Πριν από λίγα χρόνια, κατά την περίοδο της πανδημίας παρατηρήθηκε πως οι γυναίκες ήταν οι πρώτες που έχασαν θέσεις εργασίας και ανέλαβαν το βάρος της φροντίδας του σπιτιού. Σήμερα, η συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας έχει εκτοξευθεί σε ιστορικά επίπεδα, μια θεαματική ανάκαμψη σε σχέση με τα χρόνια της ύφεσης. Όμως, πίσω από τους εντυπωσιακούς αριθμούς κρύβεται ένα άλλο φαινόμενο: το εκπαιδευτικό χάσμα.
Σύμφωνα με αμερικανική μελέτη, οι γυναίκες με πανεπιστημιακό τίτλο επωφελούνται από μεγαλύτερη ευελιξία και καλύτερα προνόμια στις δουλειές τους, ενώ όσες δεν έχουν σπουδάσει βλέπουν τις ευκαιρίες τους να συρρικνώνονται.
Το προβάδισμα των πτυχιούχων
Το 2024, οι γυναίκες με πανεπιστημιακή μόρφωση είχαν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να εργάζονται σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης σε σχέση με παλιότερα, ιδιαίτερα στην ηλικιακή ομάδα 25–44 ετών. Το ποσοστό τους αυξήθηκε κατά εννέα μονάδες από το 2004, καθώς λιγότερες πια επιλέγουν τη μερική απασχόληση ή μένουν εκτός αγοράς.
Αντίθετα, η εικόνα για τις γυναίκες χωρίς πτυχίο παραμένει σχεδόν αμετάβλητη: μέσα σε δύο δεκαετίες, η αύξηση της πλήρους απασχόλησης δεν ξεπέρασε το ένα ποσοστιαίο σημείο, ενώ περισσότερες απομακρύνθηκαν από την εργασία συνολικά.
Η ανισότητα της μητρότητας
Την πιο μεγάλη άνοδο καταγράφουν οι μητέρες με πανεπιστημιακές σπουδές. Μέσα σε είκοσι χρόνια, το ποσοστό τους στην πλήρη απασχόληση αυξήθηκε από 57% σε 68%, δηλαδή κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες. Αντίθετα, οι μητέρες χωρίς πτυχίο παρέμειναν σχεδόν στάσιμες, με αύξηση μόλις 0,1%. Σήμερα, επτά στις δέκα μητέρες με πτυχίο εργάζονται κανονικά με πλήρες ωράριο, ενώ στις μητέρες χωρίς ανώτερη εκπαίδευση το ποσοστό δεν ξεπερνά το 50%.
Η διαφορά οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις συνθήκες εργασίας: οι γυναίκες πτυχιούχοι έχουν πρόσβαση σε πιο ευέλικτα ωράρια και στη δυνατότητα τηλεργασίας, κάτι που τους επιτρέπει να συνδυάζουν καριέρα και οικογένεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι το μερίδιο των πτυχιούχων που δήλωναν οικογενειακούς λόγους για να μη δουλεύουν πλήρως μειώθηκε από 41% το 2004 σε 30% το 2024. Στις γυναίκες χωρίς πτυχίο, αντίθετα, το αντίστοιχο ποσοστό αυξήθηκε.
Παρά την πρόοδο αυτή, οι γυναίκες συνολικά εξακολουθούν να αναφέρουν πολύ πιο συχνά από τους άνδρες οικογενειακές υποχρεώσεις ως εμπόδιο στην πλήρη απασχόληση. Μόνο το 10% των ανδρών —ανεξαρτήτως σπουδών— επικαλείται τέτοιο λόγο, έναντι τριπλάσιου ποσοστού γυναικών.
Παροχές και εργασιακή ευελιξία
Οι γυναίκες με πτυχίο έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε θέσεις που προσφέρουν ουσιαστικά προνόμια, όπως πληρωμένη άδεια οικογενειακής φροντίδας, διευκολύνοντας τη φροντίδα παιδιών ή ηλικιωμένων χωρίς να διακινδυνεύουν την εργασία τους. Σήμερα, το 50% εργάζεται σε εταιρείες που παρέχουν τέτοιες άδειες, έναντι μόλις 38% των γυναικών χωρίς πτυχίο. Παράλληλα, εμφανίζονται πιο συχνά ενταγμένες σε συνδικάτα — 3,9 εκατομμύρια γυναίκες με πτυχίο σε σχέση με 2,6 εκατομμύρια μη πτυχιούχους.
Αντίθετα, οι γυναίκες χωρίς ανώτατη εκπαίδευση απασχολούνται κυρίως σε κλάδους όπως το λιανεμπόριο ή η εστίαση. Οι θέσεις αυτές χαρακτηρίζονται από χαμηλούς μισθούς, εναλλασσόμενα ωράρια και περιορισμένα περιθώρια ευελιξίας. Πολλές μητέρες αναγκάζονται να βρουν φύλαξη παιδιών σε ώρες που τα παιδικά κέντρα είναι κλειστά — συχνά Σαββατοκύριακα ή αργά το βράδυ. Με τους χαμηλούς μισθούς, η πρόσβαση σε οργανωμένες δομές παιδικής φροντίδας είναι δύσκολη, με αποτέλεσμα να στηρίζονται σε άτυπα δίκτυα (φίλους, συγγενείς), τα οποία όμως δεν είναι πάντα σταθερά και συχνά οδηγούν τις γυναίκες εκτός εργασίας.
Η τηλεργασία, που εξαπλώθηκε μετά την πανδημία, έχει αποδειχθεί πολύτιμο εργαλείο ισορροπίας ανάμεσα σε καριέρα και οικογένεια. Όμως το όφελος αφορά κυρίως τα επαγγέλματα γραφείου: μόλις το 6% των εργαζομένων στον τομέα υπηρεσιών δούλεψε εξ αποστάσεως τον τελευταίο μήνα, έναντι 38% των διοικητικών και επαγγελματιών.
Γιατί έχει σημασία
Τα τελευταία είκοσι χρόνια, οι γυναίκες με πανεπιστημιακό τίτλο σπουδών έχουν καταφέρει να ενισχύσουν αισθητά τη θέση τους στην αγορά εργασίας, ενώ οι γυναίκες χωρίς σπουδές παραμένουν εργασιακά στάσιμες. Παρότι οι οικογενειακές υποχρεώσεις βαραίνουν όλες, οι γυναίκες με τίτλο σπουδών έχουν στη διάθεσή τους περισσότερες δυνατότητες και υποστηρικτικούς μηχανισμούς για να ανταπεξέλθουν.
Η ανάδειξη του εκπαιδευτικού χάσματος είναι καίριας σημασίας για τη χάραξη πολιτικών που θα στηρίζουν ουσιαστικά τις εργαζόμενες οικογένειες, τονίζει η έρευνα. Η εξασφάλιση παροχών, αλλά και οι πιο ευέλικτες συνθήκες απασχόλησης αποτελούν αναγκαία βήματα ώστε όλες οι γυναίκες — ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου — να έχουν πραγματική πρόσβαση σε ίσες ευκαιρίες.