Οι Έλληνες ζούμε σε μια χώρα όπου σχεδόν όλο το χρόνο μπορούμε να χαρούμε τη ζωογόνο δύναμη του ήλιου. Ωστόσο, θα έπρεπε να είμαστε ταυτόχρονα και ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι απέναντί του! Ο καρκίνος του δέρματος είναι η σοβαρότερη νόσος που μπορεί να προκαλέσει. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι ο ήλιος είναι επίσης υπεύθυνος για μια πληθώρα άλλων προβλημάτων: εγκαύματα, φωτογήρανση και πολλά άλλα προβλήματα στο δέρμα, όπως είναι οι πανάδες, οι φακίδες κ.ά., που ναι μεν δεν είναι επικίνδυνα για την υγεία ή τη ζωή μας, αλλά συχνά μας ενοχλούν αισθητικά και, ευτυχώς, σε πολλές περιπτώσεις αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά. Η λύση; Η σωστή χρήση του αντιηλιακού, η αποφυγή του ήλιου τις επικίνδυνες ώρες, το καπέλο, τα γυαλιά ηλίου, η επικοινωνία με το δερματολόγο για καθετί που φαίνεται ύποπτο, άγνωστο ή μας απασχολεί. Έτσι, επιλέξαμε για το μήνα Ιούλιο, να απευθυνθούμε στον αναπληρωτή καθηγητή Δερματολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Δημήτρη Ρηγόπουλο, για να μας δώσει «οδηγίες χρήσης του ήλιου».
;
Πρώτον, καρκίνος του δέρματος δεν είναι μόνο το μελάνωμα – ο σπανιότερος και σοβαρότερος τύπος καρκίνου του δέρματος. Κακοήθη είναι, επίσης, το βασικοκυτταρικό επιθηλίωμα (μοιάζει με μικρό οζίδιο με ευρυαγγείες γύρω του, σαν μαργαριτάρι), που έχει καλή πρόγνωση, και το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα (ένα έλκος), που είναι λίγο πιο επικίνδυνο από το βασικοκυτταρικό. Και οι δύο τύποι αντιμετωπίζονται με χειρουργική αφαίρεση ή/και με ειδική φαρμακευτική αγωγή. Επιπλέον, υπάρχουν και οι ακτινικές υπερκερατώσεις, δηλαδή μικρές κόκκινες πλάκες με λέπι που δημιουργούνται στα μέρη του σώματος που εκτίθενται στον ήλιο. Γι’ αυτές, στην επιστημονική κοινότητα, υπάρχει διαφωνία αν είναι προκαρκινικές ή καλοήθεις βλάβες. Στους 100.000 ανθρώπους, οι 250 θα πάθουν υπερκερατώσεις, οι 100 ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα, οι 10 βασικοκυτταρικό επιθηλίωμα και οι 5 θα πάθουν μελάνωμα.
;
Διεθνώς έχει θεσπιστεί η μέθοδος ABCD (4 κανόνες), που υποδεικνύει τι πρέπει να προσέξουμε όταν εξετάζουμε τις ελιές στο δέρμα μας. Αυτοί οι κανόνες είναι: Α (asymmetry), που σημαίνει ότι θα πρέπει να κοιτάξουμε αν η ελιά μας είναι ασύμμετρη, άρα και ύποπτη. B (borders), πώς είναι δηλαδή το περίγραμμά της. Αν είναι ανομοιόμορφο και δαντελωτό, χρήζει διερεύνησης. C (color), αν έχει αλλάξει χρώμα ή αν έχει περισσότερα από ένα, θα μπορούσε να είναι επικίνδυνη. D (diameter), αν η διάμετρός της είναι μεγαλύτερη από 6 χιλιοστά, πρέπει να την εξετάσουμε.
;
Πιο επιβαρυμένοι είναι οι ανοσοκατασταλμένοι και όσοι δουλεύουν στην ύπαιθρο (έχουν διπλάσιες πιθανότητες να πάθουν καρκίνο του δέρματος από όσους δουλεύουν σε γραφεία). Αυξημένο κίνδυνο διατρέχουν, επίσης, και όλοι όσοι έχουν πολύ ανοιχτόχρωμο δέρμα, έχουν πολλές ελιές, έχουν οικογενειακό ή προσωπικό ιστορικό καρκίνου του δέρματος, έχουν πάθει σοβαρά και επαναλαμβανόμενα ηλιακά εγκαύματα στο δέρμα τους κατά την παιδική τους ηλικία και, βέβαια, όσοι κάνουν σολάριουμ.
Γενικά μια ελιά δεν θα μας απασχολήσει (εκτός αν παρουσιάζει περίεργα συμπτώματα, για παράδειγμα ματώνει άνευ λόγου) αν δεν είναι μεγαλύτερη από 6 χιλιοστά περίπου (όσο είναι η γόμα στο πίσω μέρος του μολυβιού μας). Επίσης, αντίθετα με όσα ίσως πιστεύει ο κόσμος, οι «κρεατοελιές», αυτές που μοιάζουν με τρούλο δηλαδή, κατά κανόνα δεν είναι ύποπτες, όπως επίσης δεν είναι και αυτές που έχουν τρίχες. Αντίθετα, οι επίπεδες ελιές θα πρέπει να μας φοβίζουν πιο πολύ.
;
Παλιά, η πρακτική ήταν να βγάζουμε όλες τις ελιές. Σήμερα είμαστε πιο συντηρητικοί. Τις παρακολουθούμε και αν δούμε ότι υπάρχει κάποιο ύποπτο σημείο ή η ελιά δημιουργεί προβλήματα (π.χ. ματώνει, τσούζει, πονάει κλπ.), τότε την αφαιρούμε, πάντα χειρουργικά -όχι με λέιζερ για παράδειγμα-, για να μπορέσουμε να κάνουμε βιοψία.
;
Εκτός από τον καρκίνο, τη φωτογήρανση, τα ηλιακά εγκαύματα (που είναι και η πιο άμεση συνέπεια του ήλιου) και διάφορα δερματικά προβλήματα, για τα οποία ευθύνονται κυρίως η ηλικία και η προδιάθεση, ο ήλιος είναι υπεύθυνος για αλλεργίες και, επίσης, μπορεί να επιδεινώσει κάποια προϋπάρχοντα δερματικά προβλήματα. Για παράδειγμα, ο ήλιος μπορεί να προκαλέσει αλλεργία (εμφανίζονται σπυράκια λίγες ώρες μετά την έκθεση στον ήλιο). Σε αυτούς τους ανθρώπους, οι δερματολόγοι συστήνουμε να φοράνε πάντα αντιηλιακό, να εκτίθενται στον ήλιο προοδευτικά (την πρώτη ημέρα 5 λεπτά, τη δεύτερη 7, την τρίτη 10 κ.ο.κ.) και, αν η κατάσταση είναι πιο σοβαρή, να πάρουν και ειδική φαρμακευτική αγωγή. Επίσης, χρειάζεται να είναι προσεκτικοί και να φοράνε αντιηλιακό όσοι υποφέρουν από φωτοδερματοπάθειες (π.χ. από δισκοειδή ερυθηματώδη λύκο) που επιδεινώνονται από τον ήλιο, επιχείλιο έρπητα (γι’ αυτό και είναι απαραίτητη η χρήση κάποιου «κραγιόν» που παρέχει αντιηλιακή προστασία), λεύκη (μια αυτοάνοση δερματοπάθεια όπου ο ίδιος ο οργανισμός καταστρέφει ορισμένα μελανοκύτταρα και δεν παράγεται μελανίνη στα σημεία εκείνα του σώματος οπότε και το δέρμα ασπρίζει) ή παίρνουν ορισμένα φάρμακα που προκαλούν φωτοευαισθησία. Το καλοκαίρι πρέπει, επίσης, να αποφεύγονται οι δερματολογικές επεμβάσεις και θεραπείες που δεν είναι επείγουσες.
;
Βέβαια. Κατ’ αρχάς, η ψωρίαση είναι ένα δερματικό νόσημα που στην πλειονότητα των περιπτώσεων βελτιώνεται το καλοκαίρι χάρη στην επίδραση του ήλιου (υπάρχουν κάποια λίγα περιστατικά όπου παρουσιάζεται επιδείνωση για άγνωστους λόγους). Αυτό σημαίνει ότι οι ασθενείς αυτοί χρειάζεται να κάνουν λίγη ηλιοθεραπεία, αλλά όχι ανάμεσα στις 12.00 και τις 16.00 και φορώντας οπωσδήποτε αντιηλιακό στο πρόσωπο. Από τον ήλιο ευνοείται και η σύνθεση της βιταμίνης D, για την οποία αρκούν 15-20 λεπτά έκθεσης καθημερινά. Επίσης, η σμηγματορροϊκή δερματίτιδα (ξηροδερμία) βελτιώνεται χάρη στον ξηρό και ζεστό καιρό, όπως και η ακμή.
;
Ουσιαστικά η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε μια σύσταση που έχει ως στόχο να βοηθήσει τον καθένα μας να συνειδητοποιήσει πώς πρέπει να χρησιμοποιεί το αντιηλιακό, αλλά και τι μπορεί και πρέπει να περιμένει από τη χρήση του. Έτσι, ο μεγαλύτερος δείκτης προστασίας που επιτρέπεται να αναγράφεται στα αντιηλιακά είναι το 50 και από εκεί και πέρα υπάρχει το 50+. Σύμφωνα με έρευνες, φαίνεται ότι με τον τρόπο που οι περισσότεροι από εμάς χρησιμοποιούμε το αντιηλιακό ο δείκτης προστασίας του είναι περίπου στο μισό από ό,τι αναγράφεται στη συσκευασία του. Ο στόχος είναι να κατανοήσουμε ότι δεν έχει τόση σημασία ο δείκτης που γράφει το αντιηλιακό, αλλά το πόσο σωστά το χρησιμοποιούμε. Το αντιηλιακό πρέπει να χρησιμοποιείται σε ιδανική ποσότητα, 2 mg ανά τετραγωνικό εκατοστό, που σημαίνει ότι θα έπρεπε να βάλουμε μια πολύ μεγάλη ποσότητα για να «πετύχουμε» το δείκτη προστασίας που αναγράφει, θα έπρεπε δηλαδή να είμαστε κάτασπροι και επιπλέον να το ανανεώνουμε πολύ συχνά, κάθε 2 ώρες τουλάχιστον, ειδικά αν ιδρώσουμε, κολυμπήσουμε κλπ.
Αν δεν θέλουν να σκεφτούν τον καρκίνο, ας σκεφτούν τη φωτογήρανση, τι θα πάθει δηλαδή το δέρμα τους καθώς θα εκτίθεται απροστάτευτο στον ήλιο. Ξέρετε ποια είναι η διαφορά του σταφυλιού από τη σταφίδα; Η σταφίδα είναι σταφύλι που το αφήσαμε στον ήλιο και έγινε έτσι… γεμάτο ρυτίδες.
Τα παιδιά χρειάζονται αντιηλιακό με πολύ μεγάλο δείκτη προστασίας;
Τα παιδιά πρέπει να μάθουν να χρησιμοποιούν σωστά το αντιηλιακό και να έχουν την κατάλληλη συμπεριφορά στον ήλιο (να φοράνε καπέλο, να αποφεύγουν τον ήλιο ανάμεσα στις 11.00 και τις 16.00 κλπ.). Όσον αφορά το αντιηλιακό, θα σας δώσω ένα παράδειγμα για να καταλάβετε. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα αντιηλιακό με δείκτη προστασίας 1.000. Η διαφορά του με κάποιο που θα είχε ένα δείκτη προστασίας 10 δεν θα ήταν μεγαλύτερη από το πόσο συχνά θα χρειαζόταν να ανανεωθεί το καθένα (δηλαδή εκείνο με το δείκτη 10 χρειάζεται να ανανεώνεται πολύ συχνότερα από κάποιο με μεγαλύτερο δείκτη).
Δηµήτρης Γ. Ρηγόπουλος: Μην παίρνετε αψήφιστα τον ήλιο!
Ο ήλιος, πηγή ζωής, μπορεί, όταν δεν τον αντιμετωπίζουμε με την απαραίτητη προσοχή, να αποδειχτεί πολύ επικίνδυνος. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο καρκίνος του δέρματος, που προσβάλλει χιλιάδες ανθρώπους κάθε χρόνο, με σοβαρότερη μορφή του το μελάνωμα.
Ο κύριος Δημήτρης Ρηγόπουλος τελείωσε την Ιατρική Σχολή, πήρε την ειδικότητα της Δερματολογίας – Αφροδισιολογίας και ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1990 εξελέγη λέκτορας Δερματολογίας – Αφροδισιολογίας και εδώ και 3 χρόνια είναι αναπληρωτής καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Νοσοκομείο «Α. Συγγρός». Έχει συγγράψει περίπου 100 ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις και 50 ελληνικές, τρία βιβλία, καθώς επίσης και αρκετά κεφάλαια σε ελληνικά αλλά και ξενόγλωσσα βιβλία. Το κύριο ενδιαφέρον του είναι τα προβλήματα των νυχιών και η χρήση των λέιζερ στη Δερματολογία.