Όλοι γνωρίζουμε τι είναι οι κανόνες, στη γραμματική, τη φυσική, ακόμα και την «καλή συμπεριφορά». Τι εννοούμε, όμως, όταν μιλάμε για κανόνες στην ψυχολογία; Σύμφωνα με τη θεωρία της γνωσιακής θεραπείας, της οποίας εμπνευστής υπήρξε ο Άαρον Μπεκ (Aaron T. Beck), κανόνας είναι οποιαδήποτε πρόταση ξεκινάει με το «πρέπει» ή το «δεν πρέπει» και κατά κάποιον τρόπο «ελέγχει» τις σκέψεις, τις επιλογές και τις πράξεις μας. Αυτοί οι κανόνες μας έχουν μία απολυτότητα και μία γενικευμένη διάσταση και ο καθένας μας τείνει να θεωρεί ότι το κόστος από τη μη τήρησή τους θα είναι τραγικό. Η υπερβολή αυτή στη σημασία που τους αποδίδουμε, καθώς και η βεβαιότητά μας για τις καταστροφικές συνέπειες αν δεν τους ακολουθήσουμε, είναι που δημιουργούν και το μεγαλύτερο πρόβλημα. Εδώ έρχεται να μας βοηθήσει η ψυχοθεραπεία, προτείνοντάς μας να ψάξουμε ποιοι από αυτούς, αντί να μας βοηθούν, δημιουργούν πρόβλημα στη ζωή μας και να προσπαθήσουμε να τους αλλάξουμε. Φυσικά, δεν πρόκειται για μία τόσο εύκολη διαδικασία, αφού όσο πιο απόλυτοι και πιο στρεβλοί είναι τόσο πιο δύσκολα αλλάζουν.

Πώς θα τα καταφέρουμε
Για να μπορέσουμε να απαλλαγούμε από τους κανόνες που μπαίνουν εμπόδιο στη ζωή μας, θα πρέπει να δουλέψουμε πολύ και σε βάθος με τον εαυτό μας, επειδή όμως συχνά αυτό είναι δύσκολο να το καταφέρουμε μόνοι μας, ίσως χρειαστούμε τη συνδρομή ενός ειδικού. Κατ’ αρχάς, χρειάζεται να τους αναγνωρίσουμε. Έπειτα, να ψάξουμε από πού πηγάζει ο καθένας, πώς έχει προκύψει, ποια βιώματά μας και ποιες άλλες πεποιθήσεις μας έπαιξαν ρόλο στη δημιουργία του, ώστε να αναγνωρίσουμε ότι δεν πρόκειται για μία πανανθρώπινη πεποίθηση, αλλά για κάτι που εμείς έχουμε υιοθετήσει λόγω της ιδιοσυγκρασίας μας και των βιωμάτων μας. Έτσι, θα συνειδητοποιήσουμε ότι αυτοί οι κανόνες δεν είναι βέβαιο ότι πηγάζουν από αληθινά γεγονότα και ότι είναι πιθανό να πρόκειται για αυθαίρετα συμπεράσματα. Στη συνέχεια, θα πρέπει να αναλογιστούμε κατά πόσον είναι πιθανό να ισχύει το ότι θα προκύψουν όλες αυτές οι συνέπειες και τα καταστροφικά σενάρια που φανταζόμαστε, αν δεν τον τηρήσουμε ή τον παραβούμε. Τέλος, χρειάζεται να αρχίσουμε να επιλέγουμε μικρές, ασήμαντες στην αρχή, περιστάσεις όπου δεν θα ακολουθούμε τον κανόνα, ώστε να παρατηρήσουμε τις συνέπειες, που βέβαια δεν πρόκειται να είναι τραγικές. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι να μη φτάσουμε στο αντίθετο άκρο αντί να βρούμε την ισορροπία.

Μερικά παραδείγματα

Ο κανόνας
«Πρέπει πάντα να συμβουλεύομαι τους άλλους πριν πάρω μία απόφαση»

Αυτός ο κανόνας σίγουρα πηγάζει και από άλλες πεποιθήσεις που έχω. Για παράδειγμα, μπορεί να πιστεύω ότι δεν είμαι ικανός να πάρω αποφάσεις μόνος μου ή να έχω κάποιο βίωμα που λέει ότι κάποια φορά που πήγα να αποφασίσω μόνος μου -χωρίς να πάρω τη γνώμη των άλλων- είχα αρνητικό αποτέλεσμα. Πρέπει να αναλογιστώ, λοιπόν, κατά πόσον ισχύει αυτό που έχω στο μυαλό μου. Μήπως μόνο μία φορά που δεν ζήτησα συμβουλή έγινε κάτι κακό και δεν πρέπει να γενικεύω; Έχω δοκιμάσει να σταθώ στα πόδια μου και να αποφασίζω για εμένα χωρίς τη γνώμη των άλλων; Το επόμενο βήμα είναι να αρχίσω να δοκιμάζω. Για παράδειγμα, να πάρω μία μικρή απόφαση για κάτι όχι τόσο σημαντικό, να δω τι θα γίνει (που λογικά θα είναι ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα) και να συνειδητοποιήσω ότι μπορώ να τα καταφέρω.
Το τελευταίο βήμα θα είναι να κάνω μία προβολή στο μέλλον. Δηλαδή να πω: Τι θα συμβεί αν δεν πάρω τη γνώμη δέκα άλλων ανθρώπων πριν πάρω την απόφασή μου; Στη συνέχεια θα κατανοήσω ότι σκέφτομαι λανθασμένα και θα αποδομήσω τον τρόπο σκέψης μου. Πρέπει όμως να προσέξω να μη φτάσω στο αντίθετο άκρο και δεν ζητάω ποτέ τη γνώμη κανενός για τίποτε. Και αυτός είναι ένας άλλος, ακραίος, δυσλειτουργικός κανόνας, αλλά από την αντίθετη πλευρά.

Ο κανόνας
«Πρέπει πάντα να σκέφτομαι θετικά»

Πιθανώς να έχω δημιουργήσει αυτόν τον κανόνα επειδή βρίσκομαι εγκλωβισμένος σε ένα περιβάλλον όπου όλοι προσπαθούν να σκέφτονται θετικά ή μπορεί να βασίζομαι σε μία παράλογη σκέψη, όπως ότι μόνο αν σκέφτομαι θετικά θα συμβαίνουν θετικά πράγματα. Σε αυτήν την περίπτωση, κάπου έχει χαθεί το μέτρο. Η απάντηση σε αυτόν τον κανόνα είναι να σκέφτομαι πάντα ρεαλιστικά και με έναν βαθμό αισιοδοξίας, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά στοιχεία.

Ο κανόνας
«Πρέπει συνέχεια να δοκιμάζω καινούργια πράγματα»

Γιατί το πιστεύω αυτό; Επειδή φοβάμαι ότι θα βαρεθώ; Επειδή νιώθω ότι γερνάω; Τι θέλω να καλύψω; Ο κίνδυνος εδώ είναι να φτάσω στο άλλο άκρο ή έτσι να θεωρώ ότι πρέπει να κάνω και να ακολουθώ ένα αυστηρό πρόγραμμα ρουτίνας. Αυτό που πρέπει να προσπαθήσω είναι να δοκιμάζω καινούργια πράγματα με μέτρο, όταν το επιθυμώ, χωρίς φόβο, αλλά ούτε και υπερβολή ή ψυχαναγκασμό. Σε αυτόν τον κανόνα είναι προφανές ότι και ο αντίθετος κανόνας, δηλαδή το «Δεν πρέπει να δοκιμάζω καινούργια πράγματα», κρύβει δυσλειτουργία, πιθανώς κάποιο μεγάλο φόβο, και χρειάζεται να ψάξουμε να δούμε γιατί φοβόμαστε και τι κρύβεται από πίσω.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΝ κ. ΝΑΤΑΛΙΑ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ, MSc, ψυχολόγο υγείας, με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.