Το κάπνισμα επηρεάζει 323 γονίδια του ανθρώπινου οργανισμού σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση «BMC Medical Genomics». Αυτή η ευρεία επίδραση διαφοροποιεί κατά πολύ τον έναν καπνιστή από τον άλλο στο ζήτημα της διακοπής της συγκεκριμένης συνήθειας. Τα γονίδια που επηρεάζονται συνδέονται με πολλές λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού: από τις αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος μέχρι την ανανέωση των κυττάρων του.

Αυτά τα γονίδια δεν επηρεάζονται εξίσου σε όλους τους καπνιστές, αλλά στους περισσότερους. Έτσι ο οργανισμός τους διαφοροποιείται σε λειτουργίες (π.χ. σε παραγωγή ενζύμων για το μεταβολισμό) και αποκτά ένα προφίλ πολύ διαφορετικό από εκείνο που θα είχε αν το άτομο αυτό δεν κάπνιζε. Η επί χρόνια διαφοροποίηση του οργανισμού σημαίνει παράλληλα ότι όταν ο καπνιστής σταματά το τσιγάρο, περνά μια γενικότερη φάση αναπροσαρμογής και όσο πιο προετοιμασμένος είναι γι’ αυτήν, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να πετύχει τη διακοπή.

Αυτό ίσως ερμηνεύει και το γιατί από όσους προσπαθούν να κόψουν το τσιγάρο χρησιμοποιώντας ακόμα αι διαδερμικά επιθέματα –άρα τους σχετικά αποφασισμένους-, τα καταφέρνει μόνον το 25%. Ερευνητικές ομάδες μάλιστα προσπαθούν να συνδέσουν την αποτελεσματικότητα των επιθεμάτων νικοτίνης με συγκεκριμένα γονίδια, ώστε με μια σχετικά απλή εξέταση να ξέρουμε στο μέλλον κατά πόσον το επίθεμα θα αποδώσει στην περίπτωσή μας ή αν εμείς πρέπει να το κόψουμε με άλλο τρόπο.