Είναι πιο πιθανό ένα άτομο που απατά τον/την σύντροφό του να απατήσει και σε μια εξέταση ή σε ένα παιχνίδι πόκερ για να κερδίσει περισσότερα χρήματα; Το ερώτημα αν ένα άτομο που επιδεικνύει ανήθικη συμπεριφορά — όπως η απάτη σε ένα παιχνίδι — το κάνει «μία και έξω» επειδή είχε την ευκαιρία, ή αν η τάση προς την απάτη είναι ένα σταθερό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας, δεν είχε ακόμα απαντηθεί ξεκάθαρα στην ψυχολογική έρευνα.
Τώρα, μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Personality and Social Psychology, εστιάζει στο ερώτημα: κατά πόσο η τάση για ανειλικρίνεια είναι κάτι που επαναλαμβάνεται στον χρόνο.
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής την Ίζαμπελ Τίλμαν από το Ινστιτούτο Max Planck στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας, ανέλυσε δεδομένα από μια μεγάλη ομάδα εθελοντών που συμμετείχαν σε τρεις φάσεις της μελέτης.
Απάτη και απιστία: Οι 3 φάσεις της νέας έρευνας
Στην πρώτη φάση, περισσότεροι από 2.900 εθελοντές συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με την προσωπικότητά τους και τον «σκοτεινό παράγοντα της προσωπικότητας» (Dark Factor of Personality) — μια συνολική μέτρηση διαφόρων «σκοτεινών» χαρακτηριστικών, όπως ναρκισσισμός, εγωισμός, απληστία, κακεντρέχεια κ.λπ. Τα ερωτηματολόγια περιελάμβαναν επίσης ερωτήσεις για την ειλικρίνεια και την ανειλικρίνεια.
Στη δεύτερη φάση, οι ίδιοι συμμετείχαν στο λεγόμενο «παιχνίδι του νου», ένα πείραμα που μετράει την ανειλικρινή συμπεριφορά. Στην άσκηση αυτή, κάθε άτομο έπρεπε να γράψει έναν αριθμό από το 1 έως το 8 σε ένα χαρτί. Στη συνέχεια, στην οθόνη εμφανιζόταν ένας τυχαίος αριθμός από 1 έως 8. Οι συμμετέχοντες έπρεπε να απαντήσουν «Ναι» ή «Όχι» στην ερώτηση αν ο αριθμός που έγραψαν ταιριάζει με αυτόν της οθόνης. Αν απαντούσαν «Ναι», κέρδιζαν 2 ευρώ· αν απαντούσαν «Όχι», δεν έπαιρναν τίποτα. Τους είχε διευκρινιστεί ότι οι επιστήμονες δεν μπορούσαν να ελέγξουν αν έλεγαν την αλήθεια ή όχι — άρα, θεωρητικά, μπορούσαν πάντα να απαντούν «Ναι» και να παίρνουν τα χρήματα.
Στην τρίτη φάση, η ανειλικρίνεια μετρήθηκε ξανά με μια διαφορετική άσκηση, το λεγόμενο πείραμα της ρίψης νομίσματος. Περίπου 1.900 από τους αρχικούς συμμετέχοντες έλαβαν μέρος σε αυτή τη φάση. Τους ζητήθηκε να διαλέξουν μια πλευρά του νομίσματος (κορώνα ή γράμματα) και να ρίξουν το νόμισμα τρεις φορές. Έπειτα, έπρεπε να δηλώσουν αν πέτυχαν την επιλεγμένη πλευρά και στις τρεις ρίψεις. Όπως και στο προηγούμενο πείραμα, μια απάντηση «Ναι» σήμαινε αμοιβή 2 ευρώ ενώ η απάντηση «Όχι» δεν έδινε χρήματα.

Περίπου 3 χρόνια αργότερα, πραγματοποιήθηκε η τελευταία μέτρηση του πειράματος. Γύρω στους 800 από τους αρχικούς εθελοντές συμμετείχαν σε αυτό το τελευταίο στάδιο. Αυτή τη φορά, οι συμμετέχοντες έπρεπε να εκτελέσουν ένα «παιχνίδι λοταρίας». Σε κάθε εθελοντή εμφανιζόταν ένας τυχαία επιλεγμένος μήνας του έτους, και έπρεπε να δηλώσει αν ταίριαζε με τον μήνα γέννησης της μητέρας του. Η απάντηση «Ναι» έφερνε αμοιβή 5 ευρώ· η απάντηση «Όχι» δεν έφερνε τίποτα. Όπως και στις προηγούμενες δοκιμασίες, είχε καταστεί σαφές ότι οι ερευνητές δεν είχαν τρόπο να ελέγξουν αν οι συμμετέχοντες έλεγαν την αλήθεια.
Τα αποτελέσματα
Οι επιστήμονες έλαβαν υπόψη την πιθανότητα νίκης σε κάθε παιχνίδι και συνέκριναν τις απαντήσεις «Ναι» των συμμετεχόντων, για να προσδιορίσουν το ποσοστό εκείνων που είπαν ψέματα προκειμένου να κερδίσουν περισσότερα χρήματα. Γενικά, ήταν μάλλον απίθανο να «κερδίσει» κάποιος και στα 3 πειράματα, εάν έλεγε πάντα την αλήθεια. Σε όλες τις περιπτώσεις, όμως, το ποσοστό των θετικών απαντήσεων ήταν σημαντικά υψηλότερο από αυτό που θα αναμενόταν αν όλοι ήταν ειλικρινείς:
- Παιχνίδι του νου: το 32% των απαντήσεων ήταν «Ναι» (το αναμενόμενο: 12,5%)
- Παιχνίδι με το νόμισμα: το 22% των απαντήσεων ήταν «Ναι» (το αναμενόμενο: 12,5%)
- Παιχνίδι λοταρίας: το 50% των απαντήσεων ήταν «Ναι» (το αναμενόμενο: 8,3%)
Συνεπώς, οι συμμετέχοντες έδειξαν σημαντικά ποσοστά ανειλικρίνειας — ιδιαίτερα στο παιχνίδι της λοταρίας.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν πολύπλοκα στατιστικά μοντέλα για να προσδιορίσουν κατά πόσο υπήρχε συνέπεια στην ανειλικρίνεια ανάμεσα στα διαφορετικά πειράματα. Διαπιστώθηκαν ισχυρές, στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις: Αν κάποιος εξαπάτησε στο πρώτο παιχνίδι για να κερδίσει χρήματα, ήταν πολύ πιθανό να εξαπατήσει και στα επόμενα δύο.
Για παράδειγμα:
- Όσοι ήταν ανειλικρινείς στο παιχνίδι του νου, είχαν 43,8% πιθανότητα να είναι ανειλικρινείς και στο παιχνίδι με το νόμισμα.
- Όσοι ήταν ειλικρινείς στο παιχνίδι του νου, είχαν μόνο 6,3% πιθανότητα να πουν ψέματα στο παιχνίδι με το νόμισμα.
Εντυπωσιακό είναι ότι αυτή η συνέπεια στην ανειλικρίνεια παρέμεινε ακόμα και στο τρίτο πείραμα, σχεδόν 3 χρόνια μετά τα προηγούμενα.
Τέλος, παρατηρήθηκε ότι ο σκοτεινός παράγοντας της προσωπικότητας (Dark Factor) σχετιζόταν σημαντικά με τη σταθερή ανειλικρίνεια: Όσο υψηλότερη ήταν η βαθμολογία ενός συμμετέχοντα στον σκοτεινό παράγοντα, τόσο πιο πιθανό ήταν να πει ψέματα σε περισσότερες από μία δοκιμασίες.
Συμπέρασμα: Κάποιος που απατά μία φορά, είναι πολύ πιθανό να το ξανακάνει…
Συνολικά, τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι: Η ανειλικρινής συμπεριφορά ήταν εξαιρετικά σταθερή μεταξύ διαφορετικών δοκιμασιών και χρονικών στιγμών. Ένα άτομο που εξαπάτησε μία φορά σε αυτές τις δοκιμασίες για να κερδίσει περισσότερα χρήματα ήταν πολύ πιθανό να το ξανακάνει.
Αυτό υποδηλώνει ότι η ανειλικρίνεια δεν είναι τυχαία ή περιστασιακή, αλλά αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας. Με άλλα λόγια, κάποιος που απατά μία φορά είναι εξαιρετικά πιθανό να το ξανακάνει στο μέλλον.