Με το που γεννήθηκε, τον έμαθε όλη η Ελλάδα. Τα επόμενα χρόνια ήταν αλλιώτικα… Χάνοντας τη μητέρα του στα 12 και όντας ο μικρότερος, με διαφορά πολλών χρόνων, από επτά αδέρφια, ο πατέρας του του δήλωσε ότι δεν μπορούσε να τον μεγαλώσει μόνος του. Και κάπως έτσι, όπως έχει πει ο ίδιος, βρέθηκε στο σπίτι της ανύπαντρης θείας του, από την οποία προέρχεται και το –επίσημα πρώτο, λόγω της υιοθεσίας του– επώνυμό του: Ζαχαράκης. Ο Αντώνης Λουδάρος ωστόσο έχει αποδεχθεί ότι όλα είναι «μέσα στη ζωή»: οι χαρές και οι λύπες, το γέλιο και το δάκρυ, η ανεμελιά και η τροφή για σκέψη – ακριβώς όπως σε μια καλή επιθεώρηση.

Επιθεώρηση «Τότε, τώρα, πάντα». Μια φαντασμαγορική τρίωρη παράσταση από τον Σταμάτη Φασουλή, στο θέατρο Άλσος, με μια πλειάδα εκλεκτών ηθοποιών: Θοδωρής Αθερίδης, Δημήτρης Γκοτσόπουλος, Λευτέρης Ελευθερίου, Ελένη Καστάνη, Κώστας Κόκλας, εσύ, Δήμητρα Ματσούκα, Ματίνα Νικολάου, Ντορέττα Παπαδημητρίου και ο δημιουργός της, ενώ σε guest εμφάνιση η Μίρκα Παπακωνσταντίνου και ο Γιώργος Κωνσταντίνου. Το Άλσος, μια όαση δροσιάς στο κέντρο της Αθήνας, μας έχει συνηθίσει σε πολύ μεγάλα θεάματα. Μια υπέροχη παράσταση, ένας δυναμικός θίασος πρωταγωνιστών υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Σταμάτη Φασουλή, ερμηνεύουν κείμενα του ίδιου αλλά και των Θοδωρή Αθερίδη, Μανίνας Ζουμπουλάκη, Βαγγέλη Νάση και Πέπης Ραγκούση. Με καλλιτεχνική επιμέλεια και χορογραφίες του Φωκά Ευαγγελινού και δεκαμελή ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Κίκλη. Εντυπωσιακοί φωτισμοί από τον Περικλή Μαθιέλλη, σκηνικά από τον Μανόλη Παντελιδάκη, ενώ ο video artist Παντελής Μάκκας δημιούργησε μια φαντασμαγορική ατμόσφαιρα με τα βίντεο. Τα κοστούμια είναι από την Ντένη Βαχλιώτη και τον Κώστα Ζήση. Συμμετέχουν επίσης οι: Τραϊάνα Ανανία, Άννα Μάγκου, Μιχάλης Παπαδημητρίου, Δέσποινα Πολυκανδρίτου, Φαίη Φραγκαλιώτη.

Όταν όλα αυτά συνδυάζονται με πολύ ωραία παρέα, με ανθρώπους που εκτιμάς και σέβεσαι, οι συνθήκες γίνονται ιδανικές. Ως περιβάλλον, μου δίνει έτσι κι αλλιώς την ψευδαίσθηση της καλοκαιρινής απόδρασης και, από την άλλη, επειδή ο Σταμάτης Φασουλής, η Μίρκα Παπακωνσταντίνου και ο Γιώργος Κωνσταντίνου είναι ο καθένας μια ιστορία από μόνος του, αισθάνομαι σαν να συμμετέχω σε ντοκιμαντέρ. Γιατί στην παράσταση συνυπάρχουν τρεις γενιές ηθοποιών: οι νέοι, οι μεσαίοι –στους οποίους νομίζω πως ανήκω– και η παλιά φρουρά. Η πιο παλιά γενιά λοιπόν με εκπλήσσει επειδή πολλές φορές είναι πιο νέα από τους νέους και παράλληλα σου μεταδίδει ένα θεατρικό ήθος. Κι αυτό ζυμώνεται συνεχώς και δημιουργεί μια ομάδα πολύ διασκεδαστική, αλλά και πολύ ανθρώπινη και προστατευτική συνάμα, όπου όλοι έχουν την ίδια αγωνία για το αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια, κανείς δεν έρχεται εδώ για να πάρει τα λεφτά του και να φύγει.

Με όλα τα political-correct απαγορευτικά, υπάρχει χώρος σήμερα για επιθεωρησιακά κείμενα;

Αυτό σχολιάζεται πολύ στην παράσταση, ενώ έχω κι ένα σχετικό νούμερο. Απαγορεύονται πια λέξεις όπως «κοντός» και «χοντρός», αλλά, με την ίδια λογική, πρέπει να απαγορευτούν τα «μωρή κοντούλα Λεμονιά» και «ο γέρο νέγρο Τζιμ». Γιατί να είναι προσβολή το «χοντρός» και όχι το «αδύνατος»; Μα, επειδή ο αδύνατος θεωρείται φυσιολογικός! Και ποιος ορίζει το φυσιολογικό; Αυτό που με ενοχλεί δεν είναι οι λέξεις, αλλά το πώς τις χρησιμοποιούμε, κάτι που έχει να κάνει με την ψυχή του καθενός. Αν κάποιος μου πει «ρε χοντρέ, δεν ντρέπεσαι;», δεν έχω εγώ το πρόβλημα, το έχει αυτός. Αν όμως εγώ πω «είμαι χοντρός», είναι δικαίωμά μου. Κι αν κάποιος άλλος μου πει «βρε συ, προσπάθησε να κάνεις καμιά δίαιτα», δεν έγινε και τίποτα. Σε κάθε περίπτωση, για να μαζευτεί όλη αυτή η ιστορία με το political correct, πρέπει πρώτα να φτάσει στην πλήρη υπερβολή. Θα έρθει η στιγμή που θα καταλάβουμε ότι καθένας είναι διαφορετικός και όλοι είμαστε ίσοι. Κι ότι αυτή η ποικιλομορφία, που είναι και ψυχική, κάνει τη Γη να έχει μεγάλο ενδιαφέρον.

Πάντως, όπως κάθε καλή επιθεώρηση, η παράσταση ασκεί γενικότερη κριτική.

Το «Τότε, τώρα, πάντα» σχολιάζει τα πάντα, όμως αποφεύγει να ακουμπήσει τις μεγάλες, τις ανοιχτές πληγές. Όπως λέει ο Σταμάτης, όλοι μιλάμε για το Μάτι, τα Τέμπη, τις πλημμύρες, την Ουκρανία, τη Γάζα… Δεν γίνεται όμως αυτές οι τραγωδίες να αποτελούν μέρος ενός πιο διασκεδαστικού συνόλου. Ωστόσο, επειδή έχω παίξει άλλες δύο φορές σε επιθεώρηση –πρόπερσι, πάλι στο Άλσος, και, πολύ πιο παλιά, στο Παρκ–, είναι η πρώτη φορά που κάθε νούμερο σε κάνει να ψυχαγωγηθείς, να γελάσεις πολύ, αλλά και να σκεφτείς. Καταλαβαίνεις ότι κάτι πιο βαθύ, πιο ουσιαστικό, συμβαίνει εδώ.

Δείτε το βίντεο

Στην «Κατάρα της Τζέλας Δελαφράγκα» τι συμβαίνει;

Ό,τι είχαν κάνει οι Ρέππας – Παπαθανασίου στο «Κλάμα βγήκε απ’ τον παράδεισο» για τον κινηματογράφο το έκαναν τώρα για την τηλεόραση: μια σπαρταριστή παρωδία της όπου μπλέκονται όλα τα σίριαλ μαζί. Εγώ παριστάνω ένα ζάπλουτο επιχειρηματία, το απόλυτο λαμόγιο, και αλήθεια δεν έχω ξανακάνει πιο διασκεδαστικά γυρίσματα. Περιμένω με μεγάλη αγωνία να προβληθεί η σειρά το φθινόπωρο στον Alpha και ελπίζω, πέρα από τα δεκατέσσερα επεισόδια που έχουμε ήδη γυρίσει, να υπάρξει συνέχεια.

Στη διαδρομή σου έχεις πιο πολλούς κωμικούς ρόλους, αν και πάντα προσθέτεις μια δραματική χροιά. Χαίρομαι που το λες! Εγώ επέλεξα να γίνω ηθοποιός. Κι αν η ζωή μού τα έφερε έτσι ώστε να παίζω περισσότερο κωμωδία, προσπαθώ να το κάνω μέσα από το όποιο προσωπικό δράμα και τις ιδιαίτερες πτυχές του ανθρώπου που ενσαρκώνω.

Προσωπικά, πρώτη φορά το παρατήρησα το 2008, στην απελπισία του ήρωα που αναγκάζεται να κάνει στριπτίζ στο «The full monty» («Άντρες με τα όλα τους»). Πώς είχες τολμήσει τέτοια έκθεση;

Από άγνοια κινδύνου! Ωστόσο το να πεις «και τώρα τα βγάζω όλα» τελικά είναι το λιγότερο. Αισθάνεσαι βέβαια κάπως ευάλωτος ως προς το πώς είναι η φυσική σου κατάσταση, πώς δείχνει το σώμα σου, αυτό όμως απασχολεί εξίσου και τους γυμνασμένους. Στη διασκευή που παίχτηκε το 2022 στο θέατρο Βέμπο, ούτε καν είχα τη γύμνια στο μυαλό μου.

Γενικότερα, πώς αντιμετωπίζεις την έκθεση;

Θα σου απαντήσω ως εξής: Ζούμε. Από τη στιγμή που ζούμε, θέλουμε δεν θέλουμε, θα εκτεθούμε! Όσο κι αν προσπαθήσουμε να κρυφτούμε πίσω από μάσκες, ρόλους και δεν ξέρω τι άλλο, εντέλει θα φανεί το ποιοι είμαστε. Προσωπικά, δεν κρύβω τίποτα, απλώς δεν βγαίνω να τα πω όλα δημόσια. Δεν μοιράζομαι τα πολύ ιδιωτικά μου – και δεν αφορούν και κανέναν.

Παρ’ όλα αυτά, έχεις προχωρήσει σε μια σημαντική εξομολόγηση μιλώντας για το πώς μεγάλωσες.

Αυτό το κομμάτι έχει να κάνει με το πώς βίωσα εγώ κάποιες δυσκολίες και σκέφτομαι ότι μπορεί να μας διαβάζουν ή να μας ακούν άνθρωποι που επίσης έχουν περάσει ή περνούν δύσκολα. Θέλω λοιπόν να τους δείξω μια χαραμάδα αισιοδοξίας. Να τους πω ότι αυτό που τώρα μοιάζει σαν Γολγοθάς, κάποτε θα φαίνεται σαν λόφος. Αρκεί να μπορέσουμε να προχωρήσουμε σιγά σιγά.

Έτσι αισθάνεσαι πλέον για τα παιδικά και τα νεανικά σου χρόνια;

Ναι. Και συμπληρώνω: Ευτυχώς! Αν ήταν όλα φλατ ή εύκολα, δεν ξέρω τι άνθρωπος θα ήμουν σήμερα. Κι επειδή θεωρώ ότι καλά το πάω το έργο της ζωής μου, σκέφτομαι πως ό,τι δύσκολο ήρθε προσπάθησα να το αντιμετωπίσω με τον καλύτερο τρόπο. Ακόμα κι αν έμειναν κάποιες πληγές, δεν πειράζει! Ποιος δεν έχει τις πληγές του;

Έχεις πάντως να διηγείσαι και κάτι πολύ αστείο.

Εννοείς που γεννήθηκα 6.650 κιλά; Ήμουν τεράστιο μωρό, με έβγαλαν με κουτάλες και, όπως μου είχε πει ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου, έγινα πρώτη είδηση στο ραδιόφωνο. Μάλιστα μια πολύ γνωστή εταιρεία ανέλαβε το γάλα μου για ένα χρόνο. Βέβαια, εγώ λέω για πλάκα ότι τη χορηγία την κατανάλωσα μέσα σε έξι μήνες!

Αναφέρθηκες στον πατέρα σου, με τον οποίο νομίζω πως τα είχατε βρει τα τελευταία χρόνια.

Ποτέ δεν «τα είχαμε χαλάσει», με την έννοια του να φτάσουμε στο μη περαιτέρω. Πάντα επικοινωνούσαμε, αλλά και πάντα υπήρχε –από τη μεριά μου τουλάχιστον– μια στενοχώρια όποτε τον έβλεπα. Ήταν στη ζωή μου, όμως, λόγω της αδυναμίας του να με μεγαλώσει –δεν το ήθελε κιόλας–, εγώ βίωνα μια μεγάλη απώλεια. Φτάνοντας προς το τέλος του, τον είχα ήδη συγχωρήσει γιατί είχα καταλάβει ότι δεν γίνεται να ζητάς κάτι παραπάνω από ανθρώπους που μέχρι εκεί μπορούν να δώσουν.

Εισέπραξες όμως πολλή αγάπη.

Ναι. Από τη θεία μου, τα αδέρφια μου… Μακάρι να έχω δώσει πίσω κι εγώ άλλη τόση και κάτι παραπάνω! Δεν είμαι στερημένος από αγάπη άνθρωπος.

Αυτό φαίνεται. Δεν σκέφτηκες να την προσφέρεις σε ένα παιδί;

Σήμερα αυτό σκεφτόμουν. Δειλία ήταν, δεν το τόλμησα, και μαζί ένας υπέρμετρος εγωισμός, ότι «το παιδί μου είναι το θέατρο». Βλακείες δηλαδή! Ξέρεις, μέχρι να συνειδητοποιήσεις τι πραγματικά θέλεις, η ζωή φεύγει.

Τα παιδιά σου στη δραματική σχολή όπου διδάσκεις καλύπτουν κάπως αυτή την έλλειψη;

Με έναν τρόπο, ναι. Πράγματι, τα αντιμετωπίζω λίγο σαν παιδιά μου. Τα επαινώ, τα μαλώνω, τους βάζω δύσκολα, προσπαθώ να τα ξυπνήσω και να τους μάθω πράγματα για την τέχνη και τη ζωή.

Και τότε, μοιάζει σαν να μιλάς με τις φωνές των δύο μητέρων σου;

Πώς αλλιώς; Όσο μεγαλώνουμε, δικαιώνουμε τους δικούς μας κατά κάποιον τρόπο. Παράλληλα, καταλαβαίνουμε πως ό,τι έκαναν το έκαναν από υπέρμετρη αγάπη και υπερβάλλοντα ζήλο για το καλό μας. Όλο αυτό όμως θέλει το χρόνο του. Απλώς, ο δικός μας χρόνος σε αυτήν τη Γη είναι περιορισμένος, και γι’ αυτό πρέπει να γίνουμε πιο σβέλτοι, να ησυχάσουμε πιο γρήγορα το μέσα μας. Στην αρχή τα θέλουμε όλα και μετά ζητάμε άλλα μέχρι να καταλάβουμε σταδιακά ότι είμαστε OK και με αυτά που έχουμε. Πιθανότατα, όπως κατ’ ανάγκη συμβαίνει σε άλλους πολιτισμούς, θα μπορούσαμε και με λιγότερα. Αν κάναμε κάπως πιο γρήγορα αυτά τα βήματα, ίσως η ζωή να ήταν πολύ πιο όμορφη. Έχουμε όμως συνηθίσει πολύ στην κατανάλωση, είτε αυτή λέγεται φαγητό είτε υλικά αγαθά ή οτιδήποτε άλλο. Προσπαθούμε με αυτά να αποκτήσουμε ένα κομμάτι ευτυχίας.

Εσύ έχεις περάσει από αυτό το στάδιο;

Τι εννοείς; Δεν έφυγα και ποτέ!

Εννοώ αν έχεις προσπαθήσει να καλύψεις έτσι βαθύτερες ανάγκες σου. Κι αν το κατάλαβες μόνος σου.

Και μόνος μου και αργότερα με βοήθεια, αλλά και με το πέρασμα του χρόνου. Όταν καταναλώνεις, είναι σαν να καλύπτεις τρύπες – και είναι μια αργή και επίπονη διαδικασία το να μάθεις να υπάρχεις και να είσαι πλήρης χωρίς τόση κατανάλωση. Έχοντας παραπάνω κιλά, δεν έγινε και κάτι. Ξέρεις πότε γίνεται; Όταν αυτά αρχίζουν να σου δημιουργούν προβλήματα – είτε υγείας είτε σωματικά ή ψυχολογικά. Τότε, όμως, ίσως είναι αργά. Οπότε, οφείλεις να φροντίζεις τον εαυτό σου. Αλλά κι αυτό απαιτεί πολλή μελέτη. Τι εννοούμε υγιεινό; Τι μας πλασάρουν ως υγιεινό; Τι είναι πράγματι υγιεινό; Απ’ όπου κι αν το πιάσεις, είναι φοβερά δύσκολο να είσαι σίγουρος για το τι βάζεις στο στόμα σου. Κι όταν εγώ για πενήντα χρόνια τού βάζω σκουπίδια –εν γνώσει μου ή εν αγνοία μου–, τα κύτταρά μου έχουν μάθει στο σκουπιδαριό. Διάβαζα πρόσφατα μια έρευνα για το πόσο πλαστικό καταναλώνουμε μέσω των τροφών. Δεν ήξερα ότι τρώμε καπάκια! Θα τα μάθουμε όλα και θα τα καταφέρουμε στην επόμενη πίστα, σε μια άλλη ζωή.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΣΙΑΡΑΠΗΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΠΑΛΤΑ, GROOMING: ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΓΕΝΤΗ

Ευχαριστούμε το θέατρο Άλσος για τη φιλοξενία.