Νεότερη έρευνα δείχνει ότι αρκετά από τα παιδιά με υπερκινητικότητα αντιδρούν πολύ θετικά όταν αλλάζει το διαιτολόγιό τους και αυτό γίνεται πιο ατομικό προσαρμοζόμενο στις προσωπικές τους ανάγκες και αποκλείοντας συγκεκριμένα τρόφιμα.

Η δίαιτα που συνιστούν οι ειδικοί για τα παιδιά με διαταραχή υπερκινητικότητας και ελλειμματικής προσοχής, όμως, μπορεί να βοηθήσει και ενηλίκους που έχουν πρόβλημα στο να συγκεντρωθούν ή έχουν ήπιο πρόβλημα υπερκινητικότητας και οι ίδιοι. Ο λόγος που η ειδική δίαιτα ίσως βοηθά τα παιδιά με τέτοιες διαταραχές (και πιθανόν τους ενηλίκους με συγγενή προβλήματα) είναι ότι η υπερκινητικότητα και η πολυδιάσπαση της προσοχής σχετίζεται πιθανόν (άγνωστο με ποιον ακριβώς μηχανισμό) με μια σειρά από τροφικές αλλεργίες ή δυσανεξίες.

Εντούτοις αυτό -τονίζουν άλλοι ειδικοί- δεν είναι διόλου βέβαιο. Η έρευνα αυτή αφορούσε μόλις 100 παιδιά και βελτίωση παρουσίασαν μόνο τα μισά. Μπορεί, λοιπόν, κάποιος να μπει σε τεράστια έξοδα αναζητώντας με διάφορα τεστ να εντοπίσει ποια τρόφιμα πυροδοτούν το πρόβλημά του, να βρει όντως μερικά φαγητά στα οποία είναι αλλεργικός ή δυσανεκτικός και όμως αλλάζοντας τη διατροφή του να μη δει καμία ουσιαστική βελτίωση στα συμπτώματά του – την υπερικινητικότητα ή τη διάσπαση της προσοχής ή την παρορμητικότητα.

Η συγκεκριμένη έρευνα στην οποία αναφερόμαστε κατέληξε σε μια «ειδική δίαιτα» αποκλείοντας το ένα τρόφιμο μετά το άλλο και εστιάστηκε σε παιδιά ηλικίας 4 έως 8 ετών τα οποία εξέτασε ένα προς ένα, κάνοντας καθημερινά πειράματα με τη διατροφή τους. Σε όσα παιδάκια δόθηκε το διαιτολόγιο των ειδικών (εκείνο δηλαδή που απέκλειε ορισμένες ομάδες τροφίμων) έγιναν και επιπλέον εξετάσεις. Όταν διαπιστώθηκε στη πορεία ότι ακόμα και η προσεγμένη δίαιτα προκαλούσε σε μερικά από αυτά αλλεργικές αντιδράσεις ή γενικά αντιδράσεις του ανοσοποιητικού (και μάλιστα σε 270 διαφορετικά τρόφιμα!), οι ειδικοί «έκοψαν» τότε και άλλες ομάδες τροφίμων, αφαιρώντας τελικά οτιδήποτε προκαλούσε και την παραμικρή ανοσολογική αντίδραση στα παιδιά. Στη συνέχεια, τα παρακολούθησαν επί 4 μήνες.

Όπως αναφέρουν οι ίδιοι οι ερευνητές στην ειδική ιατρική επιθεώρηση «The Lancet», όσα παιδιά ακολούθησαν συστηματικά το ατομικό και προσεγμένο διαιτολόγιο παρουσίασαν ιδιαίτερα σημαντική βελτίωση σε όλα τα συμπτώματα της διαταραχής τους και, συγκεκριμένα, εστίαζαν πιο εύκολα την προσοχή τους και είχαν μικρότερης έντασης υπερκινητικότητα και παρορμητική συμπεριφορά.

Το πρόβλημα είναι ότι κάθε παιδί μπορεί να αντιδρά αρνητικά σε διαφορετικό τρόφιμο και, όπως επισημαίνουν οι αμερικανοί ειδικοί, στο πρόβλημα το κόστος των εξετάσεων για να διαπιστωθεί πόσο ευαίσθητο είναι ένα παιδί σε κάθε τρόφιμο χωριστά είναι πολύ υψηλό. Επιπλέον, στα μισά παιδιά η «μη αλλεργιογόνος δίαιτα» δεν επέφερε καμία αλλαγή συμπεριφοράς, γεγονός που σημαίνει ότι μπορεί κάποιος να μπει σε τεράστια έξοδα αναζητώντας τα τρόφιμα που υποτίθεται ότι επιδεινώνουν την κατάσταση του ίδιου ή του παιδιού του και όμως τελικά αυτή η γνώση (των τροφίμων) να μη συμβάλει διόλου στη θεραπεία του προβλήματος.

Επίσης, σχεδόν τα μισά από τα παιδιά που είχαν εξαρχής περιληφθεί στο πρόγραμμα διατροφής πειραματικά, δεν έμειναν στο πρόγραμμα μέχρι τέλους. Οι ανοσολογικές τους αντιδράσεις, δηλαδή, ήταν τόσο πολλές και σε τόσο πολλά τρόφιμα, που από το τεστ πέρασαν ελάχιστα φαγητά και οι γονείς διαφώνησαν με τόσο φτωχά διαιτολόγια. Όταν αποσύρθηκαν και αυτά τα παιδιά, ουσιαστικά στο πρόγραμμα έμειναν ελάχιστα και αυτό το γεγονός από μόνο του αποδυναμώνει τα συμπεράσματα της έρευνας.

Οι αμερικανοί ειδικοί θεωρούν την έρευνα σε γενικές γραμμές πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά συνιστούν στους ενδιαφερομένους να μην μπουν στον κόπο και σε τεράστια έξοδα για να εντοπίσουν τυχόν αλλεργιογόνα τρόφιμα, αφού μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάποια εμπεριστατωμένη μεγάλη έρευνα που να αποδεικνύει ότι τυχόν αλλαγή στο διαιτολόγιό τους θα επιφέρει βελτίωση των συμπτωμάτων τους όσον αφορά την υπερκινητικότητα και την διάσπαση της προσοχής.