Είναι γνωστό ότι η παχυσαρκία και το αυξημένο ποσοστό λίπους στο σώμα αποτελούν παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2.

Σύμφωνα, όμως, με τα συμπεράσματα έρευνας του Beth Israel Deaconess Medical Center είναι πιθανό να αλλάξει η διαδεδομένη άποψη που έχουμε για το λίπος στο σώμα και την υγεία. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ένα γονίδιο που βρίσκεται στα λιπώδη κύτταρα μπορεί να θωρακίσει τον οργανισμό κατά του διαβήτη.

Την τελευταία δεκαετία πολλές ομάδες ερευνητών έχουν δείξει ότι τα λιπώδη κύτταρα του οργανισμού παίζουν σημαντικό και ωφέλιμο ρόλο στον έλεγχο των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα, καθώς και της ινσουλίνης. Για να επιτελέσουν το έργο τους τα λιπώδη κύτταρα «χρειάζονται» μια μικρή δόση σακχάρων που περιέχεται στα τρόφιμα. Η παχυσαρκία από την άλλη μεριά μπορεί να παρεμποδίσει το έργο αυτό των λιπωδών κυττάρων. Σύμφωνα με τους ειδικούς συχνά μειώνει τα μόρια μεταφοράς σακχάρου στα λιπώδη κύτταρα, παρεμποδίζοντας την είσοδο της γλυκόζης (σακχάρου) σε αυτά. Το αποτέλεσμα είναι ότι προκαλείται αντίσταση στην ινσουλίνη και αυξάνεται το σάκχαρο στο αίμα γεγονός που οδηγεί στο διαβήτη τύπου 2.

Η ομάδα των αμερικανών ερευνητών ανακάλυψε μια παραλλαγή ενός γονιδίου – του ChREBP- beta (carbohydrate –responsive – element – binding protein – beta) – τα αυξημένα επίπεδα του οποίου λειτουργούν ως «μεταφορέας γλυκόζης» στα λιπώδη κύτταρα των παχύσαρκων ποντικιών, δρώντας προστατευτικά όσον αφορά την εκδήλωση διαβήτη. Με απλά λόγια θεωρείται ότι βρήκαν ένα τρόπο να ενεργοποιήσουν και πάλι την ωφέλιμη δραστηριότητα των λιπωδών κυττάρων όσον αφορά την απορρόφηση του σακχάρου και τη ρύθμιση των επιπέδων του στο αίμα. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι τα συμπεράσματά της έρευνάς τους μπορεί να οδηγήσουν σε νέες θεραπευτικές στρατηγικές για την πρόληψη και τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2.