Η παχυσαρκία και το υπερβολικό βάρος αποτελούν παγκόσμια ζητήματα υγείας καθώς συνδέονται με μια πληθώρα παθήσεων, όπως καρδιαγγειακά νοσήματα, διαβήτη, καρκίνο, νευρολογικές διαταραχές, χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις και πεπτικές διαταραχές. Όπως είναι ευρέως γνωστό, ο καθιστικός τρόπος ζωής μπορεί να οδηγήσει σε παχυσαρκία. Ωστόσο, νέα έρευνα σε ένα ευρύ φάσμα πληθυσμών δείχνει ότι η υπερβολική πρόσληψη ενέργειας είναι ο κύριος παράγοντας αύξησης του σωματικού βάρους. Με άλλα λόγια, η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό PNAS, υποστηρίζει ότι τα υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας είναι πιθανότατα αποτέλεσμα μιας διατροφής με πολλές θερμίδες, η οποία περιλαμβάνει σε μεγάλο ποσοστό υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα και όχι μιας καθημερινότητας χωρίς άσκηση.
Διατροφή, άσκηση και βάρος: Λεπτομέρειες της έρευνας
Για τις ανάγκες της μελέτης, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα για 4.213 ενήλικες, χρησιμοποιώντας δύο διαφορετικούς δείκτες παχυσαρκίας — τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και το ποσοστό σωματικού λίπους, δηλαδή την αναλογία λίπους προς το συνολικό σωματικό βάρος.
Οι συμμετέχοντες προέρχονταν από 34 διαφορετικούς πληθυσμούς σε έξι ηπείρους με διαφορετικούς τρόπους ζωής.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, τα άτομα από πιο ανεπτυγμένες οικονομικά κοινωνίες είχαν υψηλότερη σωματική μάζα, μεγαλύτερο ποσοστό λίπους και υψηλότερο ΔΜΣ, ενώ η παχυσαρκία ήταν πιο διαδεδομένη. Ωστόσο, και η συνολική ενεργειακή δαπάνη ήταν υψηλότερη σε αυτούς τους πληθυσμούς.
Στη μελέτη, παρατηρήθηκε επίσης θετική συσχέτιση μεταξύ του ποσοστού υπερεπεξεργασμένων τροφών στη διατροφή και του ποσοστού σωματικού λίπους.
«Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι οι βιομηχανοποιημένοι πληθυσμοί δεν είναι απαραίτητα λιγότερο δραστήριοι. Ωστόσο, καταναλώνουν περισσότερες θερμίδες, ιδιαίτερα από υπερεπεξεργασμένα και θερμιδικά πυκνά τρόφιμα. Αυτή η ανισορροπία — η αυξημένη πρόσληψη σε σχέση με τις ενεργειακές ανάγκες — φαίνεται να είναι ο πιο κρίσιμος παράγοντας για την άνοδο των επιπέδων παχυσαρκίας», δήλωσαν οι επιστήμονες.
«Αν και η άσκηση έχει αδιαμφισβήτητα οφέλη για την υγεία — σωματική, καρδιαγγειακή και ψυχική — ο ρόλος της στη ρύθμιση του βάρους ίσως έχει υπερεκτιμηθεί. Η μελέτη δείχνει ότι η μεγάλη θερμιδική πρόσληψη, ιδιαίτερα από υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα που είναι σχεδιασμένα να είναι υπερ-ευχάριστα (δηλαδή πιο νόστιμα και εύκολο να καταναλωθούν σε μεγάλες ποσότητες, μειώνοντας το αίσθημα του κορεσμού) σχετίζεται πιο έντονα με υψηλότερο ποσοστό λίπους και ΔΜΣ από ό,τι τα χαμηλά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας», εξήγησαν.
Πιο προσεγμένη διατροφή και λιγότερες θερμίδες για αδυνάτισμα
«Αν κάποιος προσπαθεί να χάσει βάρος, έχει μεγαλύτερη σημασία το τι τρώει και όχι το πόσο δραστήριος είναι. Οι άνθρωποι πρέπει να ασκούνται για να διατηρήσουν τη μυϊκή τους μάζα και για να καίνε θερμίδες, αλλά αν δεν τρώνε σωστά, δεν θα δουν ουσιαστικά αποτελέσματα», πρόσθεσαν οι ειδικοί.
«Η μελέτη ενισχύει την ιδέα πως η υγεία δεν εξαρτάται μόνο από την καταμέτρηση των θερμίδων που προσλαμβάνουμε έναντι των θερμίδων που καίμε, αλλά και από την ποιότητα των θερμίδων που καταναλώνουμε. Το τι τρώμε μπορεί να είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικό από το πόσες θερμίδες τρώμε ή καίμε. Όλα αυτά βέβαια δεν σημαίνουν πως η άσκηση δεν παραμένει ζωτικής σημασίας», κατέληξαν οι ίδιοι.