Η «εγγενής ικανότητα» (Intrinsic Capacity – IC) — δηλαδή όλες οι σωματικές και πνευματικές δυνατότητες που μπορεί να αξιοποιήσει ένα άτομο, όπως η ικανότητα να περπατά, να σκέφτεται, να βλέπει, να ακούει και να θυμάται — θεωρείται ένας καλός δείκτης υγιούς γήρανσης. Μέχρι τώρα, η μέτρηση αυτής της ικανότητας θεωρείτο μια δαπανηρή και χρονοβόρα διαδικασία αξιολόγησης της σωματικής υγείας. Ωστόσο, ερευνητές από τις ΗΠΑ και τη Γαλλία υποστηρίζουν ότι μια απλή εξέταση σάλιου ή αίματος θα μπορούσε να μετρήσει την IC και να εκτιμήσει τη βιολογική ηλικία ενός ατόμου.

Σε μια δεκαετή μελέτη, που παρακολούθησε περισσότερους από 1.000 ενήλικες ηλικίας από 20 έως 102 ετών, οι επιστήμονες ανέπτυξαν βαθμολογίες IC για τον καθένα, βασισμένες σε παράγοντες κινδύνου σχετικούς με την ηλικία — γνωστική λειτουργία, κίνηση, όραση και ακοή, ζωτικότητα, ψυχική ευεξία.

Μια προσβάσιμη και μη επεμβατική εξέταση

Τα ευρήματα αποκάλυψαν ότι όσοι είχαν υψηλές βαθμολογίες IC ζούσαν κατά μέσο όρο 5,5 χρόνια περισσότερο.

Άτομα με τις υψηλότερες βαθμολογίες IC είχαν καλύτερη λειτουργία των πνευμόνων, ταχύτερο βάδισμα, πιο γερά οστά και ήταν πιο πιθανό να θεωρούν τον εαυτό τους υγιή.

Ένα χαμηλό επίπεδο «εγγενούς ικανότητας» (IC), από την άλλη, συσχετίστηκε σημαντικά με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από ασθένειες που συνδέονται με την ηλικία, όπως καρδιαγγειακές παθήσεις και εγκεφαλικό επεισόδιο.

Ο καθηγητής Τόμας Χόλαντ από το Ινστιτούτο RUSH για την Υγιή Γήρανση, δήλωσε:

«Μια εξέταση αίματος ή σάλιου για την εγγενή ικανότητα είναι ένα πολύ υποσχόμενο εργαλείο στην επιστήμη της γήρανσης. Ένα από τα πιο κρίσιμα σημεία είναι ότι αυτή η εξέταση μπορεί να γίνει με ένα απλό δείγμα αίματος ή σάλιου, καθιστώντας την προσβάσιμη και μη επεμβατική. Μας λέει όχι μόνο πόσο χρονών είναι το άτομο, αλλά και πόσο καλά μεγαλώνει, κάτι που έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για να καθορίσουμε ποιες παρεμβάσεις πρέπει να εφαρμοστούν, αν χρειάζεται, για να προληφθούν μελλοντικά προβλήματα υγείας.

Αυτή η εξέταση δεν δίνει απλώς μια στιγμιαία εικόνα της τρέχουσας κατάστασής μας, αλλά μπορεί επίσης να προσφέρει μια ματιά στην μελλοντική μας υγεία.»

Σχέση διατροφής και βιολογικής γήρανσης

Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης τη σχέση μεταξύ διατροφής και βιολογικής γήρανσης και βρήκαν ότι όσοι κατανάλωναν λιπαρά ψάρια όπως σολομό και σκουμπρί και περιόριζαν την πρόσληψη ζάχαρης, είχαν υψηλότερες βαθμολογίες IC.

Ο Δρ Τουντς Τιριάκι, ιδρυτής του London Regenerative Institute, δήλωσε:

«Τα λιπαρά ψάρια είναι πλούσια σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, τα οποία έχουν αντιφλεγμονώδεις και νευροπροστατευτικές ιδιότητες. Αντιθέτως, η υπερβολική κατανάλωση ζάχαρης είναι γνωστό ότι επιταχύνει το οξειδωτικό στρες, την αντίσταση στην ινσουλίνη και τη χρόνια φλεγμονή, τα οποία βλάπτουν την εγγενή ικανότητα (IC). Η παραμονή εντός των προτεινόμενων ορίων κατανάλωσης ζάχαρης πιθανότατα υποστηρίζει τη μεταβολική ευελιξία και μειώνει το φλεγμονώδες φορτίο, διατηρώντας τη γνωστική και σωματική λειτουργία.»

Ο Δρ Τιριάκι συνέστησε επίσης τακτική σωματική άσκηση, συμπεριλαμβανομένης της αερόβιας δραστηριότητας και της ενδυνάμωσης, για να διατηρείται το σώμα νέο.

Τόνισε επίσης τη σημασία της διατήρησης των κοινωνικών σχέσεων και της διαρκούς διέγερσης του εγκεφάλου, προκειμένου να προληφθούν ασθένειες που σχετίζονται με την ηλικία.