Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους ειδικούς, η μακροχρόνια λήψη αντιβιοτικών εξαλείφει τα υγιή βακτήρια του εντέρου, δημιουργώντας μια ανισορροπία στην φυσική του χλωρίδα, εντείνοντας τη φλεγμονή. Επιπλέον τα αιμοφόρα αγγεία περιορίζονται καταλήγοντας στην καταστροφή της καρδιάς. Το αποτέλεσμα της μακροχρόνιας χρήσης φαρμάκων θεωρείται σωρευτικό, καθώς όσο πιο συχνά μια γυναίκα χρησιμοποιεί αντιβιοτικά κατά τη διάρκεια της ζωής της, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο ενδεχόμενος κίνδυνος.

Οι ερευνητές, που παρακολούθησαν 36.500 γυναίκες στις ΗΠΑ, βρήκαν ότι οι περισσότερες γυναίκες, ηλικίας 60 ετών και άνω, που χρησιμοποιούσαν αντιβιοτικά για περισσότερο από δύο μήνες, ήταν 32% πιθανότερο να αναπτύξουν καρδιαγγειακές παθήσεις τα επόμενα οκτώ χρόνια, εν συγκρίσει με εκείνες που δεν έκαναν μακροχρόνια λήψη.

Αναφορικά με τις νεώτερες γυναίκες, ηλικίας κάτω των 40 ετών, το αποτέλεσμα δεν ήταν ευδιάκριτο. Ο ερευνητής Δρ Yoriko Heianza, από το Πανεπιστήμιο Tulane στη Νέα Ορλεάνη, δήλωσε: «Με τη διερεύνηση της διάρκειας της λήψης αντιβιοτικών σε ποικίλα στάδια της ενηλικίωσης διαπιστώσαμε μια συσχέτιση μεταξύ της μακροχρόνιας λήψης στη μέση ηλικία και την ζωή μεταγενέστερα, και του αυξημένου κινδύνου εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακών παθήσεων, κατά τα επόμενα οκτώ χρόνια.

Οι ερευνητές, οι οποίοι δημοσίευσαν τα ευρήματά τους στην European Heart Journal, τόνισαν ότι παρόλο που ο συνολικός σχετικός κίνδυνος αυξήθηκε, για κάθε άτομο ο απόλυτος κίνδυνος παρέμεινε μικρός. «Για κάθε 1.000 γυναίκες που παίρνουν αντιβιοτικά για τουλάχιστον δύο μήνες, μόλις οι έξι είναι πιθανό να βλάψουν την καρδιά ή τις αρτηρίες τους», συμπλήρωσαν.

Τα αντιβιοτικά είναι σχεδιασμένα να σκοτώνουν επικίνδυνα βακτήρια που προκαλούν ασθένειες και μολύνσεις, επιτελώντας όμως την λειτουργία τους, καταστρέφουν επίσης και τα ευεργετικά βακτήρια, αλλάζοντας την ισορροπία του οικοσυστήματος του εντέρου και αυξάνοντας τον κίνδυνο για την εμφάνιση ιών, επιβλαβών σκωληκοειδών και μολυσματικών μυκητιακών οργανισμών.

Ο καθηγητής Lu Qi, ειδικός στη διατροφή στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, δήλωσε: «Η χρήση αντιβιοτικών είναι ο πιο κρίσιμος παράγοντας για την αλλαγή της ισορροπίας των μικροοργανισμών στο έντερο. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει μια σύνδεση μεταξύ αλλαγών στο μικροβιοτικό περιβάλλον του εντέρου, στη φλεγμονή, στη στένωση των αιμοφόρων αγγείων, στο εγκεφαλικό επεισόδιο και τις καρδιακές παθήσεις.»

Οι πιο συνηθισμένοι λόγοι λήψης αντιβιοτικών για τις γυναίκες αποτέλεσαν οι λοιμώξεις του πνεύμονα, οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος και τα οδοντικά προβλήματα.

Ο καθηγητής Lu Qi πρόσθεσε: «Η μελέτη μάς δείχνει ότι τα αντιβιοτικά πρέπει να λαμβάνονται μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία. Λαμβάνοντας υπόψη τις δυνητικά σωρευτικές δυσμενείς επιπτώσεις, ο μικρότερος δυνατός χρόνος λήψης αντιβιοτικών είναι και ο καλύτερος».