Ο κίνδυνος γέννησης μωρών με γενετικές ανωμαλίες αυξάνεται κατά τέσσερις φορές όταν η έγκυος μητέρα έχει διαβήτη, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Diabetologia». Είναι γνωστό ότι ο τόσο ο διαβήτης τύπου 1 -που παρουσιάζεται στην παιδική ηλικία- όσο και ο διαβήτης τύπου 2 μπορούν να οδηγήσουν σε αποβολές, τη γέννηση υπέρβαρων μωρών ή σε εκ γενετής ανωμαλίες (συγγενείς καρδιακές ανωμαλίες, δισχιδής ράχη).

Υπάρχει μάλιστα ανησυχία μεταξύ των ειδικών ότι τα διαρκώς αυξανόμενα ποσοστά διαβήτη τύπου 2 διεθνώς είναι πιθανό να αυξήσουν συνολικά τις γεννήσεις μωρών με τέτοιου είδους προβλήματα. Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Newcastle ανέλυσαν στοιχεία από 401.149 εγκυμοσύνες μεταξύ του 1996 και του 2008. Οι 1.677 γυναίκες είχαν διαβήτη.

Μετά την ανάλυση των στοιχείων διαπιστώθηκε ότι ο κίνδυνος εκ γενετής ανωμαλιών αυξανόταν από 19 φορές σε κάθε 1.000 γεννήσεις για τις γυναίκες που δεν είναι διαβητικές σε 72 για κάθε 1.000 γεννήσεις για τις γυναίκες με διαβήτη.

Οι ερευνητές αναφέρουν ότι οι τιμές του σακχάρου κατά την εποχή της σύλληψης είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας κινδύνου που μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο. Προσθέτουν επίσης ότι πολλές από αυτές τις ανωμαλίες παρουσιάζονται τις πρώτες 4-6 εβδομάδες της κύησης.

Σύμφωνα πάντως με την επικεφαλής της έρευνας δρ. Ruth Bell, «τα καλά νέα είναι ότι με την κατάλληλη βοήθεια (ρύθμιση του σακχάρου) από τους ειδικούς πριν τη σύλληψη και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης οι περισσότερες γυναίκες θα αποκτήσουν ένα υγιές μωρό». Επίσης, συνιστάται η χρήση αντισυλληπτικών μέσων για τις γυναίκες που έχουν διαβήτη, αλλά δεν έχουν προγραμματίσει να κάνουν οικογένεια.