Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Φλόριντα μελέτησαν την επίδραση που θα είχε στην ποιότητα της διατροφής σε 28 ζεύγη γονέων – παιδιών η προσθήκη αμυγδάλων. Από τους γονείς ζητήθηκε να τρώνε 43γρ αμύγδαλα κάθε ημέρα και από τα παιδιά 14γρ αμύγδαλα ή την αντίστοιχη ποσότητα βουτύρου αμυγδάλου.
Στην αρχή της περιόδου των 14 εβδομάδων της έρευνας ο μέσος όρος του σκορ Υγιεινής Διατροφής των γονέων ήταν 53,7 (+- 1,8) και των παιδιών ήταν 53,7 (+- 2,6). Το εν λόγω σκορ αποτελεί δείκτη αξιολόγησης της ποιότητας της διατροφής και όταν είναι κάτω από 51 είναι ενδεικτικό κακής διατροφής, μεταξύ 51-80 αντανακλά την ανάγκη βελτίωσης της διατροφής και όταν είναι υψηλότερο από 80 είναι ενδεικτικό της καλής διατροφής.
Μετά την προσθήκη των αμυγδάλων στη διατροφή το σκορ τόσο των γονιών όσο και των παιδιών αυξήθηκε με το μέσο όρο να φτάνει το 61,4 (+- 1,4) για τους γονείς και το 61,4 (+-2,2) για τα παιδιά.
Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι στη διατροφή των συμμετεχόντων αυξήθηκε η συνολική πρόσληψη πρωτεϊνών και μειώθηκε εκείνη των «κενών» θερμίδων.
Επίσης εκτιμούν ότι οι γονείς και τα παιδιά αντικαθιστούσαν αλμυρά και επεξεργασμένα σνακ με αμύγδαλα και σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνάς τους η προσθήκη ολόκληρων τροφίμων στη διατροφή μπορεί να αποτελέσει έναν εφικτό τρόπο να βελτιωθεί συνολικά η ποιότητα της διατροφής.
Τα ευρήματα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση Journal of Nutrition Research.