Σίγουρα το άγχος επηρεάζει τα πάντα. Μας κάνει να φοβόμαστε πιο πολύ, ακόμη και όταν δεν χρειάζεται. Μας αποσυντονίζει. Μας κάνει πιο ασταθείς και αδύναμους. Βέβαια, ενώ κάποιος θα περίμενε ότι μία μόνιμη προδιάθεση προς το άγχος θα επιδρούσε περισσότερο στη σωματική και την ψυχική μας υγεία, νέα έρευνα φαίνεται να έχει διαφορετική άποψη.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της πρόσφατης έρευνας που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό npj Science of Learning, το προσωρινό άγχος έχει μεγαλύτερη επίδραση πάνω στους ανθρώπους, επηρεάζοντας σημαντικά την μαθησιακή ικανότητα του ατόμου.
Στην εν λόγω έρευνα συμμετείχαν 70 άτομα ηλικίας 20 έως 30 ετών, ενώ οι μελετητές χρησιμοποίησαν ένα παιχνίδι εικονικής πραγματικότητας, στο οποίο οι συμμετέχοντες μάζευαν λουλούδια, μερικά από τα οποία είχαν πάνω τους μέλισσες που «τσιμπούσαν» τον συμμετέχοντα μέσω μίας ήπιας ηλεκτρικής διέγερσης στο χέρι.
Η ομάδα των μελετητών διαπίστωσε μετά από αυτό το πείραμα ότι τα άτομα που έμαθαν να ξεχωρίζουν τις ασφαλείς από τις επικίνδυνες περιοχές, δηλαδή το πού υπήρχαν μέλισσες και πού όχι, παρουσίασαν καλύτερη χωρική μνήμη και χαμηλότερα επίπεδα άγχους από αυτά που δεν κατάφεραν να τις ξεχωρίσουν.
Από την άλλη πλευρά, οι συμμετέχοντες που δεν κατάφεραν να μάθουν τη διαφορά μεταξύ των περιοχών, εμφάνισαν αυξημένα επίδεδα άγχους και φόβο ακόμα και σε ασφαλείς περιοχές.
Η μελέτη αποκάλυψε ότι οι προσωρινές συναισθηματικές εξάρσεις άγχους ήταν αυτές που είχαν τη μεγαλύτερη επίδραση στη μαθησιακή ικανότητα του ατόμου και όχι η γενική προδιάθεσή του προς το άγχος.
Σύμφωνα με τους μελετητές, αυτά τα αποτελέσματα συμβάλλουν σημαντικά στην εξήγηση του γιατί ορισμένα άτομα παλεύουν καιρό με αγχώδεις διαταραχές, όπως είναι η μετατραυματική αγχώδης διαταραχή (PTSD), όπου δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν τις ασφαλείς από τις επικίνδυνες καταστάσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι το υπερβολικό άγχος διαταράσσει τη μάθηση και την αναγνώριση των απειλών, κάτι που μπορεί να παίξει μεγάλο ρόλο σε χρόνιες αντιδράσεις φόβου.
Επίσης, φαίνεται να είναι μεγάλης σημασίας να κατανοηθούν αυτοί οι μηχανισμοί, με στόχο τη βελτίωση των θεραπειών για τις διαταραχές άγχους και στρες, εστιάζοντας στον τρόπο με τον οποίο τα άτομα επεξεργάζονται τις περιβαλλοντικές απειλές.
Οι ερευνητές στη μελέτη τους εξηγούν ότι αξίζει να διερευνηθεί εάν τα άτομα με ψυχοπαθολογίες, οι οποίες σχετίζονται με το άγχος παρουσιάζουν παρόμοιες μεταβολές στη χωρική μνήμη τους.
Η προσθήκη κάποιων μέτρων παρακολούθησης της προσοχής, όπως είναι, για παράδειγμα, η ιχνηλάτηση ματιών (eye-tracking) σε μελλοντικές μελέτες ενδεχομένως να βοηθούσε ώστε να προσδιοριστεί το κατά πόσον η εστίαση σε πιθανές απειλές επηρεάζει την ευρύτερη αντίληψη του περιβάλλοντος.