Σε μια ασυνήθιστη παρουσίαση μπροστά σε δημοσιογράφους, ο Τόμας Μίτζλεϊ Τζούνιορ άνοιξε μια φιάλη και εισέπνευσε βαθιά τις αναθυμιάσεις.

«Θα μπορούσα να το κάνω κάθε μέρα χωρίς κανένα πρόβλημα υγείας» διαβεβαίωσε το ακροατήριο.

Λίγο αργότερα, ο Μίτζλεϊ αρρώστησε από δηλητηρίαση με μόλυβδο. Οι συνέπειες, όμως, δεν αφορούσαν μόνο τη δική του υγεία.

Ήταν τον Οκτώβριο του 1924  όταν ο Μίτζλεϊ, χημικός μηχανικός που τότε εργαζόταν σε μεγάλη εταιρεία, οργάνωσε τη συνέντευξη Τύπου για να προωθήσει την τελευταία του εφεύρεση: ένα βελτιωτικό καύσης που ονομαζόταν τετρααιθυλιούχο μόλυβδος.

Η προσθήκη του στη βενζίνη αντιμετώπιζε το πρόβλημα της πρόωρης ανάφλεξης καυσίμου που προκαλούσε θόρυβο και φθορές στους κινητήρες των αυτοκινήτων.

Ως αποτέλεσμα, εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο εκτέθηκαν σε μόλυβδο, ένα άκρως δηλητηριώδες μέταλλο, ειδικά για το νευρικό σύστημα των παιδιών, στα οποία μπορεί να προκαλέσει νοητική υστέρηση και συμπεριφορικές διαταραχές.

Λόγω της τοξικής εφεύρεσής του, ο Μίτζλεϊ θεωρείται ο επιστήμονας που προκάλεσε περισσότερους θανάτους από οποιονδήποτε άλλο.

Σύμφωνα με μελέτη του 2024, ο μόλυβδος που χρησιμοποιούταν ως πρόσθετο της βενζίνης στη διάρκεια του 20ού αιώνα είναι πιθανό να προκάλεσε 151 εκατομμύρια επιπλέον περιστατικά ψυχικών διαταραχών μόνο στις ΗΠΑ

Αυτό όμως δεν ήταν το μόνο σημάδι που ο Μίτζλεϊ άφησε στην ιστορία. Ο εφευρέτης ξαναχτύπησε λίγα χρόνια αργότερα όταν ανακάλυψε ότι μια ομάδα ουσιών που ονομάζονται χλωροφθοράνθρακες (CFC) ήταν ιδανικό υποκατάστατο για τα εύφλεκτα ψυκτικά αέρια που χρησιμοποιούνταν στα ψυγεία της εποχής.

Πέρασαν δεκαετίες μέχρι να γίνει αντιληπτό ότι οι CFC καταστρέφουν το στρώμα του όζοντος. Παρά την απαγόρευσή τους με τη Συνθήκη του Μόντρεαλ το 1987, η λεγόμενη τρύπα του όζοντος χρειάζεται αρκετές ακόμα δεκαετίες μέχρι να επουλωθεί.

Εφευρέτης από κούνια

Γεννημένος στο Μπίβερ Φολς της Πενσιλβάνια το 1889, ο Μίτζλεϊ είχε ταλέντο στο να βρίσκει νέες χρήσεις για χημικές ουσίες. Στο λύκειο, τύλιξε μπάλες του μπέιζμπολ με φελλό για να τους δώσει μια πιο καμπύλη πορεία, ένα κόλπο που τελικά υιοθέτησαν οι επαγγελματίες αθλητές.

Λέγεται μάλιστα ότι κουβαλούσε πάντα μαζί του ένα αντίγραφο του περιοδικού πίνακα, βασικού εργαλείου του στην προσπάθεια να βρει νέες πρακτικές εφαρμογές της χημείας.

Το 1916 του ζητήθηκε να βρει λύση στο πρόβλημα στην πρόωρη ανάφλεξη της βενζίνης στους κινητήρες.

«Για την ανάπτυξη ισχυρότερων κινητήρων, οι κατασκευαστές έπρεπε πρώτα να αντιμετωπίσουν ένα σημαντικό τεχνικό πρόβλημα», εξηγεί στο CNN ο Τζέραλντ Μάρκοβιτς, καθηγητής ιστορίας στο City University της Νέας Υόρκης.

Ο εφευρέτης πειραματίστηκε με χιλιάδες ουσίες πριν καταλήξει στον τετρααιθυλιούχο μόλυβδο, ο οποίος άρχισε να χρησιμοποιείται ως πρόσθετο καυσίμων το 1923.

«Εκφράστηκαν ανυσυχίες, δεδομένου ότι ή τοξική δράση του μολύβδου ήταν ήδη γνωστή» επισημαίνει ο Μάρκοβιτς. «Όμως η θέση της βιομηχανίας ήταν πως δεν υπήρχε απόδειξη ότι ο μόλυβδος από τις εξατμίσεις θα έβλαπτε τον κόσμο».

Ο τετρααιθυλιούχος μόλυβδος δεν απαγορεύτηκε ακόμα και όταν έγινε αντιληπτό ότι οι εργάτες που δούλευαν για την Παρασκευή του αρρώσταιναν και «κυριολεκτικά τρελαίνονταν από την έκθεση» λέει ο καθηγηγής Ιστορίας.

Ο Μίτζλεϊ είχε πέσει και ο ίδιος θύμα δηλητηρίασης στη διάρκεια των πειραματισμών του, όπως παραδεχόταν σε επιστολή του το 1923. «Είχε δηλητηρίαση από μόλυβδο μέχρι το τέλος της ζωής του» λέει ο Μάρκοβιτς.

Λίγα χρόνια μετά το λανσάρισμα του τετρααιθυλιούχου μολύβδου, ο Μίτζλεϊ ανέλαβε να αναπτύξει εναλλακτικές λύσεις στη θέση της αμμωνίας και άλλων εύφλεκτων και τοξικών αερίων που χρησιμοποιούνταν στα ψυγεία και προκαλούσαν ατυχήματα. Δημιούργησε έτσι το Freon, τον πρώτο χλωροφθοράνθρακα.

Σε μια νέα συνέντευξη Τύπου το 1930, ο χημικός μηχανικός εισέπνευσε το αέριο και μετά το φύσηξε για να σβήσει ένα κερί, απόδειξη ότι ήταν μη τοξικό και μη εύφλεκτο.

Πέρασαν τρεις δεκαετίες από τον θάνατο του Μίτζλεϊ μέχρι να γίνει αντιληπτή τη δεκαετία του 1970 η επίδραση των CFC στο στρατοσφαιρικό όζον.

Τραγικός θάνατος

Ο Μίτζλεϊ αρρώστησε με πολυομυελίτιδα το 1940 και έμεινε παράλυτος, οπότε εφηύρε ένα μηχάνημα με τροχαλίες που τον σήκωνε μόνο του από το κρεβάτι και τον μετέφερε στο αναπηρικό καρότσι.

Στις 2 Νοεμβρίου 1944, μπερδεύτηκε στους ιμάντες του μηχανήματος και πέθανε από ασφυξία.

Πολλοί θεώρησαν ειρωνική την περίπτωση του εφευρέτη που χάνει τη ζωή του από την ίδια του την εφεύρεση. Ορισμένοι όμως  πιστεύουν πως στην πραγματικότητα επρόκειτο για αυτοχειρία.

«Η αυτοκτονία ήταν η επίσημη αιτία θανάτου» λέει στο CNN ο Μπιλ Κόβαρικ, καθηγητής επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Radford της Βιρτζίνια.

«Είχε ένα τεράστιο αίσθημα ενοχής. Η βιομηχανία τού έλεγε ότι ήταν ιδιοφυία, όμως αυτά που έκανε αποδείχθηκε αναδρομικά ότι ήταν ανεύθυνα. Η δηλητηρίαση από μόλυβδο μπορεί να έπαιξε ρόλο στην ψύχωσή του».

Αν και είναι εύκολο να δαιμονοποιήσει κανείς τον Μίτζλεϊ, οι ιστορικοί τον θεωρούν ενδεικτική περίπτωση μιας περιόδου όπου η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας δεν ήταν πρώτη προτεραιότητα.

«Αν δεν ήταν ο Μίτζλεϊ, είμαι σίγουρος ότι κάποιος άλλος θα βρισκόταν να προτείνει αυτές τις λύσεις» λέει ο Μάρκοβιτς.

«Μόνο όταν εμφανίστηκε το περιβαλλοντικό κίνημα τις δεκαετίες του 1960 και 1970 άρχισαμε να λαμβάνουμε υπόψη τις πιθανές συνέπειες της τεχνολογικής προόδου».

«Μέχρι τη δεκαετία του 1950, λίγες φωνές αμφισβητούσαν την ιδέα ότι η πρόοδος ήταν το πιο σημαντικό προϊόν μας».

Πηγή: In.gr