«Μαμά, είμαι ερωτευμένη!», «Μ’ αρέσει ο Δημήτρης», «Αγαπώ την Ελένη»… Η έκπληξή μας είναι η ίδια ακόμα κι αν δεν μας το ανακοινώσει το παιδί, αλλά το ανακαλύψουμε έμμεσα. Αν «σκαλίσουμε» λίγο στις αναμνήσεις από τα παιδικά μας χρόνια, οι περισσότεροι από εμάς θα θυμηθούμε ότι με εκείνο ή το άλλο αγοράκι ή κοριτσάκι που παίζαμε συχνά, νιώθαμε «κάτι παραπάνω». Μια μεγαλύτερη επιθυμία να είμαστε μαζί, μια μεγαλύτερη χαρά όταν το βλέπαμε, έναν ιδιαίτερο σύνδεσμο, ένα «γαργάλημα» ίσως, που ξεπερνούσε την απλή χαρά του παιχνιδιού. Κάπως έτσι μοιάζει το «παιδικό» αυτό συναίσθημα, το οποίο συνήθως, καθώς μεγαλώνουμε, έχουμε την τάση να το υποτιμάμε και να το γελοιοποιούμε λίγο, ίσως και από μια αίσθηση αμηχανίας ή ντροπής μπροστά στην ένταση που καμιά φορά θυμόμαστε ότι είχε.


Κι όμως, ανάλογα με τη στενότητα της σχέσης, τις συνθήκες μέσα στις οποίες συναντώνται τα δύο παιδιά, την ηλικία και κυρίως την ιδιοσυγκρασία του κάθε παιδιού, ο σύνδεσμος αυτός μπορεί να εξελιχθεί, έστω και για ένα μικρό χρονικό διάστημα, σε μια σχέση γεμάτη πραγματική αγάπη, αφοσίωση, τρυφερότητα. Το κλισέ της «αγνής παιδικής αγάπης» δεν είναι λοιπόν και τόσο κλισέ, αν σκεφτεί κανείς πως η έλξη που αισθάνεται ένα παιδί για ένα παιδί του άλλου φύλου, τουλάχιστον μέχρι την εφηβεία, δεν έχει κίνητρα και σκοπιμότητες, όπως τη σεξουαλικότητα, τη «δημιουργία σχέσης» και τις πιο πολλές φορές ούτε καν τη διεκδίκηση μιας επιβεβαίωσης από τον άλλον.


Πολλές φορές όλη η ιστορία του ερωτευμένου παιδιού (ιδιαίτερα μάλιστα του αγοριού) είναι ένα κατασκεύασμα των γονιών. Τονίζουν πόσο «αντράκι» είναι το αγόρι, αλλά και πόσο «θηλυκό» το κορίτσι τους! Μπορεί να φτιάξουν ένα ολόκληρο ρομάντζο κάθε φορά που το βλέπουν να παίζει ή να δείχνει συμπάθεια σε ένα παιδί του άλλου φύλου. Ένα συμπαθέστατο τραγουδάκι του Νίκου Κυπουργού με τίτλο «Το καρδερινάκι» εκφράζει στο ρεφρέν όλο το καμάρι των γονιών για το παιδί που έχει τα συμπτώματα του ερωτευμένου: «…Μήτσο, το παιδί αγαπάει, πήρε απ’ τον μπαμπά του κι είναι ερωτιάρης!». Η τάση αυτή των γονιών συνήθως είναι άκακη, συχνά όμως είναι κόσμους μακριά από τα πραγματικά συναισθήματα του παιδιού και σηματοδοτεί φυσικά τις προσδοκίες τους από αυτό: Περιμένουμε να είσαι «ενεργός» στον ερωτικό τομέα, αυτό είναι κάτι που θαυμάζεται και επιβραβεύεται στην οικογένειά μας. Σε ένα παιδί ντροπαλό και εσωστρεφές μπορεί η πίεση αυτής της προσδοκίας, στην οποία δεν αισθάνεται ικανό να αντεπεξέλθει, να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: Να το κάνει ακόμη πιο ντροπαλό και κλειστό.


Μπορούμε να πούμε ότι η «ερωτική ζωή» των παιδιών γίνεται πιο πλούσια και πιο δραστήρια σε ορισμένες περιόδους. Τα συναισθήματα και η σημασία τους διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία στην οποία βρίσκεται ένα παιδί. Και παρόλο που φαίνεται κάπως αστείο, υπάρχουν παιδιά που δηλώνουν ερωτευμένα ήδη στα 5 και 6 τους χρόνια! Πολύ περισσότερο συμβαίνει αυτό στην προεφηβεία (10-12 ετών) και μετά βέβαια όλο και πιο πολύ καθώς προχωρά η εφηβεία. Τι είδους έρωτες είναι αυτοί; Πόσο σοβαροί είναι και τι σημαίνουν για τα παιδιά; Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους:


Στο νηπιαγωγείο και στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, αρκετά παιδιά δηλώνουν για πρώτη φορά ερωτευμένα και το εννοούν.
Έντονα συναισθήματα: Αγαπούν με ένταση και αφοσίωση, έστω κι αν αυτό δεν κρατήσει για πολύ.
Πρώτο στάδιο ανεξαρτησίας: Η εμπειρία αυτή έχει να κάνει με τη σταδιακή αποσύνδεση από την οικογένεια και την ανεξαρτητοποίηση της προσωπικότητάς τους. Το πρώτο σημαντικό στάδιο της αποσύνδεσης είναι η έναρξη του σχολείου, όταν το παιδί αποκτά πια τον εντελώς δικό του κοινωνικό περίγυρο, μια ομάδα συνομηλίκων με τους οποίους μοιράζεται τη μέρα του, το παιχνίδι του, τα ενδιαφέροντα και τα μυστικά του.


Το επόμενο κρίσιμο στάδιο είναι η προεφηβεία, η οποία θεωρείται μεν περίοδος «λανθάνουσας σεξουαλικότητας», αλλά αυτό μάλλον σε αντιδιαστολή με την επερχόμενη σεξουαλική «έκρηξη» της εφηβείας.
Παιχνίδια έλξης και απώθησης: Σε αυτό το στάδιο, αν και το σώμα ακόμη αναπτύσσεται με αργό ρυθμό, τα παιδιά αρχίζουν να δείχνουν έντονο ενδιαφέρον προς το άλλο φύλο. Το ενδιαφέρον τους συχνά εκφράζεται με αρνητικό τρόπο, με κρίσεις, συγκρίσεις και συγκρούσεις, κόντρες και κοροϊδίες. Αρκετά παιδιά, ωστόσο, γνωρίζουν τους πρώτους ρομαντικούς έρωτές τους τώρα.
Νέα φάση «αυτονόμησης»: Πρόκειται για μια νέα περίοδο αποδέσμευσης από το στενό κόσμο της πρώτης παιδικής ηλικίας και της οικογένειας. Τα παιδιά αρχίζουν να προσανατολίζονται σε πρότυπα εκτός οικογένειας, αποκτούν τις δικές τους προτιμήσεις, στους φίλους, τη μουσική, τα ρούχα, το φαγητό, τους «ήρωες». Είναι η περίοδος στην οποία, σύμφωνα με το διάσημο γάλλο ψυχολόγο Jean Piaget, αποκρυσταλλώνουν τις πρώτες δικές τους ηθικές και αισθητικές αξίες, την άποψή τους για το δίκαιο και το άδικο, το καλό και το κακό, το ωραίο και το άσχημο.


Η εφηβεία είναι το τελευταίο, πιο μακροχρόνιο και πιο ριζοσπαστικό από όλα τα στάδια της ανάπτυξης του παιδιού.
Το σώμα δεν αστειεύεται: Απελευθερώνονται εκρηκτικά κοκτέιλ σεξουαλικών ορμονών, τα γεννητικά όργανα αναπτύσσονται, όλα επιβάλλουν στον έφηβο την αναζήτηση συγκεκριμένης σεξουαλικής ταυτότητας.
Έντονες επιθυμίες: Μια περίοδος πόθου και ερωτικών φαντασιώσεων ξεκινάει, κατά την οποία ζητείται αντικείμενο. Oι έφηβοι ερωτεύονται, κρυφά ή φανερά, άστατα ή με πάθος. Η επιθυμία είναι πολύ έντονη για να κάνει διακρίσεις.
Άστατες προτιμήσεις: Παρ’ όλα αυτά, ο έρωτας στην εφηβεία, αν και εκδηλώνεται με πάθος, είναι λιγότερο αφοσιωμένος από αυτόν των μικρότερων παιδιών. Oι έφηβοι συνήθως δεν είναι ιδιαίτερα ανεκτικοί, χάνουν την όρεξή τους κι απογοητεύονται εύκολα. Προέχει η αναζήτηση του εαυτού και στο πρόσωπο του ανθρώπου που ερωτεύονται ψάχνουν περισσότερο να δουν τις φαντασιώσεις τους να αντικατοπτρίζονται, παρά τον άλλον.


Oι πρώτοι έρωτες των παιδιών βρίσκουν τους γονείς σχεδόν πάντα απροετοίμαστους. Δεν ξέρουν αν πρέπει να γελάσουν ή να ανησυχήσουν, να ασχοληθούν ή να αδιαφορήσουν. Μπορεί να αισθανθούν ακόμα και μια ανεπαίσθητη ζήλια όταν κάποιος άλλος, έστω κι αν αυτός είναι μόλις 10 ετών, μοιάζει σχεδόν να μονοπωλεί το ενδιαφέρον και την αφοσίωση του παιδιού τους.
Το βοηθάμε να αυτονομηθεί: Το παιδί μεγαλώνει και αυτονομείται, μια διαδικασία υγιής και καθησυχαστική που όμως απαιτεί από τους γονείς να αποδεσμευτούν κι αυτοί, κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο, είναι όμως αναγκαίο.
Δεν παρεμβαίνουμε «απρόσκλητα»: Όσο για τα ίδια τα παιδιά, συνήθως μας δείχνουν αυτά μέχρι ποιο σημείο χρειάζονται ή επιθυμούν την παρέμβασή μας. Όταν μας ανακοινώνουν ότι είναι ερωτευμένα, δεν θέλουν τίποτε άλλο από το να μας δηλώσουν αυτή την κατάσταση που τα συνεπαίρνει ή απλώς τα απασχολεί.
Δεν υποτιμάμε τα συναισθήματά τους: Τα παιδιά είναι πολύ ευαίσθητα όσον αφορά τους έρωτές τους και δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος να γελάσουμε, να κοροϊδέψουμε ή να διαλαλήσουμε σε όλους τους γνωστούς ότι είναι ερωτευμένα.
Μένουμε ανοιχτοί στην επικοινωνία: Όταν μας ρωτάνε ή ζητούν τη συμπαράστασή μας και απλές και σύντομες εξηγήσεις στις απορίες τους, γιατί αυτό που θέλουν κυρίως είναι να καταλάβουμε αυτό που αισθάνονται και ίσως να τους διηγηθούμε κάτι από τη δική μας εμπειρία.
Τους μιλάμε για το σεξ στην εφηβεία: Στην εφηβεία τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, γιατί εκεί τουλάχιστον χρειάζεται, το αργότερο όταν κάνουν ένα δεσμό, να τους μιλήσουμε για το σεξ, για τα όρια που θέλουμε να βάλουμε σε αυτό το θέμα και τους τρόπους να προστατεύσουν τον εαυτό τους, τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά. Πέρα από το σεξ, όμως, και εδώ χρειάζονται από εμάς, πολύ διακριτικά τώρα, να δείξουμε ότι καταλαβαίνουμε αυτό που τους συμβαίνει.


Το ερωτικό ενδιαφέρον, η αναζήτηση ταυτότητας του φύλου ενός παιδιού και η εξερεύνηση των διαφορών, αλλά και των κοινών σημείων με το άλλο φύλο, η ανακάλυψη της σεξουαλικότητας, είναι πράγματα τα οποία όλα τα παιδιά βιώνουν και αποτελούν σημαντικότατα στάδια της ψυχικής και σωματικής τους ανάπτυξης. Δεν είναι όμως αυτονόητο ότι κάθε παιδί περνά τα στάδια αυτά εκδηλώνοντας ανοιχτά ερωτικό ενδιαφέρον για κάποιο άλλο παιδί. Το ότι πολλά παιδιά φτάνουν μέχρι και την ύστερη εφηβεία για να εκφράσουν ερωτικά συναισθήματα απέναντι σε ένα άλλο πρόσωπο δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι δεν έχουν ωριμάσει ερωτικά ή ότι δεν ενδιαφέρονται για τον έρωτα, αλλά έχει να κάνει με την ιδιοσυγκρασία τους, με το ότι μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο εξωστρεφή, εκδηλωτικά ή «άνετα».


Όπως λέει ο ιταλός ψυχολόγος F. Alberoni, ερωτευόμαστε όταν βρισκόμαστε σε μία διαδικασία βαθιάς αλλαγής. Σε στιγμές κρίσης, αλλαγής, μεταμόρφωσης ψάχνουμε κάποιον που θα μας βοηθήσει να βρούμε το δρόμο μας, έναν «οδηγό», χάρη στον οποίο θα μπορέσουμε να γίνουμε αυτό το «καινούργιο ον» προς το οποίο κατευθυνόμαστε. Είναι μια εσωτερική (και συνήθως υποσυνείδητη) παρόρμηση που μας ωθεί να αναζητήσουμε την «αδερφή ψυχή» και να «αναγεννηθούμε» μαζί της και με τη βοήθειά της. O έρωτας αποτελεί για πολλά παιδιά μέρος αυτής της νέας «περιπέτειας», το αγαπημένο πρόσωπο γίνεται -έστω στη φαντασία τους- σύμμαχος και σύντροφός τους.

Η κ. Λουίζα Βογιατζή είναι συμβουλευτική ψυχολόγος.