Με την πρωτοφανή πανδημία της covid-19 να διαρκεί για παραπάνω από δύο χρόνια, οι περισσότεροι έχουν εκτεθεί στον κορωνοϊό τουλάχιστον μία φορά μέσω στενής επαφής. Η στενή επαφή με κάποιον που έχει covid-19 ή που αργότερα βγαίνει θετικός στον κορωνοϊό, είναι ένας βασικός δείκτης ότι πρέπει να κάνετε τεστ για τον ιό.

Ποιοι πρέπει να κάνουν τεστ για covid

Σύμφωνα με τα πρότυπα του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), ως «στενή επαφή» ορίζεται:

  • Το να βρεθείτε σε απόφαση μικρότερη των δύο μέτρων από ένα άτομο που έχει μολυνθεί από τον κορωνοϊό.
  • Το να βρίσκεστε κοντά στο άτομο που νοσεί από δεκαπέντε λεπτά έως και 24 ώρες.

«Για να θεωρηθεί ότι έχετε έρθει σε στενή επαφή με ένα κρούσμα,  γενικά πρέπει να έχετε περάσει τουλάχιστον 15 λεπτά του χρόνου σε κοντινή απόσταση, ενώ το άλλο άτομο ήταν άρρωστο ή δύο μέρες προτού αρρωστήσει» αναφέρει επίκουρος καθηγητής στο τμήμα μολυσματικών ασθενειών της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Έμορι.

Πότε πρέπει να το κάνετε

Ο καλύτερος χρόνος για να κάνετε τεστ —και να βεβαιωθείτε ότι θα λάβετε ένα ακριβές αποτέλεσμα— είναι περίπου πέντε ημέρες μετά την έκθεσή σας στον ιό ή όταν αρχίσετε να εμφανίζετε συμπτώματα για πρώτη φορά, εξηγούν οι ειδικοί.

«Εάν επωάζετε τον ιό, μπορεί να έχετε ένα ψευδώς αρνητικό τεστ εάν κάνετε το τεστ πολύ νωρίς», προειδοποιούν. «Αν δεν έχετε αναπτύξει συμπτώματα, το τεστ γύρω στην πέμπτη ημέρα μετά την έκθεση είναι ιδανικό για όσο το δυνατόν πιο ασφαλές αποτέλεσμα».

Αν και οι οδηγίες σχετικά με τα τεστ δεν έχουν μεταβληθεί πολύ κατά την διάρκεια της πανδημίας, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο συμπεριφέρεται η παραλλαγή Όμικρον, υπάρχουν μερικά πράγματα που πρέπει να προσέξουμε. Με άλλα στελέχη του κορωνοϊού, ήταν πιο συνηθισμένο για ένα άτομο να βγαίνει θετικό τη στιγμή που ανέπτυξε συμπτώματα.

Γιατί η Όμικρον «μπερδεύει» τα τεστ

Αλλά με τις νεότερες υποπαραλλαγές της Όμικρον, τα συμπτώματα ξεκινούν πολύ νωρίτερα μετά την έκθεση – η περίοδος επώασης είναι συνήθως τρεις έως τέσσερις ημέρες – μερικές φορές ακόμη και πριν από ένα θετικό τεστ. «Βλέπουμε πολύ καθυστερημένη θετικότητα με τα τεστ» αναφέρει χαρακτηριστικά αναπληρώτρια καθηγήτρια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μινεσότα.

«Τα άτομα μπορεί να έχουν συμπτώματα για μία έως τρεις ημέρες με αρνητικά τεστ και μετά από κάποιες μέρες το τεστ τελικά να βγει θετικό. Αυτό είναι κάτι που δεν συνέβαινε με τις άλλες υποπαραλλαγές» συμπληρώνει.

Η καθυστερημένη θετικότητα σημαίνει ότι είναι πιο δύσκολο να εμπιστευθούμε πλήρως ένα αρνητικό αποτέλεσμα, ειδικά κατά τις πρώτες μέρες, επισημαίνουν οι ειδικοί. Δεν σαφές που οφείλεται αυτό το φαινόμενο, οι ερευνητές ωστόσο έχουν ορισμένες θεωρίες.

Μια εικασία, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι ότι οι υποπαραλλαγές της Όμικρον μπορεί να αναπαράγονται περισσότερο στο λαιμό, επομένως μπορεί να μην αρκετό υλικό για να ανιχνευθεί από τον ρινικό στυλεό. Μια άλλη πιθανότητα, προσθέτουν, είναι ότι επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν κάποιο επίπεδο ανοσίας από προηγούμενη μόλυνση ή εμβόλιο, αυτά τα πρώιμα συμπτώματα μπορεί απλώς να πρόκειται για το ανοσοποιητικό που κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να καταπολεμήσει τον ιό.

Όποιος κι αν είναι ο λόγος, «αν έχετε ένα αρνητικό τεστ και είχατε πρόσφατη στενή επαφή με κρούσμα και ειδικά αν έχετε συμπτώματα, η καλύτερη επιλογή είναι να παραμείνετε σε καραντίνα και να επαναλάβετε το τεστ μετά από κάποιες μέρες» λένε οι ειδικοί.

Πρακτικές οδηγίες SOS

Ο γενικός εμπειρικός κανόνας είναι να κάνουν όλοι το τεστ πέντε ημέρες μετά την έκθεση, αλλά για τα άτομα που δεν έχουν εμβολιαστεί, θα πρέπει να παραμείνουν σπίτι και να βρίσκονται σε καραντίνα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, σύμφωνα με τις οδηγίες του CDC.

Ακόμα κι αν το τεστ είναι αρνητικό και δεν έχετε συμπτώματα μετά από πέντε ημέρες, συνιστάται η χρήση μάσκας και να παρακολουθείτε τα συμπτώματά σας. Και εάν τα συμπτώματα εμφανιστούν κατά τη διάρκεια αυτών των 10 ημερών, είναι καλύτερο να επαναλάβετε το τεστ.

«Όσο περισσότερο επαναλαμβάνετε ένα τεστ και λαμβάνετε το ίδιο αποτέλεσμα, τόσο πιο σίγουροι μπορείτε να είστε ότι αυτό ήταν το αληθές» μας λένε οι ειδικοί, τονίζοντας και πάλι το ζήτημα της καθυστερημένης θετικότητας.