Σε αυτό το ερώτημα επιχειρούν να δώσουν απάντηση οι ερευνητές από το King’s College London’s Institute και το University College London με τη χρήση αλγορίθμων που διαμορφώθηκαν βάσει των μαγνητικών τομογραφιών των ασθενών με ψύχωση.

Η ψύχωση είναι μια κατάσταση που επηρεάζει τον τρόπο συμπεριφοράς και λειτουργίας του εγκεφάλου και μπορεί να συνοδεύεται από ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις. Παρουσιάζεται σε ασθενείς με σχιζοφρένεια, διπολική διαταραχή, αλλά και με νόσο του Πάρκινσον, ή σε χρήστες ναρκωτικών, όπως η κάνναβη.

Στην έρευνά τους, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Psychological Medicine», οι ειδικοί υπέβαλαν 100 ασθενείς που επισκέφτηκαν την κλινική μετά το πρώτο ψυχωτικό τους επεισόδιο σε μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου. Επίσης, έκαναν την ίδια εξέταση σε 91 υγιείς ενηλίκους, που αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου στο πλαίσιο της έρευνας.

Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για 6 χρόνια και οι ερευνητές τούς κατέταξαν σε κατηγορίες ανάλογα με το αν είχαν συνεχή ή περιστασιακά επεισόδια ψύχωσης.

Ανέλυσαν τις τομογραφίες από 28 ασθενείς με σοβαρή ψύχωση, από 28 ασθενείς με περιστασιακά συμπτώματα και από 28 υγιείς ενηλίκους. Στη συνέχεια χρησιμοποίησαν τα δεδομένα για να διαμορφώσουν ένα λογισμικό υπολογιστή με σκοπό να αναγνωρίζει τις διαφορετικές διαβαθμίσεις σοβαρότητας της νόσου με βάση τις μεταβολές στον εγκέφαλο των ασθενών.

Στις δοκιμές των ερευνητών, ο αλγόριθμος ήταν σε θέση να ανιχνεύσει 7 στις 10 φορές εκείνους που μετά το πρώτο επεισόδιο ψύχωσης θα εξελίσσονταν είτε σε σοβαρές περιπτώσεις είτε σε πιο ήπιες. Οι ερευνητές, βέβαια, εξηγούν ότι απαιτούνται ακόμη πολλές τροποποιήσεις προκειμένου να βελτιωθεί η ακρίβεια αυτών των τεστ, αλλά και δοκιμή τους σε μεγάλες ομάδες ασθενών. Πρόκειται απλώς για το πρώτο βήμα μιας υποσχόμενης εξέτασης που θα μπορούσε να ενταχθεί στην κλινική πράξη.