Οι φιλόσοφοι εδώ και αιώνες δεν έχουν καταφέρει να προσδιορίσουν την έννοια της ψυχής, οπότε και η θεραπεία της δεν θα μπορούσε να αποτελεί εύκολη υπόθεση. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Όλοι έχουμε αισθανθεί κάποια στιγμή στη ζωή μας ασφυκτική πίεση, έχουμε νιώσει το άγχος να μας κυριεύει και τη θλίψη ή το φόβο να παίρνει το πάνω χέρι. Άλλες φορές πάλι καταφέρνουμε να ξεπεράσουμε το πρόβλημα -έστω και επώδυνα- και άλλες σηκώνουμε τα χέρια ψηλά, ανήμποροι να το αντιμετωπίσουμε. Εκεί μπαίνει η σκέψη του ψυχολόγου. Θα μπορούσε να με βοηθήσει; Χρειάζομαι πράγματι υποστήριξη ή μήπως υπερβάλλω; Αυτές και άλλες πολλές σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό μας και συχνά μας κρατούν μακριά από το γραφείο του. Ακόμα, όμως, και όταν φτάσουμε στο σημείο να ζητήσουμε βοήθεια, κάνουν την εμφάνισή τους νέα ερωτήματα: Πώς να επιλέξω θεραπευτή; Τι είδος ψυχοθεραπείας να προτιμήσω; Θα ξαπλώνω σε ντιβάνι; Ο θεραπευτής είναι πάντα σιωπηλός; Ας προσπαθήσουμε να ξεμπερδέψουμε το κουβάρι και να ρίξουμε μια κλεφτή ματιά στα άδυτα της ψυχοθεραπείας.

4 λόγοι που μας κρατούν μακριά από το ντιβάνι

1. «Ψυχοθεραπεία κάνουν οι «τρελοί»»

Η ψυχοθεραπεία συνεχίζει ακόμα και σήμερα να αποτελεί ταμπού. Αν δεν είσαι «προβληματικός», δεν έχεις λόγο να περάσεις το κατώφλι του ψυχολόγου, πιστεύουν αρκετοί. Κι όμως. Όσοι αποφασίζουν να ασχοληθούν με την ψυχική τους υγεία είναι κατά βάση άνθρωποι που προβληματίζονται, που θέλουν να γίνουν καλύτεροι. Έτσι κι αλλιώς ψυχοθεραπεία μπορούν να κάνουν και άνθρωποι που δεν αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, αλλά θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους και να αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές τους συγκρούσεις.

2. «Είναι δείγμα αδυναμίας»

Η Θεοδώρα άργησε να ζητήσει τη βοήθεια ειδικού. «Θεωρούσα το θεραπευτή δεκανίκι. Πίστευα ότι αντί να στηριχτώ στα δικά μου πόδια, αναζητούσα την εύκολη λύση», εξηγεί η ίδια. Τα πράγματα, όμως, είναι πολύ διαφορετικά. Το να ξεκινήσουμε ψυχοθεραπεία θέλει μεγαλύτερη δύναμη από το να «κουκουλώσουμε» απλώς το εκάστοτε πρόβλημα. Δείχνει ότι είμαστε αποφασισμένοι να προβληματιστούμε, να ψάξουμε τον εαυτό μας. Άλλωστε, ο θεραπευτής δεν προσφέρει έτοιμες λύσεις που θα διευκολύνουν τον θεραπευόμενο. Το αποτέλεσμα έρχεται μέσα από την προσωπική «δουλειά» του καθενός στο πλαίσιο της ψυχοθεραπείας.

3. «Κι αν ανακαλύψουμε κάτι που θα αλλάξει όλη μας τη ζωή;»

«Πείτε μου ό,τι θέλετε, αρκεί να μη μου πείτε να χωρίσω. Δεν θα το αντέξω», ξεκαθάρισε η Μαίρη στην ψυχολόγο της από την πρώτη κιόλας συνάντησή τους. Ο φόβος της μήπως ανακαλύψει ότι είχε κάνει λάθος επιλογή συντρόφου, την είχε κρατήσει για μήνες μακριά από την ψυχοθεραπεία. Τελικά το αποφάσισε, τονίζοντας, όμως, την ανάγκη της να μην υποστεί μια βίαιη αλλαγή σαν αυτήν του χωρισμού. Οι αλλαγές, ωστόσο, που συντελούνται με την ψυχοθεραπεία είναι τόσο αργές, που ακόμα και ένα γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει την ψυχική μας ισορροπία έρχεται τόσο φυσικά, που δεν μας προκαλεί αναστάτωση.

4. «Πρόκειται για ακριβό σπορ»

Η οικονομική παράμετρος δεν μπορεί φυσικά να παραβλεφθεί. Πέρα, όμως, από την πραγματική διάσταση του προβλήματος, συνήθως αυτός είναι ένας τρόπος να εκδηλώσουμε την αντίστασή μας στη θεραπεία και στο φόβο του αγνώστου που αυτή συνεπάγεται. «Σκεφτόμουνα ότι δεν θα μπορούσα να τα βγάλω πέρα οικονομικά. Σήμερα, 6 μήνες αργότερα, συνειδητοποιώ ότι κάνω ένα δώρο στον εαυτό μου. Η ψυχική υγεία είναι πολύ σημαντική», διηγείται η Χριστίνα. Πάντως, το κόστος της ψυχοθεραπείας ποικίλλει, οπότε, πριν απορρίψουμε την ιδέα, μπορούμε να κάνουμε μια έρευνα αγοράς.

Η ταυτότητά της

Ψυχοθεραπεία είναι μια τεχνητή σχέση -αποκλειστικά επαγγελματική- μεταξύ θεραπευτή και θεραπευομένου. Οι δυο τους έχουν συμφωνήσει να συναντιούνται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο (σε ορισμένο μέρος, σταθερή μέρα και ώρα), για να συζητήσουν το πρόβλημα του θεραπευομένου. Το ιδιότυπο στοιχείο αυτής της σχέσης είναι ότι εδώ υπάρχει συναισθηματική αμεροληψία. Αυτή, άλλωστε, είναι και η αξία της ψυχοθεραπείας. Τι σημαίνει αυτό; Οι φίλοι ή οι γονείς μας είναι συναισθηματικά προκατειλημμένοι απέναντί μας, έχουν δηλαδή μια άποψη για εμάς η οποία επηρεάζει την κρίση τους. Ο ψυχοθεραπευτής, από την άλλη, -ο οποίος δεν εμπλέκεται συναισθηματικά μαζί μας- μας ακούει χωρίς να μας κρίνει, βοηθώντας μας έτσι να συνειδητοποιήσουμε τα πράγματα που μας απασχολούν. Μαθαίνουμε τον τρόπο να τα ονομάσουμε και έτσι παύουν να μας καταδυναστεύουν.

Στα ίχνη ψυχοθεραπευτή

Ψυχοθεραπεία μπορούν να κάνουν είτε οι ψυχίατροι είτε οι ψυχολόγοι που έχουν εξειδικευτεί σε συγκεκριμένες μορφές ψυχοθεραπείας. Δεν υπάρχει συνταγή για να επιλέξουμε τον κατάλληλο θεραπευτή. Μπορούμε, όμως, να τον ρωτήσουμε σχετικά με τα τυπικά του προσόντα (τι σπουδές έχει κάνει, ποιο μοντέλο ψυχοθεραπείας ακολουθεί ή τι εμπειρία έχει), καθώς και αν έχει κάνει ο ίδιος ψυχοθεραπεία. Στην περίπτωση που δεν είμαστε σίγουροι αν χρειαζόμαστε θεραπεία, και πάλι ο θεραπευτής είναι ο ιδανικός να απαντήσει ή και να μας παραπέμψει, αν το κρίνει απαραίτητο, σε κάποιον άλλον ψυχοθεραπευτή που ειδικεύεται στο πρόβλημά μας. Μια συνάντηση μαζί του θα μας βοηθήσει να ξεδιαλύνουμε το τοπίο. Φυσικά, έχουμε τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να αλλάξουμε θεραπευτή, αν αισθανθούμε ότι δεν μας καλύπτει.

TIP: Ορισμένες φορές η ψυχοθεραπεία συνδυάζεται και με φαρμακευτική αγωγή, την οποία όμως χορηγούν μόνο οι ψυχίατροι.

Στο λαβύρινθο της ψυχοθεραπείας

Το πήραμε απόφαση να ξεκινήσουμε ψυχοθεραπεία. Και τώρα, τι γίνεται; Ποιο είδος να επιλέξουμε; Ας ρίξουμε μια ματιά στις βασικές μορφές ψυχοθεραπείας.

Στα άδυτα της ψυχής
Ψυχαναλυτικού τύπου Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουμε οι περισσότεροι, ο θεραπευόμενος δεν ξαπλώνει απαραιτήτως στο ντιβάνι, όπως ο Τζακ Νίκολσον στο «As good as it gets», μιλώντας ακατάπαυστα, ενώ ο θεραπευτής -συνήθως με άσπρο μούσι και στωικό ύφος- ψιθυρίζει πού και πού «Χμ…». Στις ψυχαναλυτικού τύπου θεραπείες (πλην της ψυχανάλυσης), ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος κάθονται αντικριστά και κάνουν διάλογο. Μοναδική «υποχρέωση» του θεραπευομένου είναι να λέει ό,τι του έρχεται στο μυαλό. Μπορούμε να μιλάμε για τον καβγά που είχαμε με ένα συνάδελφο, για τα όνειρά μας ή για τα παιδικά μας χρόνια. Οι ελεύθεροι συνειρμοί είναι το μέσο για να συνειδητοποιήσουμε όσα μας ενοχλούν, αφού βασική αρχή της μεθόδου -βασισμένη στο Φρόιντ- είναι ότι η συμπεριφορά μας καθορίζεται κυρίως από το ασυνείδητο, παρά από τη λογική. Μέσα από μια μακροχρόνια διαδικασία (συνήθως διαρκεί κάποια χρόνια), καταφέρνουμε να αντιμετωπίσουμε τους φόβους και τις δυσκολίες της καθημερινότητας, αλλά και να διερευνήσουμε τις αιτίες τους. Η «δουλειά» γίνεται κατά κύριο λόγο στο πλαίσιο της συνεδρίας, ενώ το επιθυμητό αποτέλεσμα έρχεται μέσα από τη σχέση που δημιουργείται μεταξύ θεραπευτή και θεραπευομένου. Σύμφωνα με τις αρχές της, τα ζητήματα που μας απασχολούν τείνουν να εμφανιστούν και στη σχέση μας με το θεραπευτή. Στόχος να λειτουργήσει η σχέση αυτή ως μοντέλο και να χρησιμοποιηθεί και στις υπόλοιπες σχέσεις. Οι ψυχαναλυτικού τύπου θεραπείες ενδείκνυνται κυρίως σε διαταραχές προσωπικότητας (π.χ. άτομα που δυσκολεύονται στη διαπροσωπική τους επικοινωνία, που πιέζονται από τους άλλους ή που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις αλλαγές), ενώ πολύ καλά αποτελέσματα έχει σε περιπτώσεις νευρώσεων (π.χ. αγχώδεις διαταραχές) -ιδιαίτερα όταν αυτές είναι χρόνιες και ήπιες (όπως η χρόνια ήπια κατάθλιψη ή δυσθυμία)-, αλλά και όταν υπάρχουν σωματικά συμπτώματα χωρίς οργανική αιτία. Υπάρχουν, όμως, και άνθρωποι οι οποίοι επιλέγουν τις ψυχοδυναμικές θεραπείες για να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους. Στις ψυχαναλυτικού τύπου θεραπείες ανήκει και η ψυχανάλυση, η οποία ανταποκρίνεται στο στερεότυπο του ντιβανιού. Ο θεραπευόμενος δεν έχει οπτική επαφή με τον ψυχαναλυτή και αυτό τον βοηθά στο να κάνει ευκολότερα ελεύθερους συνειρμούς και, επομένως, να φτάσει γρηγορότερα πιο βαθιά στα μέρη του εαυτού του τα οποία θέλει να αναλύσει. Η ψυχανάλυση απαιτεί 3-5 συναντήσεις την εβδομάδα, διαρκεί αρκετά χρόνια και απευθύνεται σε ανθρώπους με πολύ συγκεκριμένο προφίλ (π.χ. ισχυρό Εγώ, υψηλή νοημοσύνη).

Group therapy

Συστήνεται σε ανθρώπους με δυσκολίες στις διαπροσωπικές τους σχέσεις ή σε άτομα που έχουν βιώσει κάποια επώδυνη εμπειρία (π.χ. απώλεια αγαπημένου προσώπου) ή εξάρτηση (αλκοόλ, ναρκωτικές ουσίες), αφού συνήθως έχουν ολοκληρώσει έναν κύκλο ατομικής ψυχοθεραπείας. Μέσα από τη σύνθεση της ομάδας, τα μέλη γίνονται ο καθρέφτης του ατόμου. Αναπτύσσονται, δηλαδή, σχέσεις που αποτελούν πρότυπο των σχέσεων που συνάπτει το άτομο και εκτός ομάδας. Προκαλούνται συγκρούσεις, συζητήσεις και συμβουλές, που βοηθούν το άτομο να πετύχει την επιθυμητή αλλαγή. Συνήθως, οι ομάδες συντονίζονται από 2 ψυχολόγους, οι συναντήσεις είναι εβδομαδιαίες, διαρκούν 1,5-2 ώρες για τουλάχιστον ένα χρόνο και αποτελούνται ιδανικά από 8 μέλη. Η ομαδική ψυχοθεραπεία μπορεί να πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο οποιασδήποτε μορφής ψυχοθεραπείας.

Family affairs
Συστημική – οικογενειακή Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, το άτομο αντιμετωπίζεται ως μέλος ενός ευρύτερου συστήματος (π.χ. της οικογένειας), επομένως και το πρόβλημά του ερμηνεύεται ως έκφραση δυσκολίας του ευρύτερου συστήματος. Ο θεραπευτής μάς βοηθά να αντιληφθούμε περιορισμούς που ενδεχομένως να προκύπτουν από απόψεις και αξίες -που συχνά μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά- και μας εμποδίζουν να δούμε ότι έχουμε και άλλες επιλογές στη συμπεριφορά και τις σχέσεις μας. Έχει ενεργή δράση, βοηθώντας μας -μέσω ερωτήσεων- να συνδέσουμε το πρόβλημά μας με το οικογενειακό περιβάλλον. Η οικογένεια δεν ενοχοποιείται, απλώς κατανοώντας το πώς συνδέεται το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε με την ιστορία της οικογένειάς μας, βρισκόμαστε κοντά και στην εξεύρεση διεξόδου από αυτό. Η συγκεκριμένη ψυχοθεραπεία εφαρμόζεται συνήθως σε προβλήματα παιδιών και εφήβων (οικογενειακή θεραπεία) ή συντρόφων (θεραπεία ζεύγους), αλλά και για την ανακούφιση από τραύματα του παρελθόντος, σε περιπτώσεις σοβαρών ψυχολογικών δυσκολιών που μειώνουν τη λειτουργικότητά μας στην καθημερινότητα, ή όταν απλώς θέλουμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας καλύτερα. Συνήθως, οι πρώτοι στόχοι μας επιτυγχάνονται μέσα σε 10-20 εβδομαδιαίες συνεδρίες (ατομικές ή οικογενειακές).

Τι 30, τι 40, τι 50;

Όσο νωρίτερα διερευνήσει κανείς τα προβλήματά του μέσω της ψυχοθεραπείας, τόσο περισσότερο χρόνο κερδίζει, αφού πλέον μπορεί να σκέφτεται και να επεξεργάζεται τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο. Από την άλλη, άνθρωποι πάνω από τα 50 έχουν συνήθως παγιωμένες αντιλήψεις και παθολογίες που είναι δύσκολο να ανατραπούν, χωρίς, βέβαια, αυτό να είναι απαγορευτικό.

Μάθηση uber alles
Γνωσιακή – συμπεριφορική Πρόκειται για βραχεία θεραπεία (συνήθως περιλαμβάνει 15-25 εβδομαδιαίες συνεδρίες διάρκειας 45 λεπτών), η οποία επικεντρώνεται στο παρόν πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και δεν ασχολείται με το παρελθόν. Χρησιμοποιεί την τεχνική εκμαίευσης πληροφοριών μέσω ερωτήσεων και το αποτέλεσμά της βασίζεται περισσότερο στη «δουλειά» που κάνουμε στο σπίτι μας (π.χ. καταγραφή σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών) και λιγότερο εντός των συνεδριών. Σύμφωνα με τις αρχές της, οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι συμπεριφορές μας είναι αποτέλεσμα μάθησης. Στόχος, λοιπόν, είναι η αντικατάσταση της προβληματικής συμπεριφοράς ή των αρνητικών σκέψεων και συναισθημάτων με άλλα, πιο θετικά και εποικοδομητικά. Θεωρείται ότι έχει πολύ καλά αποτελέσματα στις φοβίες (π.χ. αγοραφοβία, κοινωνική φοβία) και σε ψυχαναγκαστικές διαταραχές (επανάληψη μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς, όπως το συνεχές πλύσιμο των χεριών με νευρικές κινήσεις).

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΝ κ. ΠΕΤΡΟ ΣΚΑΠΙΝΑΚΗ, επίκουρο καθηγητή Ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, την κ. ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΗΦΑΚΑΚΗ, ψυχολόγο-ψυχοθεραπεύτρια, εκπ. μέλος της Εταιρείας Ομαδικής Ανάλυσης και Οικογενειακής Θεραπείας, την κ. ΝΑΤΑΛΙΑ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ, ψυχολόγο υγείας, MSc, με εκπαίδευση στη γνωσιακή ψυχοθεραπεία, τη διάγνωση ειδικών μαθησιακών δυσκολιών και τη συμβουλευτική, διδάσκουσα στην Ακαδημία Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής, και την κ. ΜΑΡΙΑ ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ, MSc, ψυχοθεραπεύτρια, οικογενειακή θεραπεύτρια.