Η αναβλητικότητα τείνει να αντικατοπτρίζει τη δυσκολία κάποιου με τον αυτοέλεγχο. Οι αναβλητικοί άνθρωποι σκέφτονται ως εξής: «Δεν έχω όρεξη, οπότε αυτό μπορεί να υπερισχύσει των στόχων, των ευθυνών και των υποχρεώσεών μου». Στη συνέχεια δημιουργείται κάτι σαν χιονοστιβάδα αρνητικών συναισθημάτων που αποθαρρύνουν περαιτέρω κάθε μελλοντική τους προσπάθεια. Η αναβλητικότητα περιλαμβάνει επίσης ένα βαθμό αυτοεξαπάτησης καθώς, σε κάποιο επίπεδο, τα άτομα που χαρακτηρίζονται από αυτήν έχουν επίγνωση των πράξεών τους και των συνεπειών της κωλυσιεργίας τους, αλλά το να καταφέρουν να αλλάξουν τις συνήθειές τους και τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται και δρουν απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια από την ολοκλήρωση της εργασίας που έχουν μπροστά τους.

Γιατί χρονοτριβούμε

Σύμφωνα με έρευνα του 2020 σε χίλιους ενηλίκους, περίπου το 84% των ανθρώπων λειτουργούν με αναβλητικότητα κάποια στιγμή στη ζωή τους. Αυτό οφείλεται σε διάφορες σκέψεις και συνήθειες, αλλά κυρίως στο ότι αποφεύγουμε ή μεταθέτουμε εργασίες επειδή δεν πιστεύουμε ότι θα είναι ευχάριστη διαδικασία το να τις φέρουμε σε πέρας και δεν θέλουμε να είμαστε δυστυχισμένοι. Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι ότι φοβόμαστε πως δεν θα τις κάνουμε καλά. Είναι επίσης πιθανό να αναβάλλουμε όταν κάτι μάς φαίνεται πολύπλοκο (π.χ., η υποβολή της φορολογικής μας δήλωσης) ή είμαστε υπερβολικά αφηρημένοι ή κουρασμένοι.

Οι ψυχολογικές ρίζες του φαινομένου

Οι ειδικοί της ψυχικής υγείας έχουν εντοπίσει διάφορους παράγοντες που οδηγούν στην αναβλητικότητα, από τη χαμηλή αυτοπεποίθηση έως το άγχος, την έλλειψη δομής και, απλώς, την αδυναμία να παρακινήσει κάποιος τον εαυτό του να διεκπεραιώσει κάτι δυσάρεστο ή βαρετό. Οι μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι η αυτή η στάση συνδέεται στενά με τη μηρυκαστική σκέψη ή την προσήλωση σε αρνητικά μοτίβα. Ένα άλλο στοιχείο της προσωπικότητας που σχετίζεται με την αναβλητικότητα είναι η τελειομανία καθώς οι άνθρωποι με το εν λόγω χαρακτηριστικό μπορεί να σκέφτονται ότι είναι καλύτερα να μην ασχοληθούν ποτέ με μια εργασία από το να αντιμετωπίσουν την πιθανότητα να μην την κάνουν καλά. Μπορεί ακόμα να ανησυχούν τόσο έντονα για το τι θα σκεφτούν οι άλλοι για αυτούς που διακινδυνεύουν το μέλλον τους για να αποτρέψουν την κρίση. Συχνά, τέλος, οι αναβλητικοί ισχυρίζονται ότι αποδίδουν καλύτερα υπό πίεση. Η έρευνα όμως δείχνει ότι αυτό είναι μια εσφαλμένη αντίληψη και, αντίθετα, μπορεί να είναι συνηθισμένοι στην έντονη εστίαση και προσπάθεια που συνοδεύουν την εργασία της τελευταίας στιγμής αποκρύπτοντας το ότι θα μπορούσαν να επιτύχουν καλύτερα αποτελέσματα με περισσότερο χρόνο και λιγότερο άγχος.

Οι καθυστερήσεις εξυπηρετούν κάποιο σκοπό;

Αν και αυτοκαταστροφικό μοτίβο συμπεριφοράς, μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπηρετούν έναν ψυχολογικό σκοπό, ιδίως για τους ανθρώπους με τάσεις τελειομανίας προστατεύοντάς τους από το φόβο της αποτυχίας, την κρίση των άλλων και την αυτοκαταδίκη. Η αποφυγή της δυσάρεστης εργασίας με την αφιέρωση ενέργειας σε άλλες δραστηριότητες, όπως η οργάνωση του σπιτιού και του αρχείου ή η καθαριότητα, τους βοηθά επίσης να μην έρθουν αντιμέτωποι με το αίσθημα της μη παραγωγικότητας – αν και, κατά κανόνα, πληρώνουν το τίμημα για αυτό αργότερα.

Γιατί είμαστε τόσο σίγουροι ότι θα καταφέρουμε να κάνουμε κάτι αργότερα

Η εκτίμηση του πώς θα νιώσουμε στο μέλλον είναι γνωστή ως «συναισθηματική πρόβλεψη» και οι άνθρωποι τείνουμε να είμαστε αρκετά κακοί σε αυτήν. Για παράδειγμα, μπορεί να αισθανόμαστε άσχημα που δεν γυμναστήκαμε σήμερα, αλλά να ανεβάσουμε τη διάθεσή μας προβλέποντας ότι θα το κάνουμε αύριο. Έτσι, προφυλασσόμαστε από τα αρνητικά συναισθήματα τη δεδομένη στιγμή, δημιουργούμε όμως τον κύκλο που θα τους επιτρέψει να επανέλθουν.

Ποιοι μπορεί να είναι αναβλητικοί

Σύμφωνα με έρευνες, όσοι χρονοτριβούν μπορεί να έχουν διαφορετικές αξίες από εκείνους που δεν το κάνουν. Οι αναβλητικοί αναφέρουν ότι εκτιμούν περισσότερο την προσωπική ευχαρίστηση και λιγότερο την ισχυρή εργασιακή ηθική, ενώ είναι πιο πιθανό να ολοκληρώσουν εργασίες που θεωρούν σημαντικές για τους ίδιους απ’ ό,τι αυτές που τους ανατίθενται. Το γνώρισμα αυτό έχει να κάνει και με την ηλικία – οι έφηβοι κωλυσιεργούν γιατί νιώθουν πως έτσι απορρίπτουν τη γονεϊκή εξουσία. Όμως η αυξημένη ανεξαρτησία και η μειωμένη εποπτεία φέρνουν λιγότερη δομή και περισσότερες ευκαιρίες για απόσπαση της προσοχής.

Το μεγάλο κόστος

Η αναβλητικότητα μπορεί να ανακουφίζει από την πίεση της στιγμής, αλλά έχει μεγάλο συναισθηματικό, σωματικό και πρακτικό τίμημα. Οι μαθητές που αναβάλλουν συστηματικά τη μελέτη τους τείνουν να παίρνουν χαμηλότερους βαθμούς, οι εργαζόμενοι να παράγουν έργο περιορισμένης ποιότητας και, γενικά, οι συνήθεις αναβλητικοί να βιώνουν μειωμένη ευεξία με τη μορφή αϋπνίας ή διαταραχών του ανοσοποιητικού και του γαστρεντερικού συστήματος. Οι σκόπιμες καθυστερήσεις μπορούν επίσης να θέσουν σε κίνδυνο τις προσωπικές και τις επαγγελματικές σχέσεις. Επιπλέον, δεν αποκλείεται να βλάψουν και την υγεία μας, ειδικά αν αναβάλλουμε εξετάσεις, τη διερεύνηση ενός περίεργου συμπτώματος, τη διακοπή κακών συνηθειών και την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής.

Η σχέση με την κατάθλιψη

Η αναβλητικότητα, η αποφυγή και ο μηρυκασμός είναι όλα κοινά συμπτώματα της κατάθλιψης. Τα άτομα με κατάθλιψη μπορεί να δυσκολεύονται να προγραμματίζουν για το μέλλον, αλλά και να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στην ικανότητά τους να ακολουθούν και να υιοθετούν τη σκέψη «ποιο είναι το νόημα». Η θεραπευτική προσέγγιση που είναι γνωστή ως «συμπεριφορική ενεργοποίηση», κατά την οποία κάποιος δρομολογεί ευχάριστες δραστηριότητες που παρέχουν αίσθηση κυριαρχίας ή επίτευξης, μπορεί να συμβάλει στην υποχώρηση ορισμένων από αυτές τις επιπτώσεις.

Πώς θα το ξεπεράσουμε

Όταν χρονοτριβούμε, ο σημερινός εαυτός μας επωφελείται απομακρύνοντας ενοχλητικές εργασίες, αλλά ο μελλοντικός πληρώνει το τίμημα με άγχος ή τιμωρία. Η ανάπτυξη ενσυναίσθησης για το μελλοντικό εαυτό μας όπως θα κάναμε για ένα στενό φίλο μας μπορεί να είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα για τον τερματισμό της συνήθειας επειδή είμαστε λιγότερο πρόθυμοι να φέρουμε ένα δικό μας άνθρωπο σε τόσο μειονεκτική θέση. Μπορούμε να ξεπεράσουμε την αναβλητικότητα, αλλά απαιτούνται προσπάθεια και ψυχική ενέργεια. Μερικές προτεινόμενες λύσεις είναι η τήρηση χρονοδιαγραμμάτων που προβλέπουν περιθώριο για καθυστέρηση –αλλά όχι υπερβολικό–, η ανάδειξη των καθημερινών ευθυνών σε προσωπική πρόκληση, το σπάσιμο των μεγάλων εργασιών σε μικρότερα και πιο εφικτά στη διαχείριση κομμάτια και ο περιορισμός της πρόσβασης στις διαδικτυακές ειδήσεις και στα social media για το διάστημα που δουλεύουμε.

Ευχαριστούμε τη δρα Ναταλία Κουτρούλη, ψυχολόγο με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, για τη συνεργασία.