Η αμερικανική και βρετανική κοινή γνώμη ασχολείται με ένα θέμα που ίσως σύντομα απασχολήσει και την Ελλάδα: Τη χρήση ενός τύπου μαγνητικής τομογραφίας ως ανιχνευτή ψεύδους από επιχειρηματίες και γενικά από ιδιώτες.

«Τίθεται ζήτημα προστασίας προσωπικών δεδομένων, ασφαλείας, υγείας, αλλά και αντιεπιστημονικότητας», λένε ειδικοί από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Και εξηγούν:

«Υπάρχουν συσκευές που σκανάρουν κατά κάποιον τρόπο τον εγκέφαλο και δείχνουν αν κάποιος διαφωνεί ή συμφωνεί με κάτι, αλλά δεν είναι ανιχνευτές ψεύδους και δίνουν παραπλανητικά αποτελέσματα αν κάποιος θελήσει να τους χρησιμοποιήσει ως «τεστ αλήθειας». Είναι, λοιπόν, επιστημονικά λανθασμένο να θεωρούνται ανιχνευτές ψεύδους. Απέχουμε πολύ ακόμα από το να διαβάζουμε τις σκέψεις κοιτώντας απλώς την εικόνα του εγκεφάλου σε μια συσκευή, αν και οπωσδήποτε μπορούμε να έχουμε μια γενική ιδέα των βαθύτερων απόψεων του ατόμου. Όπως και να έχει, οι εξελίξεις τρέχουν και η νομοθεσία πρέπει να προλάβει την ιδιωτική πρωτοβουλία και να βάλει όρια, γιατί ήδη κάποιες επιχειρήσεις ζήτησαν να εγκαταστήσουν τέτοια μηχανήματα στο χώρο προσλήψεων, ώστε να ελέγχουν αν ο συνεντευξιαζόμενος που ζητάει δουλειά λέει αλήθεια σχετικά με το βιογραφικό που παρουσιάζει. Τα δικαστήρια στις ΗΠΑ έχουν ήδη απορρίψει παρόμοια αιτήματα, αλλά καλό είναι να ψηφιστούν σαφείς νόμοι επ’ αυτού, ώστε οι δικαστές να μη χρειάζεται να αυτοσχεδιάζουν ούτε στις ΗΠΑ ούτε στην Ευρώπη. Ακόμα κι αν κάποιος ξέρει ότι τον «κατασκοπεύουν» με συσκευή και δίνει τη συγκατάθεσή του επειδή έχει ανάγκη από δουλειά, αυτό δεν καθιστά ούτε θεμιτή ούτε υγιεινή τη χρήση της τεχνολογίας στο συγκεκριμένο τομέα. Κι αν αυτές οι συσκευές αρχίσουν να γίνονται μικρές, φορητές και αρκετά φτηνές και να πωλούνται στο Διαδύκτιο, τότε θα μπορεί ο καθένας να ελέγξει μυστικά τους υπαλλήλους του, τους συναδέλφους του ή το/τη σύζυγό του».

Και μπλούζες που διαβάζουν τη σκέψη μας

Σε τεχνολογικό και καλλιτεχνικό χάπενινγκ στον Καναδά, στο Πανεπιστήμιο Concordia, παρουσιάστηκαν πριν από λίγες μέρες, μεταξύ άλλων, και «έξυπνα ρούχα» – έτσι τα ονομάζουν οι κατασκευαστές τους.

Τα ρούχα αυτά έχουν μια καλωδίωση που τα συνδέει με ό,τι θέλει η ψυχή (;) του καταναλωτή – Διαδίκτυο, κινητά, mp3 για μουσική κλπ. Με τους αισθητήρες που διαθέτουν «αντιλαμβάνονται» αν είμαστε στενοχωρημένοι και τότε αλλάζουν τη μουσική (στα ακουστικά που φέρει η κουκούλα) ή στέλνουν αισιόδοξα μηνύματα στο κινητό μας. Αντιλαμβάνονται, επίσης, αν είμαστε εν κινήσει ή ακίνητοι, αν λαχανιάζουμε, αν μιλάμε, αν είμαστε σε ζεστό ή ψυχρό χώρο, και γενικά μπορεί πολύ εύκολα να δώσουν με μεγάλη ακρίβεια το στίγμα μας (πού ακριβώς βρισκόμαστε) μέσω του κινητού ή της σύνδεσής μας στο Διαδίκτυο. Παράλληλα, με έμμεσο τρόπο δίνουν και το συναισθηματικό μας στίγμα. Το ρούχο αυτό «μιλάει» τυπικά μόνο με εκείνον που το φοράει, αλλά δίνει το «ιστορικό» του και σε όποιον το πάρει μετά (αν το αφήσεις στην καρέκλα) ή (από τη στιγμή που είναι συνδεδεμένο στο Διαδίκτυο και στο κινητό) μπορεί τα δεδομένα του να διαρρέουν και σε άλλους ενδιαφερόμενους.