«Το Σκληρόδερμα ή Συστηματική Σκλήρυνση μπορεί να αντιμετωπιστεί έγκαιρα εάν διαγνωστεί νωρίς», είναι το φετινό μήνυμα της Ευρωπαϊκής Ημέρας για το Σκληρόδερμα (29η Ιουνίου 2012). Το σκληρόδερμα είναι ένα χρόνιο αυτοάνοσο νόσημα που προσβάλλει τις αρθρώσεις, αλλά και πολλά όργανα του σώματος (δάχτυλα χεριών, ποδιών, γαστρεντερικός σωλήνας, ήπαρ, καρδιά κ.λπ.). Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου υπολογίζεται από 1:10.000–1:30.000 στο γενικό πληθυσμό.

Συνήθως, ταλαιπωρεί γυναίκες ηλικίας 40-60 ετών, με αναλογία εμφάνισης 4 γυναίκες προς 1 άνδρα, ενώ στην παραγωγική ηλικία η αναλογία αυξάνεται σε 15 γυναίκες προς 1 άνδρα. Η παθογένεια της νόσου είναι ουσιαστικά άγνωστη, αλλά ενοχοποιούνται γενετικά και περιβαλλοντικά αίτια. Τα συμπτώματα του σκληροδέρματος μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο και να μην είναι τυπικά της νόσου για τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια, με αποτέλεσμα η διάγνωση της νόσου να είναι ιδιαίτερα δύσκολη.

Δύο από τα πρώιμα συμπτώματα της νόσου είναι το φαινόμενο Raynaud (διαταραχή της αιμάτωσης στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών) με αλλαγή του χρώματος του δέρματος (λευκό, κυανό, ερυθρό) και τα σκληρά οιδηματώδη δάχτυλα. Η νόσος μπορεί να εμφανίζει εκδηλώσεις από το δέρμα, τους πνεύμονες, τους νεφρούς, την καρδιά και το γαστρεντερικό σύστημα. Δύο από τις πλέον σοβαρές επιπλοκές της νόσου είναι η πνευμονική αρτηριακή υπέρταση και τα δαχτυλικά έλκη (επώδυνες πληγές στα δάχτυλα, αποτέλεσμα της περιορισμένης αιμάτωσης των αγγείων).

Η Ελληνική Ρευματολογική Εταιρεία και η EUSTAR (Ευρωπαϊκή Ένωση για τη Μελέτη του Σκληροδέρματος) υποστηρίζουν την έγκαιρη παραπομπή των ασθενών που εμφανίζουν πρόδρομα συμπτώματα της νόσου (φαινόμενο Raynaud και πάχυνση/σκλήρυνση του δέρματος) σε εξειδικευμένα κέντρα για περαιτέρω διερεύνηση. Να σημειωθεί ότι όλα τα πανεπιστημιακά νοσοκομεία της χώρας μας διαθέτουν ειδικευμένους στο σκληρόδερμα γιατρούς.

Η διάγνωση της νόσου γίνεται από ειδικευμένο ρευματολόγο γιατρό, με τη βοήθεια του ιατρικού ιστορικού, της κλινικής εξέτασης και κάποιων διαγνωστικών εξετάσεων, όπως οι αιματολογικές εξετάσεις και η τριχοειδοσκόπηση, η οποία ενδείκνυται για τα δακτυλικά έλκη.