Σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of the American Heart Association, ο διαβήτης τύπου 2 και η υπέρταση έχουν έναν κοινό δεσμό, την ορμόνη αλδοστερόνη,

Η αλδοστερόνη έχει ήδη διαπιστωθεί ότι εμπλέκεται στην εκδήλωση της υπέρτασης. Αλλά τώρα οι ερευνητές του Πολιτειακού Ιατρικού Κέντρου Wexner στο Οχάιο, υποστηρίζουν ότι τα άτομα με υψηλότερα επίπεδα αλδοστερόνης έχουν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν διαβήτη τύπου 2. Επίσης παρατήρησαν ότι υπήρχε συσχετισμός μεταξύ αλδοστερόνης και διαβήτη σε συγκεκριμένες φυλετικές ομάδες.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή της μελέτης Δρ Τζόσουα Τζοζεφ, ενδοκρινολόγο στο αμερικανικό πανεπιστήμιο «η αλδοστερόνη μπορεί να αυξήσει όσο νάτριο απορροφούν οι νεφροί. Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τα συνολικά επίπεδα των υγρών στο σώμα αυξάνονται και τα αιμοφόρα αγγεία συστέλλονται. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση υπέρτασης».

Στον διαβήτη τύπου 2, η αλδοστερόνη μπορεί να επηρεάσει πόση ινσουλίνη χρησιμοποιεί ο οργανισμός. Η ινσουλίνη αντλεί τη γλυκόζη από τα τρόφιμα και την παρέχει στα κύτταρα του σώματος ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο.

«Δύο βασικές αιτίες της εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2 είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη ή η εξασθενημένη παραγωγή ινσουλίνης από το πάγκρεας. Η αλδοστερόνη έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί αντίσταση ινσουλίνης στους μυς και εξασθενεί επίσης την έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας», εξηγεί ο Δρ Τζοζεφ.

Οι ερευνητές σπεύδουν να σημειώσουν ότι είναι πρόωρο να ληφθούν οποιαδήποτε μέτρα, οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν πράγματα για να μειώσουν τα επίπεδα της αλδοστερόνης, όπως με υγιεινή διατροφή, υγιές βάρος, τακτική άθληση και αποχή από το κάπνισμα.