Κάθε μέρα, εκατομμύρια άνθρωποι παίρνουν το τιμόνι για μια ακόμη διαδρομή ρουτίνας και φτάνουν στον προορισμό τους χωρίς να το πολυσκεφτούν. Ωστόσο, αρκεί μια στιγμιαία απροσεξία ή μια ανεπαίσθητη κίνηση στην οδήγηση για να μετατραπεί η καθημερινότητα σε επείγουσα κατάσταση. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία οδηγοί είναι πιο ευάλωτοι σε τέτοια περιστατικά, όμως λίγοι παραδέχονται εύκολα ότι δυσκολεύονται και ακόμη λιγότεροι είναι πρόθυμοι να αποχωριστούν τα κλειδιά τους. Συνήθως χρειάζονται επαναλαμβανόμενες συζητήσεις με συγγενείς και γιατρούς για να γίνει το πρώτο βήμα.
Σήμερα, όμως, νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Neurology δείχνει ότι ένας μικρός αισθητήρας που συνδέεται στο αυτοκίνητο, σαν τα απλά GPS trackers που βρίσκουμε στην αγορά, μπορεί να εντοπίσει πολύ νωρίτερα τα πρώτα σημάδια γνωστικής έκπτωσης, πριν ακόμη εμφανιστούν στις ετήσιες ιατρικές εξετάσεις.
Τι έδειξε η έρευνα για την οδήγηση
Επιστήμονες από την Washington University School of Medicine παρακολούθησαν 298 μεγαλύτερους οδηγούς για περισσότερα από τρία χρόνια. Κατέγραψαν κάθε διαδρομή, κάθε στροφή, κάθε αλλαγή ταχύτητας. Στόχος: να δουν αν η καθημερινή οδηγική συμπεριφορά μπορεί να «μαρτυρήσει» πρώιμες αλλαγές στον εγκέφαλο.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά:
-
Οι συμμετέχοντες που είχαν ήπια γνωστική διαταραχή (MCI) οδηγούσαν λιγότερο συχνά.
-
Απόφευγαν σταδιακά τις νυχτερινές διαδρομές.
-
Ταξίδευαν όλο και πιο κοντά στο σπίτι τους.
-
Επισκέπτονταν λιγότερους προορισμούς και ακολουθούσαν πιο προβλέψιμες διαδρομές.
Αυτά τα μοτίβα ξεχώριζαν τους ανθρώπους με MCI από τους γνωστικά υγιείς οδηγούς με 82% ακρίβεια, μόνο από τα δεδομένα οδήγησης.
Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, «η οδήγηση συνδυάζει πολλές νοητικές και κινητικές λειτουργίες, λειτουργώντας ως πραγματικός δείκτης καθημερινής λειτουργικότητας στην τρίτη ηλικία». Με άλλα λόγια, ο τρόπος που οδηγούμε ίσως «προδίδει» αλλαγές στο μυαλό μας πολύ πριν φανούν σε τυπικές εξετάσεις.
Γιατί έχει σημασία για τις οικογένειες
Περίπου 22% των μεγαλύτερων ενηλίκων παρουσιάζουν ήπια γνωστική διαταραχή, ενώ 10% πάσχουν από κάποια μορφή άνοιας. Αυτό σημαίνει ότι ένα σημαντικό ποσοστό ηλικιωμένων οδηγών ενδέχεται να έχει κάποια δυσκολία που δεν έχει ακόμη εντοπιστεί.
Στην πράξη, η ανίχνευση γίνεται συχνά αργά:
-
μετά από μικρά ατυχήματα,
-
επαναλαμβανόμενες στιγμές σύγχυσης,
-
ή ανησυχίες από την οικογένεια.
Η συνεχής καταγραφή μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα. Να δώσει στους γιατρούς και στις οικογένειες τη δυνατότητα να παρέμβουν έγκαιρα — με αξιολόγηση, υποστήριξη, εναλλακτικές μετακινήσεις ή θεραπευτικές παρεμβάσεις — προτού συμβεί κάτι επικίνδυνο.
Παρά τις προκλήσεις, η έρευνα προσφέρει κάτι ουσιαστικό σε οικογένειες που ήδη ανησυχούν για έναν ηλικιωμένο οδηγό: αντικειμενικά στοιχεία. Δεδομένα που μπορούν να στηρίξουν μια επίπονη συζήτηση πριν γίνει κάτι μη αναστρέψιμο. Γιατί η οδήγηση είναι δείκτης υγείας, αυτονομίας και ασφάλειας. Και ίσως, στο μέλλον, το αυτοκίνητο να γίνει ένας ακόμη σύμμαχος στην έγκαιρη ανίχνευση της άνοιας.
