Επιστήμονες από τα πανεπιστήμια του Reading και του Durham στο Ηνωμένο Βασίλειο ανακάλυψαν μια σύνδεση μεταξύ του μεγέθους του εγκεφάλου και του μεγέθους του αντίχειρα σε 95 είδη πρωτευόντων θηλαστικών, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων. Σε όλα τα είδη που μελέτησαν, διαπίστωσαν ότι όσο πιο μακρύς είναι ο αντίχειρας, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο εγκέφαλος. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι οι αντίχειρες και οι εγκέφαλοι πιθανότατα εξελίχθηκαν παράλληλα κατά τη διάρκεια εκατομμυρίων ετών εξέλιξης των πρωτευόντων. Καθώς, δηλαδή, τα πρωτεύοντα θηλαστικά ανέπτυσσαν καλύτερες δεξιότητες χειρισμού αντικειμένων, ο εγκέφαλός τους έπρεπε να μεγαλώσει ώστε να μπορεί να επεξεργάζεται και να αξιοποιεί αποτελεσματικά αυτές τις νέες ικανότητες.
«Καθώς οι πρόγονοί μας γίνονταν πιο ικανοί στο να πιάνουν και να χειρίζονται αντικείμενα, ο εγκέφαλός τους έπρεπε να μεγαλώσει για να μπορεί να υποστηρίζει αυτές τις νέες δεξιότητες», δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης, Δρ Τζοάνα Μπέικερ. «Αυτές οι ικανότητες έχουν τελειοποιηθεί μέσα από εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης του εγκεφάλου», εξήγησε.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι αντίχειρες των ομινινών – της ομάδας που περιλαμβάνει τους σύγχρονους ανθρώπους, τα εξαφανισμένα ανθρώπινα είδη και όλους τους άμεσους προγόνους μας – βρέθηκαν να είναι σημαντικά πιο μακριοί από εκείνους των υπόλοιπων πρωτευόντων. Οι ανθρώπινοι εγκέφαλοι είναι επίσης πολύ μεγαλύτεροι από τους εγκεφάλους των μη ανθρώπινων πρωτευόντων.
Οι επιστήμονες έκαναν όμως και μια απρόσμενη ανακάλυψη σχετικά με το ποιο τμήμα του εγκεφάλου μεγαλώνει παράλληλα με τους μακρύτερους αντίχειρες στα πρωτεύοντα. Αρχικά, περίμεναν ότι οι μακρύτεροι αντίχειρες θα σχετίζονταν με την παρεγκεφαλίδα — το τμήμα του εγκεφάλου που εμπλέκεται έντονα με την κίνηση και τον συντονισμό. Ωστόσο, οι μακρύτεροι αντίχειρες συνδέθηκαν με το νεοφλοιό – μια πολύπλοκη, πολυεπίπεδη περιοχή που καταλαμβάνει περίπου το μισό του όγκου του ανθρώπινου εγκεφάλου και σχετίζεται επίσης με την κίνηση και τον συντονισμό.
Ο νεοφλοιός επεξεργάζεται αισθητηριακές πληροφορίες και είναι υπεύθυνος για τη γνωστική λειτουργία και τη συνείδηση.
Η ερευνητική ομάδα τόνισε ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διαπιστωθεί με ποιον ακριβώς τρόπο ο νεοφλοιός υποστηρίζει τις ικανότητες χειρισμού αντικειμένων. Η εν λόγω έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Communications Biology, παρέχει την πρώτη άμεση ένδειξη ότι η επιδεξιότητα των χεριών και η εξέλιξη του εγκεφάλου είναι συνδεδεμένες σε ολόκληρη τη γραμμή εξέλιξης των πρωτευόντων — από τους λεμούριους έως τους ανθρώπους.
Μεγαλύτερος εγκέφαλος, περισσότερη εξυπνάδα;
Ωστόσο, η επιστημονική ομάδα διευκρινίζει ότι το μήκος του αντίχειρα δεν αποτυπώνει πλήρως την πολυπλοκότητα της ποικιλομορφίας των πρωτευόντων ως προς τη δεξιοτεχνία και τις επιδεξιότητες:
«Η επιδεξιότητα των πρωτευόντων δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το μήκος του αντίχειρα· παρόλα αυτά, το μήκος μπορεί να μας δώσει κάποιες γενικές ενδείξεις».
Επίσης, το μέγεθος του εγκεφάλου δεν καθορίζει απαραίτητα το επίπεδο ευφυΐας. Έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει μια ασθενής συσχέτιση ανάμεσα στα δύο.
«Δεν μπορούμε να πούμε έτσι απλά ότι “μεγαλύτερος εγκέφαλος σημαίνει περισσότερη εξυπνάδα”», είπε η Δρ Μπέικερ.
«Ένας μεγαλύτερος εγκέφαλος μπορεί να συνεπάγεται αύξηση σε διαφορετικές περιοχές του, οι οποίες σχετίζονται με διάφορες πλευρές της συμπεριφοράς, της σκέψης, του κινητικού ελέγχου κ.λπ.», συνέχισε η ίδια.
Ενδιαφέρον είναι ότι η επιδεξιότητα έχει κόστος – ακόμη και για είδη με μεγάλο εγκέφαλο, όπως ο άνθρωπος.
Παρόλο που οι άνθρωποι έχουν τους μεγαλύτερους εγκεφάλους από όλα τα πρωτεύοντα και είναι εξαιρετικά ικανοί στη χρήση των χεριών τους, χρειάζονται πολύ περισσότερο χρόνο για να κατακτήσουν ακόμη και τις πιο απλές κινήσεις χεριών και δαχτύλων, σε σύγκριση με άλλα πρωτεύοντα.
Τα ανθρώπινα βρέφη χρειάζονται κατά μέσο όρο περίπου πέντε μήνες μέχρι να μπορέσουν να πιάσουν σκόπιμα ένα αντικείμενο, ενώ πιο σύνθετες δεξιότητες – όπως το να τρώνε με πιρούνι και μαχαίρι ή να δένουν τα κορδόνια τους – μπορεί να απαιτήσουν άλλα πέντε με έξι χρόνια. Μέχρι εκείνη την ηλικία, πολλά άλλα είδη πρωτευόντων έχουν φτάσει στην κορύφωση της ανάπτυξής τους και έχουν ήδη αποκτήσει απογόνους.