Μια πρόσφατη έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Archives of Sexual Behavior, προσφέρει νέες πληροφορίες για το πώς η αίσθηση της όσφρησης και τα αισθήματα απέχθειας είναι δυνατόν να σχετίζονται με τον τρόπο που βιώνουμε την οικειότητα στις ερωτικές σχέσεις.

Στην εν λόγω έρευνα, οι μελετητές διαπίστωσαν ότι η συναισθηματική και πνευματική οικειότητα παρουσίαζαν μικρές αλλά στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις με καλύτερη οσφρητική ικανότητα, ενώ η σωματική και κοινωνική οικειότητα σχετίζονταν μέτρια με μεγαλύτερη ευαισθησία σε συγκεκριμένα είδη απέχθειας.

Η σημασία της οικειότητας

Η οικειότητα αποτελεί θεμελιώδες κομμάτι των ερωτικών σχέσεων και περιλαμβάνει συναισθηματική σύνδεση, σωματική εγγύτητα, πνευματική εμπλοκή και κοινές δραστηριότητες.

Αν και όταν εξετάζεται το ζήτημα της οικειότητας, οι αναλύσεις εστιάζουν στην επικοινωνία, τα στυλ προσκόλλησης και την ικανοποίηση από τη σεξουαλική ζωή, υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για το πώς λιγότερο προφανή χαρακτηριστικά, όπως η όσφρηση και η ευαισθησία στο αίσθημα της απέχθειας μπορούν επίσης να επηρεάσουν την οικειότητα.

Παρόλο που υπάρχουν στοιχεία που συνδέουν την όσφρηση και την απέχθεια με τις διαδικασίες των σχέσεων, οι δύο αυτοί παράγοντες έχουν σπάνια μελετηθεί μαζί στο πλαίσιο της οικειότητας. Οι ερευνητές στόχευσαν, λοιπόν, να καλύψουν αυτό το κενό.

Οι επικεφαλής της μελέτης διαπιστώνουν ότι η έρευνα σε ανθρώπους που έχουν χάσει την αίσθηση της όσφρησης δείχνει πως συχνά αναφέρουν λιγότερο ικανοποιητικές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης σεξουαλικής ικανοποίησης.

Η έρευνα

Η συγκεκριμένη έρευνα περιλάμβανε 74 συμμετέχοντες ηλικίας 17 έως 56 ετών, κυρίως νέους ενήλικες, με τη συντριπτική πλειοψηφία να είναι γυναίκες και ετεροφυλόφιλες, αν και συμμετείχαν και λίγοι με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν διαδικτυακά ερωτηματολόγια και ένα τεστ όσφρησης στο εργαστήριο.

Οι ερευνητές αξιολόγησαν τη συναισθηματική, τη σωματική, την πνευματική και την κοινωνική οικειότητα, καθώς και την οικειότητα που προκύπτει από την κοινή απόλαυση δραστηριοτήτων και ελεύθερου χρόνου. Εξέτασαν, επίσης,την ευαισθησία των συμμετεχόντων στην αηδία.

Τα αποτελέσματα έδειξαν μια μικρή θετική συσχέτιση μεταξύ της συναισθηματικής οικειότητας και της οσφρητικής ικανότητας, υποδηλώνοντας ότι όσοι έχουν καλύτερη όσφρηση μπορεί να αισθάνονται πιο συναισθηματικά συνδεδεμένοι στις σχέσεις τους.

Η πνευματική οικειότητα έδειξε, επίσης, ασθενή θετική συσχέτιση με την όσφρηση, ενώ η κοινωνική οικειότητα σχετιζόταν μέτρια με την αηδία από παθογόνους παράγοντες. Αντίθετα, η σωματική οικειότητα δεν σχετιζόταν με την οσφρητική ικανότητα, ενώ η ευαισθησία σε παθογόνους και σεξουαλικούς παράγοντες αηδίας συσχετίστηκε θετικά με την ικανοποίηση από τη σωματική οικειότητα.

Υπήρξαν και διαφορές μεταξύ φύλων, με τις γυναίκες να σημειώνουν υψηλότερες τιμές στη σωματική οικειότητα, την οσφρητική ικανότητα και την ευαισθησία σε σεξουαλική απέχθεια.

Ακόμη, με βάση τα συμπεράσματα της έρευνας, η ύπαρξη τρέχουσας ρομαντικής σχέσης συνδέθηκε με υψηλότερες βαθμολογίες οικειότητας σε όλους τους τομείς.

Μελλοντικές έρευνες, βέβαια, χρειάζονται για να εξετάσουν αν αυτά τα ευρήματα ισχύουν σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες, πολιτισμούς και τύπους σχέσεων. Συμπερασματικά, η μελέτη υποδηλώνει ότι η αίσθηση της όσφρησης, αν και συχνά παραβλέπεται, μπορεί να επηρεάζει τις κοινωνικές και συναισθηματικές πτυχές της ζωής και των ρομαντικών σχέσεων.