Τα προβλήματα στύσης μπορεί να οφείλονται είτε σε οργανικές (σε ποσοστό 50-80%) είτε σε ψυχολογικές παραμέτρους, που είναι συχνότερες στους νέους άνδρες (σε ποσοστό 70%). Χάρη στην πρόοδο της επιστήμης, όμως, έχουμε πλέον τα μέσα για να αντιμετωπίζουμε ικανοποιητικά τα προβλήματα στύσης, κυρίως χάρη στα χάπια την τελευταία δεκαετία, αλλά και σε άλλες θεραπείες, όπως είναι οι ενδοπεϊκές ενέσεις, που υπόσχονται να βάλουν τέλος σε ένα από τα προβλήματα που ταλαιπωρεί το «ισχυρό» φύλο.

Ο ουρολόγος
Στυτική δυσλειτουργία είναι η επίμονη αδυναμία του άνδρα να επιτύχει και να διατηρήσει στύση κατάλληλη για ικανοποιητική σεξουαλική επαφή. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο άνδρας θα πρέπει να αναζητήσει βοήθεια από έναν ουρολόγο-ανδρολόγο. Η λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού μπορεί να υποψιάσει το γιατρό σχετικά με τα αίτια του προβλήματος (οργανικά ή ψυχογενή). Στοιχεία που κατευθύνουν το γιατρό προς το οργανικό πρόβλημα είναι η σταδιακή και όχι απότομη επιδείνωση της ποιότητας της στύσης και η έλλειψη ή ελάττωση των πρωινών στύσεων. Επίσης, τραυματισμοί της πυέλου ή ορισμένες χειρουργικές επεμβάσεις μπορούν να οδηγήσουν σε οργανικού τύπου στυτική δυσλειτουργία. Παράγοντες που μπορεί να ευθύνονται επίσης είναι αγγειακά προβλήματα (π.χ. λόγω καπνίσματος, παχυσαρκίας, διαβήτη, υπερλιπιδαιμίας), νευρολογικά (π.χ. αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια ή άλλες νευρολογικές νόσοι), ενδοκρινικά (υπογοναδισμός, παθήσεις του θυρεοειδούς) ή η λήψη ορισμένων φαρμάκων (π.χ. αντιυπερτασικά και κυρίως οι β-αναστολείς, φάρμακα για το έλκος του στομάχου, αντιανδρογόνα, αντικαταθλιπτικά ή άλλα ψυχιατρικά φάρμακα). Η αξιολόγηση της ποιότητας του ύπνου είναι σημαντική, καθώς η υπνική άπνοια συχνά συνυπάρχει με τη στυτική δυσλειτουργία. Σημαντική είναι και η κλινική εξέταση, που μπορεί να αποκαλύψει ανατομικές ανωμαλίες του πέους ή κλινικά σημεία υπογοναδισμού (π.χ. μικροί όρχεις). Στη συνέχεια, ο γιατρός ενδέχεται να ζητήσει κάποιες εργαστηριακές εξετάσεις (τιμές σακχάρου, ουρίας, κρεατινίνης, λιπιδίων και τεστοστερόνης) ή και καρδιολογικό έλεγχο. Η εξέταση του ανδρολόγου περιλαμβάνει -ανάλογα με τις ενδείξεις και την περίπτωση- και άλλες, πιο εξειδικευμένες εξετάσεις.H φαρμακολόγος
Η θεραπεία εκλογής για την αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας είναι οι αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης-5 (Viagra, Levitra, Cialis). Για να μπορέσουν να δράσουν τα φάρμακα αυτά, είναι απαραίτητη η ύπαρξη σεξουαλικής διέγερσης. Δεν πρέπει να λαμβάνονται όμως από ασθενείς με στεφανιαία νόσο που παίρνουν νιτρώδη (μπορεί να προκαλέσουν μεγάλη πτώση της πίεσης, ακόμα και θάνατο). Άλλες φαρμακευτικές ουσίες που μπορούν να χορηγηθούν είναι η απομορφίνη (uprima), αλλά και αγγειοδιασταλτικές ουσίες που τοποθετούνται απευθείας στην ουρήθρα. Τα φάρμακα αυτά, ωστόσο, δεν έχουν το ίδιο καλά αποτελέσματα και προτιμώνται σε ασθενείς που δεν μπορούν να λάβουν αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης-5. Θεραπευτική επιλογή αποτελούν επίσης και οι ενδοπεϊκά χορηγούμενες αγγειοδιασταλτικές ουσίες, που μπορούν να προκαλέσουν στύση μέσα σε λίγα λεπτά, ανεξάρτητα από την ερωτική επιθυμία. Η επιλογή του φαρμάκου που θα λάβει ο κάθε ασθενής και η δοσολογία καθορίζονται πάντα από το γιατρό.

H ψυχολόγος
Η στυτική δυσλειτουργία μπορεί -συχνότερα σε νέους- να οφείλεται σε ψυχολογικούς παράγοντες. Τα στοιχεία που υποψιάζουν για την ύπαρξη ψυχογενών αιτίων πίσω από τη στυτική δυσλειτουργία είναι η απότομη έναρξη του προβλήματος, η περιοδική εμφάνιση του προβλήματος, η ύπαρξη φυσιολογικών νυχτερινών και πρωινών στύσεων, τα προβλήματα σχέσεων, η πρόωρη εκσπερμάτιση και οι δυσκολίες σεξουαλικής ωρίμασης. Η σχέση ανάμεσα στους ψυχολογικούς παράγοντες και τη στυτική δυσλειτουργία είναι αμφίδρομη: οι ψυχολογικοί παράγοντες (π.χ. τα οικονομικά προβλήματα) μπορεί να ευθύνονται για την εμφάνιση της δυσλειτουργίας και η δυσλειτουργία με τη σειρά της να αυξάνει την ψυχική δυσφορία. Δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, όπου ο άνδρας -αφού έχει αντιμετωπίσει τις πρώτες δυσκολίες να διεγερθεί, να επιτύχει και να διατηρήσει τη στύση- αγχώνεται σε κάθε νέα σεξουαλική επαφή για το αν θα μπορέσει να έχει στύση και αυτό το άγχος έχει φυσικά αρνητική επίδραση τόσο στη σεξουαλική του απόδοση όσο και στην αυτοπεποίθησή του. Σε αυτή τη διαδικασία διαταράσσονται επίσης οι σχέσεις με τη σύντροφό του, που δεν είναι σπάνιο να νιώθει απόρριψη και ενοχή. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει πολύ να αποκατασταθεί η στυτική λειτουργία και να βελτιωθεί τελικά η σχέση του ζευγαριού, ενώ στην περίπτωση που η στυτική δυσλειτουργία αποτελεί σύμπτωμα ενός άλλου προβλήματος του ψυχικού χώρου, συνιστάται η ψυχοδυναμικά προσανατολισμένη θεραπεία του σεξ.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΝ κ. ΧΡΗΣΤΟ ΚΥΡΑΤΣΑ, ουρολόγο-ανδρολόγο, τη δρ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΔΑΛΛΑ, λέκτορα Φαρμακολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, και την κ. ΕΛΕΑΝΑ Ε. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ, ψυχοθεραπεύτρια, κλινική θεραπεύτρια σεξουαλικών διαταραχών, υπεύθυνη της Εταιρείας Μελέτης Ανθρώπινης Σεξουαλικότητας.