Όλοι γνωρίζουμε ότι μερικές φορές το λιγότερο είναι περισσότερο, πράγμα που φαίνεται να ισχύει όταν πρόκειται για την οικοδόμηση μιας σχέσης ή σύνδεσης κατά την διάρκεια μιας συνέντευξης. Αυτό υποστηρίζει νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια, η οποία αποκαλύπτει ότι οι τεχνικές λεκτικής συνέντευξης έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο από τις μη λεκτικές τεχνικές και ο συνδυασμός των δύο είχε επιζήμιο αποτέλεσμα.

Η νέα μελέτη με επικεφαλής τον Eric Novotny, μεταδιδακτορικό ερευνητικό συνεργάτη στο Grady College of Journalism and Mass Communication, δημοσιεύτηκε στο Communication Studies.

«Ήταν απρόσμενη έκπληξη το γεγονός ότι η χρήση λεκτικών και μη λεκτικών τεχνικών μαζί απέτυχε»,  σημειώνει ο επικεφαλής της μελέτης. «Εκ των υστέρων ο συνδυασμός του θεωρείται ως υπερβολή ή καταναγκαστικό έργο, κάνοντας τον ερωτώμενο να αισθάνεται ότι οποιαδήποτε σχέση που προέκυψε ήταν ψεύτικη.

Η ουσία είναι ότι η χρήση της μιας ή της άλλης τεχνικής είναι καλύτερη από καμία ή και τις δύο» εξηγεί.

Ποιες τεχνικές επικοινωνίας ήταν πιο αποτελεσματικές για την σύνδεση στις σχέσεις;

Τα ευρήματα έδειξαν  ότι οι συμμετέχοντες ήταν πιο πρόθυμοι να συζητήσουν προσωπικά θέματα όταν χρησιμοποιήθηκαν μόνο λεκτικά κοινές εκφράσεις, σε σύγκριση με τον μη λεκτικό «mirroring», την αντιγραφή δηλαδή των κινήσεων.

Στην ομάδα που βίωσε το mirroring, οι συμμετέχοντες ήταν πιο πρόθυμοι να αποκαλύψουν προσωπικές πληροφορίες με τον ερευνητή, αλλά όχι με ρυθμό που ήταν σημαντικά διαφορετικός. Η συνδυασμένη συνθήκη παρήγαγε τη χαμηλότερη σχέση ή σύνδεση.

Με βάση τη βιβλιογραφία, γνωρίζαμε ότι οι λεκτικές και μη λεκτικές τεχνικές βοηθούν στη δημιουργία σχέσεων κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης, αλλά δεν ξέραμε τι συνέβαινε αν χρησιμοποιούσατε και τα δύο, σημειώνουν οι ερευνητές.

Εναλλακτικά, η συνδυασμένη χρήση και των δύο τεχνικών θα μπορούσε να φαίνεται καταναγκαστική ή ψεύτικη στους συμμετέχοντες.