Μικρές πράξεις δημιουργούν τις συνθήκες μέσα στις οποίες μπορεί να αναδυθεί η ευτυχία. Για τον καθένα το τι σημαίνει να είναι ευτυχισμένος μπορεί να είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Παρά τις διαφορετικές οπτικές, υπάρχει ένα κοινό στοιχείο. Η ευτυχία είναι κάτι που νομίζουμε ότι το «φτάνουμε», όταν τσεκάρουμε τα σωστά κουτάκια.
Αυτός ο τρόπος σκέψης, όμως, συχνά λειτουργεί εναντίον μας. Όχι επειδή η ευτυχία είναι ανέφικτη, αλλά επειδή δεν λειτουργεί σαν επίτευγμα ή σαν αγώνας δρόμου με γραμμή τερματισμού. Στην πραγματικότητα «χτίζεται» σταδιακά μέσα από τον τρόπο που σκεφτόμαστε, δρούμε και συνδεόμαστε, δεν είναι ένα έπαθλο που «κερδίζεται» στο τέλος.
Με αυτό κατά νου, αξίζει να δούμε πιο προσεκτικά τι μας λένε πραγματικά η ψυχολογία και η νευροεπιστήμη. Να ξεχωρίσουμε τι είναι η ευτυχία και τι δεν είναι, γιατί συχνά την παρεξηγούμε και ποιες καθημερινές συνήθειες στηρίζουν αξιόπιστα την ευεξία μας.
Η ευτυχία δεν είναι το αντίθετο της κατάθλιψης
Ένα από τα πιο σημαντικά -και συχνά παρεξηγημένα- σημεία είναι ότι η ευτυχία δεν είναι απλώς η απουσία κατάθλιψης. Δεκαετίες έρευνας δείχνουν ότι η ψυχική δυσφορία και η ευεξία σχετίζονται, αλλά δεν είναι τα αντίθετα άκρα της ίδιας κλίμακας.
Κάποιος μπορεί να έχει λιγότερα καταθλιπτικά συμπτώματα χωρίς να νιώθει ικανοποίηση, σύνδεση ή πληρότητα. Αντίστροφα, είναι δυνατό να βιώνει νόημα, σκοπό ή στιγμές χαράς, ενώ παράλληλα διαχειρίζεται επίμονες ψυχικές δυσκολίες.
Έτσι, το ένα μονοπάτι εστιάζει στη μείωση του πόνου, του άγχους και της λύπης, ενώ το δεύτερο μονοπάτι προσανατολίζεται στην καλλιέργεια σύνδεσης, περιέργειας, σκοπού και ευχαρίστησης. Η ενίσχυση του ενός δεν ενεργοποιεί αυτόματα το άλλο. Γιατί έχει σημασία; Αν ο μοναδικός μας στόχος είναι «να νιώθουμε λιγότερο άσχημα», μπορεί να καταλήξουμε σε μια ζωή απλώς λιγότερο επώδυνη, όχι όμως ουσιαστική.
Η ευτυχία αναπτύσσεται όχι μόνο με τη μείωση των συμπτωμάτων, αλλά και με τη συνειδητή επένδυση σε εμπειρίες και σχέσεις που μας θρέφουν.
Σταματήστε να «βαθμολογείτε» την ευτυχία σας
Μια συνηθισμένη παγίδα είναι ο συνεχής έλεγχος του αν είμαστε «αρκετά ευτυχισμένοι». Η έρευνα διακρίνει ανάμεσα στην επιδίωξη της ευτυχίας και στην αγωνία γύρω από αυτήν. Η επιθυμία να είμαστε πιο ευτυχισμένοι συνδέεται γενικά με καλύτερη ευεξία. Η εμμονή με την αξιολόγηση του επιπέδου της ευτυχίας μας, όχι. Αντί να αναρωτιέστε συνεχώς «είμαι ευτυχισμένος/η;», ίσως είναι πιο χρήσιμο να αναρωτιέστε «κάνω πράγματα που αναπτύσσουν ευεξία με τον χρόνο;»
Ο εγκέφαλός σας έχει έμφυτη αρνητική προκατάληψη
Ο εγκέφαλος έχει εξελιχθεί για να εντοπίζει γρήγορα τον κίνδυνο, όχι για να μένει σε ό,τι είναι ευχάριστο. Έτσι, έχουμε μια αρνητική προκατάληψη, δηλαδή προσέχουμε πιο εύκολα τα προβλήματα, αντιδρούμε πιο έντονα στις απώλειες και θυμόμαστε την κριτική περισσότερο από τον έπαινο.
Όταν το στρες γίνεται χρόνιο, αυτή η προκατάληψη εντείνεται. Οι ορμόνες του στρες αυξάνονται και το μυαλό εστιάζει όλο και περισσότερο σε ό,τι δεν πάει καλά, αντί σε ό,τι έχει νόημα ή ανταμοιβή. Με τον χρόνο, αυτό περιορίζει την ικανότητά μας να παρατηρούμε στιγμές σύνδεσης, ανάπτυξης ή ικανοποίησης.
Η σύνδεση δεν είναι πολυτέλεια
Μελέτη, δημοσιευμένη στο επιστημονικό περιοδικό American Psychologist, δείχνει σταθερά ότι η μοναξιά και η κοινωνική απομόνωση συνδέονται με υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης, αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο και πρόωρη θνησιμότητα. Η σύνδεση δεν απαιτεί συνεχή κοινωνική δραστηριότητα. Στον πυρήνα της είναι το αίσθημα ότι μας βλέπουν, μας ακούν και μας εκτιμούν. Η ποιότητα των σχέσεων μετρά πολύ περισσότερο από τον αριθμό των επαφών.
