Τα πολύ πρώιμα στάδια της νόσου του Αλτσχάιμερ μπορεί να είναι δύσκολο να εντοπιστούν. Οι αλλαγές στον εγκέφαλο μπορούν να ξεκινήσουν μια δεκαετία ή περισσότερο πριν τα προβλήματα με την μνήμη ή την σκέψη ενώ όταν τα πρώτα συμπτώματα εμφανιστούν μπορούμε εύκολα να θεωρήσουμε ότι πρόκειται για φυσιολογική λήθη. Λύση στο πρόβλημα, έρχεται να δώσει νέα έρευνα για το έντερο και το μικροβίωμά του, που προτείνει έναν νέο τρόπο για την έγκαιρη διάγνωση της νόσου, όταν η θεραπεία μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική.

Στην μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Science Translational Medicine, αναφέρεται ότι τα άτομα στην πρώιμη φάση της νόσου, που δεν έχουν εξωτερικά σημάδια ύφεσης, έχουν διαφορετική σύνθεση μικροβίων στο έντερό τους από τα υγιή άτομα.

«Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι τα μικροβιώματα του εντέρου των ατόμων με κλινική νόσο του Αλτσχάιμερ (όταν η εξασθένηση της μνήμης και της γνωστικής ικανότητας είναι εμφανής) είναι διαφορετικά από εκείνα των ατόμων που είναι γνωστικά υγιή», λέει η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Aurora Ferreiro, PhD, μεταδιδακτορική ερευνήτρια από την Ιατρική Σχολή του Washington University.

Πώς συνδέεται έντερο και εγκέφαλος

Στα πλαίσια της ανάλυσης, 164 γνωστικά υγιείς ενήλικες ηλικίας από 68 έως 94 ετών υποβλήθηκαν σε έλεγχο μέσω σαρώσεων εγκεφάλου PET και MRI και σε ανάλυση εγκεφαλονωτιαίου υγρού.

Οι ερευνητές έψαχναν για συστάδες του β-αμυλοειδούς και της πρωτεΐνης TAU, που θεωρούνται τα διακριτικά χαρακτηριστικά της νόσου του Αλτσχάιμερ ακόμη και σε προκλινικά στάδια.

Διαβάστε επίσης: Ενδομητρίωση: Μπορεί να οφείλεται σε βακτήριο;

Σχεδόν το ένα τρίτο (49 συμμετέχοντες) είχε αυτές τις ενδείξεις πρώιμου Αλτσχάιμερ. Εξετάζοντας δείγματα, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι παρόλο που όλα τα άτομα ακολουθούσαν βασικά την ίδια δίαιτα (σύμφωνα με τις απαντήσεις τους στα ερωτηματολόγια διατροφής), όσοι είχαν συσσωρεύσεις β-αμυλοειδούς και της πρωτεΐνης TAU είχαν διαφορετικά βακτήρια στο έντερο συγκριτικά με τα υγιή άτομα.

Η δρ Aurora Ferreiro σημειώνει ότι η ομάδα της εντόπισε επτά είδη βακτηρίων που «βελτίωσαν σημαντικά την ικανότητά μας να προβλέψουμε εάν ένα άτομο είχε προκλινική νόσο του Αλτσχάιμερ ή όχι».

Επισημαίνει ωστόσο ότι η ερευνητική ομάδα δεν ισχυρίζεται ότι συγκεκριμένα βακτήρια αυξάνουν τον κίνδυνο Αλτσχάιμερ. Τα ευρήματα δείχνουν μόνο μια σύνδεση μεταξύ της σύνθεσης του μικροβιώματος του εντέρου και της νόσου.

Τεστ του εντερικού μικροβιώματος θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη διάγνωση του Αλτσχάιμερ

Εάν τα ευρήματα επιβεβαιωθούν από περαιτέρω μελέτες, η δρ Aurora Ferreiro βλέπει την δυνατότητα χρήσης test του μικροβιώματος του εντέρου για τον προσδιορισμό του κινδύνου εμφάνισης άνοιας.

«Ένα άτομο που έχει επισημανθεί ότι αντιμετωπίζει αυξημένο κίνδυνο, με βάση τα αποτελέσματα των δοκιμών του εντέρου μπορεί να παραπεμφθεί σε έλεγχο παρακολούθησης για καθιερωμένους βιοδείκτες του Αλτσχάιμερ, όπως οι συστάδες του β-αμυλοειδούς και της πρωτεΐνης TAU» αναφέρει η ίδια.

Σύμφωνα με το Alzheimer’s Association, η έγκαιρη διάγνωση παρέχει περισσότερες πιθανότητες στον ασθενή να επωφεληθεί από διάφορες θεραπείες, συμπεριλαμβανομένων των φαρμάκων και των αλλαγών στον τρόπο ζωής, όπως ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης, η διακοπή του καπνίσματος, η περισσότερη άσκηση, η νοητική και κοινωνική δραστηριότητα.