Υπάρχουν φορές που έχουμε αναρωτηθεί τι θα γινόταν, αν όλα είχαν γίνει… αλλιώς. Πώς θα ήμασταν ψυχολογικά και τι θα είχαμε πετύχει στη ζωή μας, αν είχαμε γεννηθεί σε μία πιο τρυφερή ή σε μία πιο πλούσια οικογένεια. Τι θα είχε συμβεί αν είχαμε παντρευτεί με τον παιδικό μας έρωτα. Ποιος ξέρει; Έρευνα δείχνει πως τέτοιες σκέψεις μπορεί να μας οδηγήσουν ακόμη και στην κατάθλιψη.

Συχνά, προσπαθώντας να καθησυχάσουμε τον εαυτό μας, μετά από μία απογοήτευση ή μία αποτυχία, δημιουργούμε εναλλακτικές εκδοχές του παρελθόντος, όπου όλα είχαν πάει κάπως καλύτερα, δημιουργώντας έτσι στο μυαλό μας μία «παράλληλη ζωή», πιο λαμπερή και πιο επιτυχημένη.

Αυτό όμως δεν είναι και δεν θα μπορούσε να είναι κάτι αληθινό. Νομίζοντας ότι έχουμε την ικανότητα να αλλάξουμε το παρελθόν, έστω και νοερά, πιστεύουμε ότι έστω και για λίγο έχουμε τον έλεγχο. Και μπαίνουμε στη διαδικασία να το κάνουμε, γιατί τα συναισθήματά μας είναι σε κρίσιμο σημείο.

Το συναισθηματικό κόστος αυτής της νοερής αναδόμησης μπορεί να φαίνεται μικρό εκείνη τη στιγμή, αλλά σωρεύεται σημαντικά με τον καιρό. Ερευνητές αναφέρουν ότι αυτού του είδους η σκέψη έχει συνδεθεί με δυσκολίες στην αντιμετώπιση ατυχών γεγονότων, κρίσεις για την ευθύνη, συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους, αισθήματα μετάνοιας, προλήψεις, υπερεκτίμηση της προβλεψιμότητας του παρελθόντος και λανθασμένες προσδοκίες για το μέλλον.

Ακολουθούν οι ψυχολογικές παγίδες, στις οποίες μπορεί να σας οδηγήσει το «φαινόμενο της παράλληλης ζωής», συχνά χωρίς να το αντιληφθείτε.

Οδηγεί σε «παράλυση»και συνδέεται με κατάθλιψη, δείχνει έρευνα

Η σκέψη του «τι θα μπορούσε να είχε συμβεί» συνδέεται με την τάση να φανταζόμαστε πως η ζωή θα ήταν καλύτερη, αν είχαμε πάρει διαφορετικές αποφάσεις. Αν και αυτός ο τρόπος σκέψης μπορεί να είναι χρήσιμος σε κάποιες περιπτώσεις, η υπερβολική εμμονή σε αυτόν μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες.

Είναι δυνατόν να μας κάνει να μην έχουμε αυτοπεποίθηση στο μέλλον ή να μας κάνει περισσότερο αναποφάσιστους, καθώς μπορεί να φοβόμαστε ότι κάθε μας απόφαση θα έχει αρνητική έκβαση.

Σύμφωνα με σχετική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Clinical Psychology Review, φάνηκε να υπάρχει σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στην τάση να φανταζόμαστε πώς θα ήταν η ζωή μας αλλιώς και στα συμπτώματα κατάθλιψης.

Στην εν λόγω έρευνα, σε δείγμα άνω των 13.000 ατόμων, διαπιστώθηκε ότι όσο περισσότερο κάποιος αναθεωρούσε νοητικά το παρελθόν του, τόσο πιο πιθανό ήταν να βιώνει τύψεις, αυτοκατηγορία και συναισθηματική πίεση.

Η μετάνοια μπορεί να είναι χρήσιμη όταν οδηγεί σε επίγνωση, όμως, όταν γίνεται χρόνιο φαινόμενο και καταλήγει σε εμμονή, μας παγιδεύει στο παρελθόν και μας στερεί την ενέργεια που χρειαζόμαστε για να προχωρήσουμε στο παρόν.

Τι μπορείτε να κάνετε, αντί γι’ αυτό:

  • Ξαναγράψτε τον εσωτερικό σας διάλογο. Αντί για το «τι θα γινόταν αν είχα…», πείτε «τι μπορώ να κάνω τώρα;»
  • Αναζητήστε το μάθημα, όχι την ενοχή. Ρωτήστε «ποια προσωπική αξία ή στόχο μου, ανέδειξε αυτή η μετάνοια;»
  • Χρησιμοποίηστε την επίγνωση ως κίνητρο, όχι ως τιμωρία. Αυτό όχι μόνο μειώνει το συναισθηματικό βάρος, αλλά σας βοηθά να αποκομίσετε κάτι από αυτό, όπως ένα μάθημα ζωής από μια αρνητική εμπειρία.

Παραμορφώνει την αντίληψη για την πραγματικότητα

Το να ζούμε σε μια «παράλληλη» ζωή, έστω και μόνο στο μυαλό μας, μπορεί να κάνει την πραγματική μας ζωή να φαίνεται αφόρητα μικρή και βαρετή. Όσο περισσότερο χρόνο ξοδεύουμε σκεπτόμενοι πώς θα μπορούσαμε να είχαν εξελιχθεί τα πράγματα, τόσο πιο εξιδανικευμένη και μη ρεαλιστική γίνεται αυτή η εναλλακτική εκδοχή. Κάποια άτομα είναι πιο ευάλωτα σε αυτή τη νοητική απόσπαση, απορροφούνται εύκολα από φαντασιώσεις που αρχίζουν να μοιάζουν πιο ζωντανές από την ίδια τους τη ζωή.

Σύμφωνα με μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Personality and Individual Differences, διαπιστώθηκε ότι τα άτομα με ροπή προς τη φαντασίωση -ιδίως όσοι βυθίζονται σε έντονα φανταστικά σενάρια- είναι πιο πιθανό να βιώσουν συναισθηματική δυσφορία. Όσο πιο ζωντανά φανταζόμαστε «τι έπρεπε να είχε συμβεί», τόσο πιο έντονα βιώνουμε τις αρνητικές συνέπειες αυτού που όντως συνέβη.

Τι μπορείτε να δοκιμάσετε, αντί γι’ αυτό:

  • Κάνετε νοητικά τελετουργικά «κλεισίματος». Αν το μυαλό σας επιστρέφει συνεχώς σε μια στιγμή, γράψτε όλα όσα θα θέλατε να είχαν συμβεί. Έπειτα, κλείστε το σημειωματάριο και δώστε στο μυαλό σας την άδεια να προχωρήσει.
  • Η εμμονική σκέψη ευδοκιμεί, όταν υπάρχει αδράνεια. Μόλις 30 λεπτά δραστηριότητας, βόλτας, δημιουργικής ασχολίας ή μια ουσιαστικής συζήτησης μπορούν να διακόψουν τον κύκλο και να μας επαναφέρουν στο παρόν.
  • Εξασκήστε την ενσυνειδητότητα, όχι την απόσπαση. Αντί να προσπαθείτε, δηάδή, με το ζόρι να «μην το σκέφτεστε», δοκιμάστε να παρατηρείτε τη σκέψη σαν ένα σύννεφο που περνά και φεύγει και αμέσως επιστρέψτε σε αυτό που κάνατε προηγουμένως.