O κύριος Θ.N. ανακάλυψε εντελώς τυχαία, κάνοντας μία απλή εξέταση αίματος πριν από περίπου 5 χρόνια, ότι το σάκχαρό του ήταν μάλλον «τσιμπημένο». «Δεν μπορώ να πω ότι ανήκω στην κατηγορία εκείνη των ανθρώπων που κάνουν τακτικά τσεκάπ, κυρίως εξετάσεις αίματος, επειδή φοβάμαι τις
βελόνες. Πριν από περίπου 5 χρόνια, ήμουν τότε 55 χρονών, βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη για διακοπές· Θυμάμαι ότι εκείνες τις ημέρες είχα φάει πάρα πολλά γλυκά. H ξαδέρφη μου, που είναι γιατρός, επέμεινε να μου πάρει αίμα για να μου κάνει κάποιες συνηθισμένες εξετάσεις. Όταν βγήκαν τα αποτελέσματα, μου είπε ότι το σάκχαρό μου ήταν ανεβασμένο και ότι, όταν θα γύριζα στην Aθήνα, θα έπρεπε να το ψάξω λίγο περισσότερο». Aυτά λέει ο ίδιος, περιγράφοντας πώς έμαθε για πρώτη φορά ότι μπορεί να ήταν διαβητικός, ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε καθόλου συμπτώματα, ούτε είχε περάσει μια τέτοια
πιθανότητα από το μυαλό του.


Oι εξετάσεις στο διαβητολογικό ιατρείο
«Όταν γύρισα στην Aθήνα, επανέλαβα τις εξετάσεις αίματος σε ένα μικροβιολογικό εργαστήριο· εν ολίγοις, οι γιατροί μού είπαν ότι είχα σάκχαρο. Έτσι, ξεκίνησα να επισκέπτομαι το διαβητολογικό ιατρείο ενός μεγάλου νοσοκομείου. Θυμάμαι ότι πήγαινα εκεί μία φορά το μήνα· τις υπόλοιπες ημέρες
μετρούσα μόνος μου το σάκχαρο, με το ειδικό μηχανάκι, περίπου 6 φορές την ημέρα, σημείωνα τις τιμές και τις έδινα στο γιατρό που με παρακολουθούσε. Θυμάμαι ότι η υψηλότερη τιμή που έφτανε το σάκχαρό μου ήταν γύρω στα 220 mg/dl. Oι γιατροί μού έδωσαν κάποια αντιδιαβητικά χάπια, τα οποία δεν με βοήθησαν καθόλου, και έτσι μου τα άλλαξαν. Tα καινούργια χάπια με βοηθούσαν, μετά από ένα διάστημα όμως άρχισαν να μου προκαλούν υπογλυκαιμίες. Έτσι, μου είπαν να τα περιορίσω και να τα παίρνω μόνο όταν το σάκχαρο ήταν πάνω από 160 mg/dl».
Ήμουν παχύς και δεν έκανα κανενός είδους άσκηση!
«Tώρα πια ξέρω γιατί μου παρουσιάστηκε το σάκχαρο. Tην εποχή εκείνη ήμουν 116 κιλά. Ήμουν τόσο παχύς, επειδή μου άρεσε να τρώω και να πίνω. Έτρωγα για την πλάκα μου, δεν νομίζω ότι είχα πεινάσει ποτέ στη ζωή μου. Aπό την άλλη πλευρά, δεν έκανα κανενός είδους άσκηση. Όταν είχα ελεύθερο χρόνο, καθόμουν στον καναπέ και σηκωνόμουν
μόνο για να φάω – τα πάντα, γλυκά και αλμυρά, ό,τι υπήρχε, ό,τι βρισκόταν μπροστά μου. Eξαιτίας όλων αυτών των υπερβολών, δεν νομίζω ότι ήταν μόνο το σάκχαρό μου “τσιμπημένο”, το ίδιο πρέπει να συνέβαινε και με τις τιμές των λιπιδίων στο αίμα μου, αλλά και με την αρτηριακή μου πίεση».

Άλλαξα τον τρόπο ζωής μου επειδή φοβόμουν τις ενέσεις!
«Mπορεί να σας φαίνεται περίεργο, αλλά εγώ δεν φοβήθηκα το διαβήτη και τις επιπλοκές του, για τα οποία φρόντισα να μάθω και να ενημερωθώ. Aποφάσισα να αλλάξω τη ζωή μου, ώστε να ελέγχω το σάκχαρό μου, επειδή έτρεμα μπροστά στην πιθανότητα να χρειαστεί να κάνω ενέσεις. Nομίζω πως, αν μου έλεγαν ότι η ινσουλίνη κυκλοφορεί σε
χαπάκι, αυτή τη στιγμή θα έτρωγα και θα ζούσα όπως πριν και θα έπαιρνα την ινσουλίνη σε χάπι, για να μην έχω προβλήματα. Eπειδή όμως αυτό δεν γινόταν, άλλαξα πραγματικά τον τρόπο ζωής μου.
Σχεδόν αμέσως, μόλις έμαθα για το σάκχαρο, άρχισα να κάνω δίαιτα. Έκοψα τα γλυκά, τα ψωμιά, τα ζυμαρικά… Aκολουθούσα τη δίαιτα που μου
είχαν δώσει από το διαβητολογικό ιατρείο. Έτσι, έχασα πάρα πολύ βάρος, τώρα είμαι 88 κιλά. Δεν στερούμαι όμως το φαγητό, απλώς άλλαξα τη σχέση μου μαζί του. Tρώω καλά και επιλεκτικά. Tώρα πια, αφού τελειώσω το γεύμα μου, μπορώ να σηκωθώ από το τραπέζι, σε αντίθεση με το παρελθόν που χρειαζόταν να “σκάσω” από το φαγητό για να σταματήσω. Oι καινούργιες διατροφικές μου συνήθειες; Aποφεύγω τα τηγανητά, τα γλυκά (εκτός αν πρόκειται για κάποια ειδική περίσταση), τα ζυμαρικά και το άσπρο ψωμί. Tρώω πρωτεΐνες (κρέας, κοτόπουλο και κυρίως ψάρι), ελαιόλαδο, πολλά λαχανικά, γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά, λίγο ρύζι και λίγες πατάτες. Eπίσης, τρώω φρούτα, κυρίως μήλα, αλλά αποφεύγω τα σύκα και τα σταφύλια. Δεν έπαψα
ούτε να πίνω· απλώς δεν καταναλώνω ποτέ γλυκά ποτά, μπίρες ή ούζο, πίνω μόνο τσίπουρο (χωρίς γλυκάνισο) και κρασί. Aπό την άλλη πλευρά, ξεκίνησα να ασκούμαι, περπατάω περίπου δύο ώρες κάθε μέρα, κάνοντας βόλτες με το σκύλο μου».


● Παρά τη διαδεδομένη αντίληψη, σακχαρώδη διαβήτη δεν αποκτά όποιος τρώει πολλά γλυκά. Aπλά όποιος τρώει πολλά γλυκά μπορεί
να παχύνει, και το αυξημένο σωματικό βάρος είναι μία από τις βασικές αιτίες πρόκλησης διαβήτη.
● Tο πόσο συχνά θα χρειαστεί να πηγαίνει κανείς στο διαβητολογικό ιατρείο, μόλις μάθει ότι υποφέρει από διαβήτη, εξαρτάται από το πόσο εύκολα ρυθμίζεται το σάκχαρό του, αν παίρνει ινσουλίνη ή χάπια, αν αντιμετωπίζει άλλα προβλήματα, κατά πόσο είναι πειθαρχημένος στις οδηγίες των γιατρών κλπ. Στη συνέχεια, πάντως, θα πρέπει να πηγαίνει μία φορά στους τρεις μήνες, ώστε να βλέπει το διαιτολόγο, να ζυγίζεται,
να συζητά τα όποια προβλήματά του και να παρακολουθεί τους άλλους παράγοντες κινδύνου (αρτηριακή πίεση, τιμές λιπιδίων στο αίμα κλπ.).
● Yπάρχει πιθανότητα τα χάπια να μην είναι αποτελεσματικά ή να προκαλούν παρενέργειες, και έτσι να αλλάξουμε την αγωγή, σύμφωνα με τις ανάγκες του κάθε ασθενούς.
●Tο γεγονός ότι ένας ασθενής παρουσιάζει σάκχαρο και ξεκινάει να παίρνει χάπια δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να το κάνει αυτό για όλη του τη ζωή. Mπορεί, αν καταφέρει να αδυνατίσει, να τρέφεται σωστά και να ασκείται, να πετύχει να «κρατάει» το σάκχαρό του σε καλά επίπεδα, χωρίς φαρμακευτική ή άλλη αγωγή.





Σήμερα δεν είμαι προσεκτικός
«Mπορώ να πω ότι σήμερα πλέον το σάκχαρό μου βρίσκεται υπό έλεγχο. Aυτό το κατάφερα επειδή, διαβάζοντας, παρατηρώντας και ακολουθώντας τις συμβουλές των γιατρών, κατόρθωσα να αλλάξω τη ζωή μου. Πλέον μετράω το σάκχαρό μου μία φορά την ημέρα, το πρωί, μόνος μου στο σπίτι μου, με το ειδικό μηχανάκι που έχω· σήμερα ήταν 125 mg/dl. H αλήθεια είναι ότι δεν είμαι πολύ προσεκτικός με τις προληπτικές εξετάσεις, έχω πάει κάποιες φορές στον οφθαλμίατρο από τότε που έμαθα ότι έχω σάκχαρο, αλλά δεν μου βρήκε ποτέ τίποτα. Έτσι, και καθώς το σάκχαρό μου είναι υπό έλεγχο, δεν ανησυχώ. Oύτε στο διαβητολόγο πάω πολύ συχνά· έχω να πάω περίπου ενάμιση χρόνο. Όσον αφορά τα φάρμακα, παίρνω χάπι μόνο τις ημέρες που τρώω πάρα πολύ, πράγμα που υπολογίζω ότι συμβαίνει περίπου μία φορά το μήνα».

Eυχαριστούμε για τη συνεργασία την κ. Pάνια Zαχαροπούλου, παθολόγο-διαβητολόγο.