξει, λέγοντας ότι ένα βιβλίο για παιδιά είναι αποτυχημένο «αν δεν το διαβάζει με απόλαυση ο μεγάλος». Διόλου τυχαία, η εικονογράφηση του πρώτου μέρους του Ανθολογίου ανατέθηκε στη μαθήτρια του Κεφαλληνού στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, στη ζωγράφο και χαράκτρια Λουίζα Μοντεσάντου (1917 – 2007).

Το αίτημα της Επιτροπής που ανέλαβε να υλοποιήσει το «Ανθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού» σε τρία μέρη το 1974 εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρο: η φιλαναγνωσία, η ανάπτυξη, δηλαδή, εκ μέρους των μαθητών της ικανότητας μα και της επιθυμίας για την ανάγνωση λογοτεχνικών έργων. Επιπλέον, σήμερα γνωρίζουμε ότι η λογοτεχνία, εκτός από την καλλιέργεια του γραπτού και του προφορικού λόγου, συμβάλλει στη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, διευρύνει τον πνευματικό ορίζοντά τους, αφυπνίζει ταλέντα, τα βοηθά να κατανοούν τον κόσμο που τα περιβάλλει, την ανθρώπινη φύση και τον εαυτό τους, λειτουργεί επίσης ανακουφιστικά, κάτι διόλου αμελητέο. Το τρίτομο Ανθολόγιο επανεκδίδεται από ΤΟ ΒΗΜΑ (αυτή την Κυριακή το πρώτο μέρος του με πιστή αναπαραγωγή της ΚΣΤ΄ μονοτονικής έκδοσής του, ενώ θα ακολουθήσουν τις επόμενες δύο εβδομάδες το δεύτερο και το τρίτο μέρος του) μακριά πλέον από τη «σχολική ιδιοτέλεια», επιζητώντας αναγνώστες.

Το τρίτομο αυτό έργο, το οποίο εντασσόταν στην προσπάθεια του αστικού εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης κατά τη μεταπολίτευση, θεωρείται σταθμός στην ιστορία των ελληνικών σχολικών εγχειριδίων, κι αυτό διότι σηματοδότησε μια σημαντική αλλαγή ως προς την αντίληψη για τη «χρήση» των λογοτεχνικών κειμένων στην εκπαίδευση. Με τα Ανθολόγια –επόπτες στην επιτροπή σύνταξης των οποίων είχαν οριστεί ο καθηγητής της Νεότερης Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Γ.Π. Σαββίδης και ο (μετέπειτα πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας) Μιχαήλ Στασινόπουλος– εισάγεται η λογοτεχνία στο δημοτικό σχολείο, με κριτήριο όχι πλέον το πόσο εξυπηρετεί την ηθικοπλαστική διδασκαλία, αλλά την αισθητική της αξία. Ζητούμενο ήταν να δημιουργηθούν «μικροί αναγνώστες», που «να αγαπήσουν ακόμα περισσότερο το βιβλίο και το διάβασμα», να αγαπήσουν δηλαδή τη λογοτεχνία. Και έτσι, να αναπτύξουν τη σκέψη και θα καλλιεργήσουν τον γραπτό και προφορικό λόγο τους.

Στο πρώτο μέρος του Ανθολογίου συνυπάρχουν δημιουργικά δημοτικά ποιήματα και λαϊκά παραμύθια με αποσπάσματα από αναγνωστικά των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων του Ελευθερίου Βενιζέλου, με κείμενα που είχαν δημοσιευτεί στο θρυλικό περιοδικό Η διάπλασις των παίδων και αποσπάσματα έργων της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τον Διονύσιο Σολωμό και τον Γεώργιο Δροσίνη, τον Ιωάννη Πολέμη και τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, μέχρι τον Βασίλη Ρώτα, τη Ρένα Καρθαίου και τον Γιάννη Ρίτσο, τη Ζωρζ Σαρρή και τη Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου. Τέλος, η ανάθεση της εικονογράφησης του τρίτομου Ανθολογίου σε σημαντικούς εικαστικούς καλλιτέχνες, οι οποίοι κοσμούν τα βιβλία κυρίως με πρωτογράμματα, διακοσμητικές «ταινίες» και μοτίβα, αποδεικνύει τη σημασία που αποδίδεται όχι μόνο στο περιεχόμενο μα και στη μορφή του βιβλίου το οποίο απευθύνεται σε παιδιά. Και μάλιστα, με τη λογική που ο σπουδαίος χαράκτης και πρωτοπόρος της τυπογραφικής τέχνης στην Ελλάδα Γιάννης Κεφαλληνός είχε διακηρύξει, λέγοντας ότι ένα βιβλίο για παιδιά είναι αποτυχημένο «αν δεν το διαβάζει με απόλαυση ο μεγάλος». Διόλου τυχαία, η εικονογράφηση του πρώτου μέρους του Ανθολογίου ανατέθηκε στη μαθήτρια του Κεφαλληνού στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, στη ζωγράφο και χαράκτρια Λουίζα Μοντεσάντου (1917 – 2007).

Το αίτημα της Επιτροπής που ανέλαβε να υλοποιήσει το «Ανθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού» σε τρία μέρη το 1974 εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρο: η φιλαναγνωσία, η ανάπτυξη, δηλαδή, εκ μέρους των μαθητών της ικανότητας μα και της επιθυμίας για την ανάγνωση λογοτεχνικών έργων. Επιπλέον, σήμερα γνωρίζουμε ότι η λογοτεχνία, εκτός από την καλλιέργεια του γραπτού και του προφορικού λόγου, συμβάλλει στη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, διευρύνει τον πνευματικό ορίζοντά τους, αφυπνίζει ταλέντα, τα βοηθά να κατανοούν τον κόσμο που τα περιβάλλει, την ανθρώπινη φύση και τον εαυτό τους, λειτουργεί επίσης ανακουφιστικά, κάτι διόλου αμελητέο. Το τρίτομο Ανθολόγιο επανεκδίδεται από ΤΟ ΒΗΜΑ (αυτή την Κυριακή το πρώτο μέρος του με πιστή αναπαραγωγή της ΚΣΤ΄ μονοτονικής έκδοσής του, ενώ θα ακολουθήσουν τις επόμενες δύο εβδομάδες το δεύτερο και το τρίτο μέρος του) μακριά πλέον από τη «σχολική ιδιοτέλεια», επιζητώντας αναγνώστες.