Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι οι ξεχασμένες αναμνήσεις ίσως δεν είναι τόσο μη ανακτήσιμες όσο θεωρούσαμε. Η μνήμη φαίνεται να συνδέεται στενά με το πλαίσιο, μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε. Γι’ αυτό, ερεθίσματα όπως οσμές, ήχοι και συναισθήματα που βιώθηκαν, όταν δημιουργήθηκε μια ανάμνηση μπορούν να βοηθήσουν στην ανάκλησή της. Νέα έρευνα έρχεται να το επιβεβαιώσει.
Ωστόσο, δεν είναι σαφές πώς αυτές οι αναμνήσεις ξεχνιούνται ξανά μετά την ανάκλησή τους. Όπως γνωρίζουν οι περισσότεροι, η ανάκληση μιας μνήμης γίνεται δυσκολότερη όσο περνά ο χρόνος. Όμως, ο ρυθμός λήθης μειώνεται σταδιακά με μη γραμμικό τρόπο, λόγω της συνεχιζόμενης εδραίωσης της μνήμης. Με πιο απλά λόγια, ξεχνάμε πιο γρήγορα τις πρώτες μέρες ή εβδομάδες, αλλά στη συνέχεια η λήθη επιβραδύνεται.
Τι έδειξε η έρευνα
Σε νέα σχετική έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences, Γερμανοί επιστήμονες επιχείρησαν να προσδιορίσουν αν η νοητική μεταφορά στον χρόνο μπορεί να επαναφέρει τις αναμνήσεις και τη δυναμική τους στην κατάσταση που βρίσκονταν, τη στιγμή αμέσως μετά τη δημιουργία τους. Για τον σκοπό αυτό, μελέτησαν 1.216 συμμετέχοντες, που πήραν μέρος σε δύο διαφορετικά πειράματα μνήμης.
Τα πειράματα
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες. Στο πρώτο πείραμα, έπρεπε να απομνημονεύσουν μια λίστα λέξεων. Στο δεύτερο, διάβασαν ένα κείμενο. Σε κάποιες ομάδες ζητήθηκε να ανακαλέσουν το υλικό χωρίς πλαίσιο, χωρίς «νοητικό ταξίδι στον χρόνο». Οι υπόλοιποι κλήθηκαν να ανακαλέσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα που ένιωθαν όταν μάθαιναν το υλικό, δηλαδή να επαναφέρουν το πλαίσιο. Οι συμμετέχοντες επανέφεραν τις αναμνήσεις τους είτε μετά από 4 ώρες, 24 ώρες ή 7 ημέρες από την αρχική μάθηση.
Οι επιστήμονες υπέθεσαν ότι η νοητική επιστροφή στη στιγμή που δημιουργήθηκε η μνήμη ενισχύει άμεσα τη δυνατότητα ανάκλησης και επαναφέρει τη μνήμη σε μια κατάσταση παρόμοια με την αρχική, αλλάζοντας ακόμη και τον μελλοντικό ρυθμό λήθης.
Και πράγματι, αυτό επιβεβαιώθηκε. Οι συμμετέχοντες που εφάρμοσαν «νοητική μεταφορά στον χρόνο» εμφάνισαν καμπύλη λήθης παρόμοια με την αρχική, λες και η μνήμη τους είχε μόλις δημιουργηθεί.
Ένα σημαντικό εύρημα, επίσης, ήταν πως το αποτέλεσμα ήταν πιο ισχυρό, όταν η αναβίωση της μνήμης έγινε νωρίς (στις 4 ή 24 ώρες). Όσο περισσότερος χρόνος περνούσε (7 ημέρες), τόσο μειωνόταν η αποτελεσματικότητα της μεθόδου.
Ο Σίσυφος και η μνήμη
Οι συγγραφείς της μελέτης παρομοιάζουν αυτή τη διαδικασία με τον μύθο του Σίσυφου, ο οποίος σπρώχνει αιώνια έναν τεράστιο βράχο προς στην κορυφή ενός λόφου. Όπως ο βράχος επιστρέφει και ο Σίσυφος αναγκάζεται να τον ξανασπρώχνει, έτσι και οι αναμνήσεις «ανασταίνονται» προσωρινά, αλλά μετά αρχίζει πάλι η φθορά.
Αυτό αντιτίθεται στην παλαιότερη άποψη ότι η αναβίωση του πλαισίου είναι απλώς ένα παροδικό φαινόμενο. Αν ήταν πράγματι παροδικό, τότε η ενίσχυση της ανάμνησης θα εξαφανιζόταν γρήγορα, κάτι που δεν παρατηρήθηκε σε όσους έκαναν «νοητική επιστροφή».
Συμπεράσματα
Η έρευνα προσφέρει ελπίδα ότι παλιές αναμνήσεις μπορούν να ενισχυθούν ή ακόμη και να «αναστηθούν».