Πρόκειται για μία έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Οφθαλμολογία», της Αμερικανικής Ακαδημίας Οφθαλμολογίας και είναι η πρώτη επιστημονική μελέτη που γίνεται στον γενικό πληθυσμό και δείχνει ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορεί να είναι πιο σημαντικοί από τους γενετικούς, όσον αφορά στην εκδήλωση αλλά και τη σοβαρότητα τελικά της μυωπίας.

Στην Αμερική η μυωπία αφορά περίπου το 42% του πληθυσμού. Το γεγονός ότι το ποσοστό των ανθρώπων που έχουν μυωπία όλο και αυξάνεται δείχνει ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην εκδήλωσή της. Οι παράγοντες που έχουν συσχετιστεί είναι η δουλειά στον υπολογιστή (από κοντινή απόσταση), το πόση ώρα περνάμε σε εξωτερικούς χώρους, το αν μένουμε σε αστικές ή όχι περιοχές καθώς και το μορφωτικό μας επίπεδο.

Για να διερευνήσουν καλύτερα τη συσχέτιση ανάμεσα στη μυωπία και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες ερευνητές από το Ιατρικό Πανεπιστημιακό Κέντρο στην πόλη Mainz της Γερμανίας διερεύνησαν τη μυωπία σε 4.658 Γερμανούς από 35 ως 74 ετών εξαιρώντας όσους είχαν καταρράκτη ή είχαν κάνει κάποια σχετική εγχείρηση. Τα αποτελέσματα της μελέτης τους έδειξαν ότι η μυωπία έτεινε να αυξάνεται όσο πιο μορφωμένος ήταν κανείς – το ποσοστό της ήταν 24% στους απόφοιτους δημοτικού, 35% στους απόφοιτους λυκείου και 53% στους πτυχιούχους Πανεπιστημίου. Οι ερευνητές μελέτησαν και 45 γενετικούς παράγοντες οι οποίοι αποδείχτηκε ότι έπαιζαν πολύ μικρότερο ρόλο από ότι το μορφωτικό επίπεδο.

Το αντίδοτο στη μυωπία, λένε οι ειδικοί, θα μπορούσε να είναι το να βρισκόμαστε σε εξωτερικούς χώρους όσο το δυνατόν περισσότερο. Σχετικές πρόσφατες έρευνες στην Ασία και τη Δανία έχουν δείξει ότι όσο πιο πολύ χρόνο περνάμε σε ανοιχτούς χώρους και εκτιθέμεθα στο ηλιακό φως τόσο πιο λίγη μυωπία θα έχουμε αναλογικά.