Οι Αμερικανοί, που προηγούνταν σε αυτό που άργησε να παρατηρηθεί στην Ευρώπη (δηλαδή στην αναζήτηση ψυχικής στήριξης στον ψυχοθεραπευτή), τώρα «δείχνουν» ένα νέο πρόβλημα: αυξήθηκε γενικά η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών σκευασμάτων και παράλληλα μειώθηκαν οι θεραπείες ουσίας, δηλαδή, οι συνεδρίες με τον ειδικό. Όλο και περισσότερα άτομα με ψυχολογικά προβλήματα δηλαδή, στρέφονται στη φαρμακευτική αντιμετώπιση του προβλήματός τους, ενώ παράλληλα όλο και λιγότερα έχουν την πολυτέλεια να κουβεντιάζουν τα ζητήματα που τους «καίνε» με έναν ειδικό.

Συγκεκριμένα, οι ειδικοί υπολόγισαν ότι ενώ πριν από 20 χρόνια τα άτομα που είχαν κατάθλιψη έκαναν ψυχοθεραπεία σε ποσοστό 71%, σήμερα ακολουθεί την αντίστοιχη θεραπεία μόνον το 60%. Αντιστρόφως, ενώ τότε οι καταθλιπτικοί έπαιρναν φάρμακα σε ποσοστό 37% και οι άλλοι περιορίζονταν στην ψυχοθεραπεία, σήμερα παίρνει φάρμακα το 74% των καταθλιπτικών. Υπολογίζεται ότι φάρμακα κατά της κατάθλιψης παίρνει το 3% των Αμερικανών.

Οι ερευνητές που διαπίστωσαν αυτή την αλλαγή, την αποδίδουν σε πολλούς παράγοντες που καλό είναι να τους έχουμε κατά νου και στην Ευρώπη –ειδικά στην Ελλάδα, που περνάμε όλοι δύσκολες στιγμής λόγω της οικονομικής κρίσης. Λένε λοιπόν οι ειδικοί ότι ένας βασικός λόγος που ο κόσμος στρέφεται πιο εύκολα στο φάρμακο είναι το κόστος. Το σκεύασμα αποτελεί φθηνότερη λύση σε σύγκριση με την ψυχοθεραπεία. Αυτή σπάνια καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμεία και κοστίζει από 70 έως 150 ευρώ η μία. Ένας επιπλέον λόγος είναι η ευκολία. Η ψυχοθερεπαία δηλαδή προϋποθέτει να πας στον ειδικό, ενώ το φάρμακο το παίρνεις απλώς με μισό ποτήρι νερό όπου κι αν βρίσκεσαι. Τέλος, μπορείς να αγοράσεις το φάρμακό σου από άλλη γειτονιά και να αποφύγεις το «στίγμα», ενώ αν πηγαίνεις κάθε εβδομάδα στον ψυχοθεραπευτή αργά ή γρήγορα το λες σε φίλους και γνωστούς και νιώθεις ίσως εκτεθειμένος.



Τέλος, εκτιμάται ότι πολλοί στρέφονται με ευκολία πλέον στα φάρμακα, επειδή εν τω μεταξύ ο κόσμος άρχισε να τα θεωρεί ασφαλέστερα ως σκευάσματα.