Γιατί όταν βλέπουμε ταινίες σε ξένη γλώσσα, νιώθουμε την ανάγκη να ανεβάσουμε την ένταση; Ίσως να μην πρόκειται μόνο για την ανάγκη μας για συγκέντρωση ή προσοχή, αλλά έχει να κάνει με την αντίληψη. Με το ότι ο εγκέφαλός μας αντιλαμβάνεται τις ξένες λέξεις κυριολεκτικά ως πιο «αθόρυβες». Μια νέα μελέτη έρχεται να το επιβεβαιώσει, αποκαλύπτοντας ότι αυτό που γνωρίζουμε τείνει να επηρεάζει το πώς ακούμε και μάλιστα, αλλάζει ακόμη και την αντίληψή μας για την ένταση του ήχου.

Συγκεκριμένα, η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Cognition, έδειξε ότι όταν οι άνθρωποι άκουγαν ζευγάρια από πραγματικές και ψεύτικες χωρίς νόημα λέξεις στην ίδια ένταση, έκριναν πως οι πραγματικές λέξεις ακούγονταν πιο δυνατά. Σύμφωνα με τη μελέτη, το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε τόσο στη μητρική τους γλώσσα όσο και στη δεύτερη, αν και με διαφορετική ένταση.

Τα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας δείχνουν ότι η οικειότητα με μια γλώσσα μπορεί να επηρεάζει βασικές πτυχές της ακουστικής αντίληψης, όπως είναι η ένταση του ήχου.

Εγκέφαλος και αντίληψη εικόνας και ήχου

Οι ερευνητές ήθελαν να δουν αν ένα γνωστό οπτικό φαινόμενο, όπου γνωστά γράμματα και λέξεις φαίνονται «μεγαλύτερα» από άγνωστους συνδυασμούς, ισχύει και στην ακοή. Δηλαδή, το αν ο εγκέφαλος αντιμετωπίζει γνωστές λέξεις ως «πιο δυνατές», αν και φυσικά η έντασή τους είναι η ίδια.

Αυτό σχετίζεται με θεωρίες στη γνωστική επιστήμη που υποστηρίζουν ότι η αντίληψή μας δεν είναι παθητική, αλλά επηρεάζεται από όσα ήδη γνωρίζουμε. Οι επικεφαλής της μελέτης ήθελαν να δουν αν αυτή η «από πάνω προς τα κάτω» επιρροή μπορεί να συμβαίνει και στον ήχο, όχι μόνο στην όραση.

Η έρευνα

Διεξήχθησαν δύο πειράματα. Στο πρώτο συμμετείχαν 77 γαλλόφωνοι που μιλούσαν αγγλικά ως δεύτερη γλώσσα, ενώ στο δεύτερο 89 αγγλόφωνοι που γνώριζαν λίγα γαλλικά. Οι συμμετέχοντες άκουγαν ζευγάρια ηχητικών αποσπασμάτων από πραγματικές λέξεις και ψευδολέξεις, δηλαδή λέξεις που φτιάχτηκαν από τις ίδιες συλλαβές, αλλά δεν σήμαιναν κάτι. Και τα δύο μέρη του ζεύγους παίζονταν στην ίδια ένταση, αλλά οι συμμετέχοντες έπρεπε να διαλέξουν ποιο τους φαινόταν πιο δυνατό.

Τα ψεύτικα «λόγια» είχαν παρόμοιο μήκος και ρυθμό με τις αληθινές λέξεις, ώστε να αποκλειστεί κάθε διαφορά στον ήχο. Έτσι, οι επιστήμονες μπόρεσαν να μετρήσουν καθαρά το αποτέλεσμα της γλωσσικής εξοικείωσης.

Με βάση τα ευρήματα, οι Γάλλοι συμμετέχοντες έκριναν τις πραγματικές λέξεις ως πιο δυνατές από τις ψευδολέξεις. Το φαινόμενο ήταν πιο έντονο στη μητρική τους γλώσσα, δηλαδή στα Γαλλικά απ’ ό,τι στα Αγγλικά. Όταν έκαναν λάθος, πάνω από το 70% των λαθών ευνοούσε τη «γνωστή» λέξη στα γαλλικά. Οι αγγλόφωνοι συμμετέχοντες είδαν το ίδιο φαινόμενο, αλλά με παρόμοια ένταση και στις δύο γλώσσες.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτό μπορεί να οφείλεται στον τρόπο που δημιουργήθηκαν οι ψευδολέξεις, ο οποίος διέκοπτε τα φυσικά τονικά μοτίβα της αγγλικής γλώσσας, στοιχείο λιγότερο σημαντικό στα Γαλλικά.

Οι προσδοκίες και η γνώση διαμορφώνουν την αντίληψη

Η μελέτη αποκαλύπτει ότι η γνώση μιας γλώσσας μπορεί να αλλάζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε ακόμα και τη φυσική ένταση του ήχου. Οι γνωστές λέξεις «φαίνονται» πιο δυνατές, αν και ο ήχος είναι αντικειμενικά ίδιος.

Όπως εξήγησαν οι επικεφαλής της συγκεκριμένης έρευνας, ο εγκέφαλος δεν καταγράφει απλώς τους ήχους παθητικά. Αυτό που γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε επηρεάζει το πώς τους ακούμε. Οι γνωστές λέξεις γίνονται αντιληπτές ως πιο δυνατές, ακόμα κι όταν δεν είναι.

Η επίδραση είναι μικρή αλλά σημαντική. Δεν αλλάζει τη φυσική πραγματικότητα του ήχου, αλλά δείχνει ότι οι προσδοκίες και η γνώση μας διαμορφώνουν την ίδια την αντίληψή μας.