Ο σύγχρονος εργασιακός χώρος στην Ευρώπη αντιμετωπίζει μία αυξανόμενοι απειλή… Οι εργαζόμενοι με burnout δηλώνουν ότι νιώθουν πιεσμένοι, εξαντλημένοι και μόνοι στην εργασία τους. Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι σε τριάντα ευρωπαϊκές χώρες αναφέρουν υπερβολικό φόρτο εργασίας, ένας στους τρεις νιώθει ότι οι προσπάθειές του περνούν απαρατήρητες, ενώ ένα όχι αμελητέο ποσοστό βιώνει λεκτική παρενόχληση ή βία στον χώρο εργασίας.
Το παράδοξο είναι ότι, παρότι οι εταιρείες επενδύουν όσο ποτέ πριν σε δράσεις για την ψυχική ευημερία, η συνολική εικόνα επιδεινώνεται. Οι ερευνητές μιλούν για ένα «συστημικό χάσμα»: παρεμβάσεις που στοχεύουν στο άτομο, αλλά αγνοούν τις δομικές συνθήκες που το πιέζουν. Έτσι, η εξουθένωση γίνεται πιο συχνή, και τα συμπτώματά της συχνά συσσωρεύονται «σιωπηλά» μέχρι να γίνουν δυσβάσταχτα.
Μετά την πανδημία, οι εργασιακοί ρυθμοί άλλαξαν, τα όρια μεταξύ δουλειάς και προσωπικής ζωής θόλωσαν, ενώ η αβεβαιότητα εντάθηκε. Πολλοί εργαζόμενοι περιγράφουν ότι νιώθουν σαν να βρίσκονται συνεχώς σε κατάσταση «υπερετοιμότητας», ανταποκρινόμενοι σε αυξημένες απαιτήσεις αλλά με ολοένα λιγότερα εφόδια. Η εργασιακή ανασφάλεια, οι μακρές ώρες, ο ανταγωνισμός και η πίεση για συνεχή απόδοση δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου το άγχος συχνά θεωρείται «προϋπόθεση» για επιτυχία.
Την ίδια στιγμή, οι εταιρείες επενδύουν σημαντικά ποσά σε προγράμματα ευεξίας. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητά τους είναι περιορισμένη όταν δεν συνοδεύονται από ουσιαστικές αλλαγές στον τρόπο διοίκησης: στον τρόπο που γίνονται οι προσλήψεις, στην αξιολόγηση της απόδοσης, στον τρόπο που κατανέμεται η εργασία, στην ποιότητα της επικοινωνίας ή στη δυνατότητα των ανθρώπων να εκφράζουν τις ανάγκες τους. Η ψυχική υγεία δεν μπορεί να βελτιωθεί μόνο με σεμινάρια επίγνωσης ή διαχείρισης άγχους, όταν οι βασικές αιτίες του στρες παραμένουν ανέγγιχτες.
Πρόληψη του burnout
Ένα πιο υγιές εργασιακό περιβάλλον ξεκινά από την κουλτούρα μιας ομάδας. Οι έρευνες δείχνουν ότι οι μάνατζερ που μπορούν να προστατεύσουν την ψυχική υγεία των εργαζομένων τους έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά: ενδιαφέρον για τους ανθρώπους πέρα από τον ρόλο τους, ισορροπία αντί για ανταγωνισμό, καθαρή επικοινωνία, αίσθηση σκοπού και σταθερότητα στις αποφάσεις. Μια ομάδα που ξέρει τι κάνει, γιατί το κάνει και πώς συμβάλλει σε κάτι μεγαλύτερο, νιώθει λιγότερο ευάλωτη στην εξουθένωση.
Παράλληλα, σε αρκετές χώρες γίνονται προσπάθειες να επαναπροσδιοριστεί η ίδια η έννοια της εργασίας. Τα πειραματικά μοντέλα τετραήμερης απασχόλησης έδειξαν ενθαρρυντικά αποτελέσματα, μειώνοντας το στρες και αυξάνοντας την ικανοποίηση των εργαζομένων, χωρίς να επηρεάζουν αρνητικά την παραγωγικότητα. Ταυτόχρονα, κάποιες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν θεσπίσει ρυθμίσεις που προστατεύουν τους εργαζόμενους από την υπερσύνδεση και την υπερκόπωση, αναγνωρίζοντας ότι η αποσύνδεση δεν είναι πολυτέλεια, αλλά προϋπόθεση ψυχικής υγείας.
Παρότι καμία χώρα δεν έχει βρει ακόμη την ιδανική λύση, υπάρχει ένα σταθερό συμπέρασμα: η πρόληψη είναι πιο αποτελεσματική από οποιαδήποτε μεταγενέστερη παρέμβαση. Όταν το άγχος ή η κατάθλιψη έχουν εξελιχθεί σε σοβαρή κατάσταση, συχνά είναι αργά για να αντιστραφεί ο κύκλος. Τότε, πολλοί εργαζόμενοι νιώθουν ότι η μόνη επιλογή είναι η παραίτηση – μια απόφαση που επιβαρύνει τόσο τους ίδιους όσο και τις επιχειρήσεις.