«Πρέπει να μιλάμε περισσότερο για την άνοια, για τα εκατομμύρια των ανθρώπων που υποφέρουν από αυτήν χωρίς να έχουν ακόμα πεθάνει εξαιτίας της, οπότε και έχουν ανάγκη να διατηρούν μία ποιότητα ζωής» υπογραμμίζει η Τζούλιαν Μουρ, που βραβεύτηκε με τα Βρετανικά κινηματογραφικά και τηλεοπτικά βραβεία BAFTA για την ερμηνεία της στην ταινία «Still Alice», όπου υποδύεται μία γυναίκα, η οποία είναι μία καθηγήτρια που σε σχετικά νεαρή ηλικία εμφανίζει Αλτσχάιμερ.

«Για να κατανοήσω καλύτερα τον ρόλο μίλησα με γυναίκες που ζουν με την ασθένεια, μου μίλησαν για το πώς αντέδρασαν οι οικογένειές τους αλλά και για τα δικά τους συναισθήματα», είπε η Τζούλιαν Μουρ και συνέχισε εξηγώντας ότι πέρασε τα ειδικά τεστ με τη βοήθεια των οποίων οι ειδικοί διαγιγνώσκουν το Αλτσχάιμερ, πήρε μέρος σε ομάδες υποστήριξης και επισκέφτηκε κέντρα φιλοξενίας ασθενών για να συναντήσει, ασθενείς, φροντιστές και μέλη των οικογενειών τους. Αυτό της ήταν πολύ χρήσιμο, εξήγησε, καθώς δεν είχε προσωπική εμπειρία από την ασθένεια. Τόνισε επίσης ότι παρά τα όσα πιστεύουμε η άνοια δεν επηρεάζει μόνο τη μνήμη, πρόκειται για ένα αίσθημα ότι είμαστε χαμένοι, σαν να βρισκόμαστε σε κρίση πανικού. Ξαφνικά τίποτα δεν βγάζει νόημα πια, η καρδιά αρχίζει και χτυπάει γρήγορα και βρισκόμαστε σε μία ομίχλη που πρέπει να «κόψουμε» για να περάσουμε από μέσα της. Κάποιες μέρες είναι υπέροχες και κάποιες τραγικές. Ας μην ξεχνάμε, εξήγησε, ότι πολλοί άνθρωποι που διαγιγνώσκονται με άνοια νιώθουν απομονωμένοι και ντροπιασμένοι, αποκομμένοι από το περιβάλλον τους και την κοινότητα. Υπάρχει όμως εξέλιξη στη νόσο, δεν εξαφανίζεται ξαφνικά ο άνθρωπος, είναι ακόμα εκεί. Γι’ αυτό χρειάζεται και μεγαλύτερη προσπάθεια για έρευνα και θεραπεία.