Κατά την διάρκεια του lockdown της πανδημίας, πολλά ήταν τα ζευγάρια που αναγκάστηκαν να περάσουν μέρες ή και εβδομάδες απολαμβάνοντας την συντροφιά από το ταίρι τους, γεγονός που για ορισμένα λειτούργησε αναζωογονητικά ενώ για άλλα είχε ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις. Ρόλο σε αυτό το φαινόμενο μπορεί, σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη, να διαδραμάτισε και η οξυτοκίνη, γνωστή και ως ορμόνη της αγάπης, που αποτελεί ένα πεπτίδιο που παράγεται στον εγκέφαλο και η δράση του έχει χαρακτηριστεί ιδιαίτερα σύνθετη, αφού ως νευροδιαμορφωτής μπορεί είτε να… ενώσει τις καρδιές είτε να προκαλέσει επιθετικότητα. Αυτό είναι το συμπέρασμα που προκύπτει από μια πρόσφατη επιστημονική μελέτη σε πειραματικό στάδιο, που πραγματοποιήθηκε από τους ερευνητές του Weizmann Institute of Science.

Οξυτοκίνη και κοινωνική συμπεριφορά

Στα πλαίσια της έρευνας, πειραματόζωα που ζούσαν σε ημι-φυσικές συνθήκες είχαν υποστεί χειρισμό των εγκεφαλικών κυττάρων που παράγουν την οξυτοκίνη με πολύ ακριβή και συγκεκριμένο τρόπο. Πολλά από αυτά που γνωρίζουμε για τις δράσεις των νευροδιαμορφωτών, όπως η οξυτοκίνη, προέρχονται από μελέτες συμπεριφοράς πειραματόζωων εργαστηρίου σε τυπικές εργαστηριακές συνθήκες. Η ερευνητική ομάδα πίσω από την μελέτη δημιούργησε μια πειραματική εγκατάσταση, που τους επέτρεψε να παρατηρήσουν τα πειραματόζωα σε κάτι που έμοιαζε με το φυσικό τους περιβάλλον ή τις φυσικές συνθήκες διαβίωσής τους. Η διερεύνηση του ρόλου της οξυτοκίνης αποτέλεσε ένα είδος δοκιμαστικής κίνησης για τους ερευνητές. Γενικά η οξυτοκίνη πιστεύεται ότι μεσολαβεί υπέρ της κοινωνικής συμπεριφοράς, ωστόσο τα ευρήματα ήταν αντικρουόμενα. Ορισμένα πρότειναν μια άλλη προσέγγιση, που υποστηρίζει ότι η οξυτοκίνη μπορεί να εμπλέκεται στην ενίσχυση της αντίληψης διαφορετικών κοινωνικών ενδείξεων, τα οποία στην συνέχεια θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε προ-κοινωνικές ή ανταγωνιστικές συμπεριφορές.

Τι ρόλο παίζει η προσωπικότητα και το πλαίσιο;

«Η οξυτοκίνη εμπλέκεται, όπως έχουν δείξει προηγούμενα πειράματα, σε κοινωνικές συμπεριφορές όπως η επαφή με τα μάτια ή τα συναισθήματα εγγύτητας» υποστηρίζουν οι ερευνητές. «Ωστόσο, τα ευρήματά μας δεν δείχνουν ότι βελτιώνει την κοινωνικότητα σε γενικές γραμμές. Τα αποτελέσματά της εξαρτώνται τόσο από το πλαίσιο όσο και από την προσωπικότητα» δηλώνουν χαρακτηριστικά. «Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε τις πολυπλοκότητες της συμπεριφοράς, πρέπει να μελετήσουμε τη συμπεριφορά σε ένα σύνθετο περιβάλλον. Μόνο τότε μπορούμε να αρχίσουμε να μεταφράζουμε ευρήματα για την ανθρώπινη συμπεριφορά» καταλήγουν.