Ένας από τους πιο κοινούς λοιμογόνους παράγοντες που «κουβαλά» σχεδόν όλη η ανθρωπότητα φαίνεται να ευθύνεται για την αυτοάνοση πάθηση που είναι γνωστή ως συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (ΣΕΛ), υποστηρίζουν οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.
Ο ιός Epstein-Barr (EBV), που βρίσκεται σιωπηλά σε πάνω από το 90% του ενήλικου πληθυσμού παγκοσμίως, φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο: Ξεκινά επηρεάζοντας έναν μικρό αριθμό ανοσοκυττάρων, τα οποία στη συνέχεια «παρασύρουν» πολλά περισσότερα, οδηγώντας σε γενικευμένη επίθεση κατά των ιστών του σώματος.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο Science Translational Medicine.
Τι είναι ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος;
Περίπου 5 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ζουν με ερυθηματώδη λύκο, μια χρόνια αυτοάνοση πάθηση κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα στρέφεται ενάντια στα ίδια τα κύτταρα του οργανισμού, καθώς επιτίθεται στον πυρήνα τους.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα βλάβες σε ζωικά όργανα και ιστούς – από το δέρμα και τις αρθρώσεις έως τα νεφρά, την καρδιά και το νευρικό σύστημα – με τα συμπτώματα να διαφέρουν σημαντικά από ασθενή σε ασθενή. Για λόγους που παραμένουν άγνωστοι, εννέα στους δέκα πάσχοντες είναι γυναίκες.
Με την κατάλληλη διάγνωση και αγωγή, οι περισσότεροι ασθενείς με ερυθηματώδη λύκο μπορούν να ζήσουν μια σχετικά φυσιολογική ζωή, αναφέρουν οι ερευνητές. Ωστόσο, για περίπου το 5% των ασθενών, η νόσος μπορεί να αποδειχθεί απειλητική για την ζωή. Όπως εξηγούν, οι υπάρχουσες θεραπείες επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου, αλλά δεν την θεραπεύουν οριστικά.
Όταν ο ιός EBV συναντά τα Β-κύτταρα
Μέχρι να φτάσουμε στην ενηλικίωση, η συντριπτική πλειοψηφία έχει μολυνθεί από τον ιό EBV. Μεταδίδεται με το σάλιο και συνήθως εμφανίζεται στην παιδική ηλικία, αφού μοιραστούμε ένα κουτάλι ή το ίδιο ποτήρι με έναν φίλο ή μέλος της οικογένειας.
Κατόπιν της μόλυνσης, ο ιός EBV παραμένει στον οργανισμό, ακόμα και αν εμφανίζονται συμπτώματα. Ο ιός EBV ανήκει σε μια μεγάλη οικογένεια ιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ευθύνονται για την ανεμοβλογιά και τον έρπητα, οι οποίοι μπορούν να εναποθέσουν το γενετικό τους υλικό στους πυρήνες των μολυσμένων κυττάρων.
Εκεί ο ιός «κοιμάται» σε λανθάνουσα μορφή, κρυμμένος από τους μηχανισμούς επιτήρησης του ανοσοποιητικού συστήματος. Η κατάσταση αυτή μπορεί να διαρκέσει όσο ζει το κύτταρο μέσα στο οποίο βρίσκεται, ενώ, υπό ορισμένες συνθήκες, ο ιός μπορεί να επανενεργοποιηθεί.
Μεταξύ των κυττάρων, στα οποίο ο ιός Epstein-Barr εγκαθίσταται μόνιμα είναι τα Β-λεμφοκύτταρα, δηλαδή ανοσοκύτταρα που παίζουν κρίσιμο ρόλο στην άμυνα του οργανισμού. Αφού «αφομοιώσουν» τμήματα μικροβιακών παθογόνων, μπορούν να κάνουν δύο σημαντικά πράγματα: Το πρώτο είναι να παράγουν αντισώματα, που εξουδετερώνουν εισβολείς ενώ το δεύτερο είναι εξίσου σημαντικό.
Οι ανοσολόγοι τα χαρακτηρίζουν «αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα». Μπορούν δηλαδή, να επεξεργάζονται αντιγόνα και να τα εμφανίζουν στην επιφάνειά τους με τρόπο που να ενθαρρύνει άλλα ανοσοκύτταρα να εντείνουν την αναζήτηση του εν λόγω παθογόνου παράγοντα.
Ο ρόλος των αυτοαντιδραστικών κυττάρων
Παραδόξως, περίπου το 2ο% των Β-λεμφοκυττάρων στο σώμα μας είναι «αυτοαντιδραστικά», δηλαδή στοχεύουν αντιγόνα που ανήκουν στους δικούς μας ιστούς. Αυτό οφείλεται στον τυχαίο τρόπο με τον οποίο προκύπτει η ποικιλομορφία των Β-κυττάρων, μια «ατελής διαδικασία αντιγραφής που η εξέλιξη φαίνεται να έχει επιτρέψει για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη διαφοροποίηση.
Ευτυχώς, τα περισσότερα από αυτά τα κύτταρα βρίσκονται σε μια αδρανή κατάσταση και δεν επιτίθενται στους ιστούς του σώματος.
Ωστόσο, κάποιες φορές αυτά τα «υπνωτισμένα» αυτοαντιδραστικά κύτταρα ενεργοποιούνται, στρέφονται εναντίον των δικών μας ιστών και πυροδοτούν ασθένειες που ανήκουν στην κατηγορία των αυτοάνοσων. Ορισμένα από αυτά παράγουν αντισώματα που προσκολλώνται σε πρωτεΐνες και DNA μέσα στους πυρήνες των κυττάρων μας.
Τα ενεργοποιημένα αυτά «αντιπυρηνικά αντισώματα» – χαρακτηριστικό γνώρισμα του ερυθηματώδη λύκου – προκαλούν βλάβες σε ιστούς διάσπαρτους σε όλο το σώμα, καθώς σχεδόν όλα τα κύτταρά μας διαθέτουν πυρήνα.
Η συντριπτική πλειονότητα των ατόμων που έχουν μολυνθεί από τον ιό EBV, δεν γνωρίζει ότι συνεχίζει να «φιλοξενεί» τον ιό και δεν εμφανίζουν λύκο. Ωστόσο, μελέτες υποδηλώνουν ότι οι περισσότεροι ασθενείς με ερυθηματώδη λύκο είναι φορείς του EBV.
Επί δεκαετίες, οι επιστήμονες υποψιάζονταν την σύνδεση ιού Epstein-Barr και του συστηματικού ερυθηματώδη λύκου και η παρούσα μελέτη φαίνεται να το επιβεβαιώνει.
