Η έννοια της απώλειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανθρώπινη υπόσταση. Ολη η ζωή μας συνδέεται με πολλές και διαφορετικές απώλειες, λιγότερο ή περισσότερο σημαντικές, αναστρέψιμες ή μη. Τα υπαρξιακά αλλά και τα ρεαλιστικά μας άγχη συνδέονται με κάποια μορφή πιθανής απώλειας. Το ότι μεγαλώνουμε και χάνουμε σταδιακά τη νεότητά μας τόσο σε βιολογικό όσο και σε εμφανισιακό επίπεδο είναι μια σταδιακή απώλεια που καλούμαστε να διαχειριστούμε και να προσαρμοστούμε σε νέα δεδομένα. Εξασκούμαστε όλη μας τη ζωή στην απώλεια για να αντιμετωπίσουμε τη μόνη μη αναστρέψιμη και βέβαιη απώλεια, τον θάνατο, ουσιαστικά την απώλεια της ύπαρξής μας. Πολλά είναι τα παραδείγματα απωλειών που όλοι μας έχουμε κληθεί να διαχειριστούμε καθώς και αυτά που θα κληθούμε στο μέλλον να αντιμετωπίσουμε.

Για παράδειγμα την απώλεια ενός χωρισμού, την απώλεια της εργασίας ή και της οικονομικής μας σταθερότητας, τον θάνατο ενός κατοικιδίου, την απώλεια των ονείρων μας και των σχεδίων που ποτέ δεν εκτελέσαμε, την απώλεια «ελευθερίας».

Η ψυχίατρος Elisabeth Kübler-Ross («On Death and Dying», 1969), ήταν η πρωτοπόρος στην έρευνα και κλινική μελέτη του πένθους και κατέληξε σε πέντε στάδια που συνδέονται με την απώλεια γενικότερα.

Με το πένθος ή την απώλεια συνδέονται

Αρνηση. «Δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο… δεν το πιστεύω. Οχι!». Το άτομο «αρνείται» να δεχθεί το ρεαλιστικό γεγονός.
Είναι η άμυνα του οργανισμού στο σοκ της απώλειας και η σταδιακή προσαρμογή με στόχο την αποδοχή.

Θυμός. «Είναι άδικο. Δεν το αξίζω αυτό». «Τι έκανα και τιμωρούμαι έτσι;».
Το άτομο που πενθεί είναι θυμωμένο με όλους και με όλα. Θυμώνει όσο προχωρεί προς τη συνειδητοποίηση της απώλειας. Προσπαθεί να βρει κάποιον/κάτι για να του αποδώσει τις ευθύνες, να τον κατηγορήσει. Μπορεί να γίνει εχθρικός και επιθετικός.

Διαπραγμάτευση. «Θα γίνω καλύτερος άνθρωπος, θα αλλάξω» ή «αν είχα κάνει αυτό, ίσως να μην είχε συμβεί το άλλο», ή «αν δεν συμβεί αυτό ή π.χ. γίνω καλά, τότε υπόσχομαι να…».
Κάπου εδώ το άτομο αρχίζει να συνειδητοποιεί την πραγματικότητα, την απώλεια και ψάχνει «μαγικούς» τρόπους ανακούφισης και λύσης.

Κατάθλιψη. Ο εσωτερικευμένος θυμός εσωστρέφεται προς τον πενθούντα καθώς το άτομο αρχίζει και συνειδητοποιεί την απώλεια και έρχεται σε επαφή με τα συναισθήματα της θλίψης, του πόνου, της αβεβαιότητας και του φόβου. Το κλάμα είναι μία θετική συναισθηματική εκφόρτιση καθώς και η όποια συζήτηση/επικοινωνία με άλλους ανθρώπους ή και με κάποιον ειδικό ή και σε κάποια ψυχοθεραπευτική ομάδα πένθους.

Αποδοχή. «Η ζωή οφείλει να συνεχιστεί. Εχω τόσο πολλά και σημαντικά που με περιμένουν/να κάνω. Εχω αποδεχθεί την απώλεια και πραγματικά πιστεύω ότι όλα τελικά θα πάνε καλά!».
Δεν βιώνουν όλοι οι άνθρωποι και τα πέντε αυτά στάδια με την ίδια σειρά, ένταση και διάρκεια.

Κάθε απώλεια και κάθε πένθος είναι ένα μοναδικά ιδιοσυγκρασιακό γεγονός και αυτό που έχει σημασία είναι να το αναγνωρίσουμε να το αποδεχθούμε ως αναμενόμενο και φυσιολογικό, να του δώσουμε τον χώρο και τον χρόνο να εκφραστεί και να αποσυμφορηθεί υγιώς και αποτελεσματικά, έτσι ώστε να προχωρήσουμε!

Κάθε άνθρωπος έχει μάθει να «πενθεί» και να διαχειρίζεται την απώλεια με τον δικό τρόπο και δεν υπάρχει «σωστό» και «λάθος» στο πώς βιώνει και εξωτερικεύει τη θλίψη του