Πολλοί singles δέχονται συχνά πειράγματα για την επιλογή τους να είναι μόνοι. Ακόμα κι αν έχουν ταίρι, αλλά δεν επιθυμούν να προβούν σε γάμο, πάλι μπορεί να τους τεθεί το ερώτημα από τον περίγυρο: «Μα ποιος θα είναι δίπλα σου στα γεράματα; Τι θα γίνει αν αρρωστήσεις;». Σε τέτοιες φράσεις, υπονοείται μια παραδοχή: ότι οι παντρεμένοι δεν έχουν λόγο ανησυχίας. Ωστόσο, σύμφωνα με τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Marriage and Family, οι περισσότεροι γάμοι καταλήγουν σε διαζύγιο όταν προκύπτει πρόβλημα υγείας συγκεκριμένα στη σύζυγο και όχι στον σύζυγο.
Οι Ιταλοί κοινωνικοί επιστήμονες Daniele Vignoli, Giammarco Alderotti και Cecilia Tomassini, παρακολούθησαν πάνω από 25.000 ετεροφυλόφιλα ζευγάρια ηλικίας 50 ετών και άνω από 27 ευρωπαϊκές χώρες για τις ανάγκες της μελέτης τους που διήρκεσε 18 χρόνια. Οι συμμετέχοντες απαντούσαν επανειλημμένα ανά χρονικά διαστήματα σε ερωτήσεις σχετικά με την υγεία τους, ψυχική και σωματική, αν είχαν περιορισμούς στις καθημερινές τους δραστηριότητες χωρίς βοήθεια και αν συνέχιζαν να είναι μαζί.
Οι ερευνητές εξέτασαν ξεχωριστά τα ζευγάρια ηλικίας από 50 έως 64 ετών και εκείνα στα οποία τουλάχιστον ένας από τους δύο ήταν 65 ετών ή μεγαλύτερος.
Ζευγάρια ηλικίας από 50 έως 64 ετών
Για τα ζευγάρια αυτής της ηλικίας, όταν η σύζυγος είχε θέματα υγείας αλλά ο σύζυγος όχι, ο γάμος τους ήταν πιο πιθανό να τελειώσει σε σύγκριση με περιπτώσεις κατά τις οποίες και οι δύο είχαν καλή υγεία. Αν όμως ήταν ο σύζυγος που είχε προβλήματα υγείας και η σύζυγος δεν είχε, δεν υπήρχε αυξημένη πιθανότητα διαζυγίου.
Το ίδιο μοτίβο παρατηρήθηκε και στην περίπτωση των περιορισμών στην καθημερινότητα. Όταν η σύζυγος είχε σοβαρούς περιορισμούς στις καθημερινές της δραστηριότητες αλλά ο σύζυγος όχι, το ζευγάρι ήταν πιο πιθανό να χωρίσει. Αντίθετα, αν οι περιορισμοί αφορούσαν τον σύζυγο, δεν διαπιστώθηκε αύξηση στην πιθανότητα διαζυγίου.
Επιπλέον, όταν η σύζυγος έπασχε από κατάθλιψη και ο σύζυγος όχι, ο γάμος ήταν πιο πιθανό να τελειώσει απ’ ό,τι αν κανένας δεν ήταν καταθλιπτικός. Αλλά ο γάμος ήταν εξίσου πιθανό να τελειώσει και όταν η κατάθλιψη αφορούσε τον σύζυγο και όχι τη σύζυγο.
Ζευγάρια όπου τουλάχιστον ο ένας σύντροφος ήταν 65 ετών ή μεγαλύτερος
Για τα μεγαλύτερα ζευγάρια, η κατάθλιψη φάνηκε να παίζει σημαντικότερο ρόλο από τη σωματική υγεία ή τους περιορισμούς στις δραστηριότητες. Και πάλι εμφανίστηκε το έμφυλο μοτίβο: αν η σύζυγος ήταν καταθλιπτική και ο σύζυγος όχι, ο γάμος ήταν πιο πιθανό να τελειώσει απ’ ό,τι αν κανένας από τους δύο δεν είχε κατάθλιψη. Αν όμως ήταν ο σύζυγος καταθλιπτικός και όχι η σύζυγος, δεν παρατηρήθηκε αύξηση στην πιθανότητα διαζυγίου.
Γιατί είναι πιο πιθανό το διαζύγιο όταν αρρωσταίνει η σύζυγος και όχι ο σύζυγος;
Οι ερευνητές δεν εξέτασαν συγκεκριμένα τις αιτίες πίσω από τα ευρήματά τους, ούτε πρόσφεραν εκτενείς εξηγήσεις. Υποθέτουν όμως ότι, συνήθως, ο ρόλος του φροντιστή ανήκει στις γυναίκες και ότι η κατάσταση είναι πιο στρεσογόνα για το ζευγάρι όταν εκείνες αρρωσταίνουν. Ίσως πάλι κάποιες γυναίκες να εξαρτώνται οικονομικά από τους συζύγους τους και να βρίσκονται σε ευάλωτη θέση. Άλλη μια υπόθεση θα μπορούσε να είναι η προσδοκία αρκετών ανδρών πως αφού παντρευτούν, θα τους φροντίζουν. Όταν αντιστρέφονται οι ρόλοι και είναι εκείνοι που καλούνται να αναλάβουν εντατική φροντίδα, κάποιοι επιλέγουν να αποχωρήσουν αντί να ανταποκριθούν.
Δεν είναι η πρώτη φορά που μελέτη δείχνει ότι ένας ετεροφυλόφιλος γάμος είναι πιο πιθανό να τελειώσει όταν η σύζυγος αρρωσταίνει σοβαρά, απ’ ό,τι όταν αρρωσταίνει ο σύζυγος.
Σε άλλη έρευνα με άτομα που είχαν διαγνωστεί με όγκο στον εγκέφαλο ή σκλήρυνση κατά πλάκας, ο σύντροφος ήταν πιο πιθανό να «εγκαταλείψει» (όπως το διατύπωσαν οι συγγραφείς) όταν η σύζυγος ήταν αυτή που ασθενούσε. Σε εκείνες τις περιπτώσεις, το 21% των γάμων διαλύθηκε. Όταν ο σύζυγος αρρώστησε σοβαρά, το διαζύγιο προέκυψε μόνο στο 3% των περιπτώσεων. Πρόκειται για μια μεγάλη διαφορά — οι γάμοι είναι περίπου επτά φορές πιο πιθανό να τελειώσουν όταν η σύζυγος αρρωστήσει σοβαρά σε σύγκριση με όταν αρρωστήσει ο σύζυγος. Ωστόσο, τα δεδομένα δείχνουν επίσης ότι οι περισσότεροι γάμοι δεν καταλήγουν σε διαζύγιο όταν ένας από τους δύο συντρόφους ασθενήσει. Ακόμα κι όταν είναι η σύζυγος αυτή που νοσεί, μόνο περίπου 1 στους 5 γάμους τελειώνει τα επόμενα χρόνια.
Τι συμβαίνει μετά το διαζύγιο σε μεγαλύτερη ηλικία;
Ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι που δεν έχουν παντρευτεί, συχνά τα πηγαίνουν καλύτερα από όσους έχουν μόλις χωρίσει ή μόλις έχουν χηρέψει. Οι ελεύθεροι γνωρίζουν πώς να διαχειρίζονται τη ζωή τους χωρίς σύντροφο. Σε αντίθεση με τα ζευγάρια που ίσως έχουν μοιραστεί διάφορες δουλειές και υποχρεώσεις, οι singles έχουν μάθει να κάνουν τα πάντα μόνοι τους ή να βρίσκουν βοήθεια όταν την χρειάζονται. Επιπλέον, είναι πιο πιθανό να έχουν διατηρήσει τις σχέσεις τους με φίλους και άλλους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή τους. Αν είναι «ελεύθεροι εκ πεποιθήσεως», νιώθουν επίσης πιο άνετα με τη μοναξιά.
Όπως και να έχει, ένα είναι βέβαιο: οι ερωτήσεις του στυλ: «Ποιος θα είναι εκεί για σένα μεγαλώνοντας;», δεν αφορούν μόνο τους ελεύθερους, αλλά όλους μας…