Όλοι γνωρίζουμε ότι η μακροζωία σχετίζεται με τις καλές και υγιεινές συνήθειες στην καθημερινότητά μας. Ωστόσο, το πόσο καιρό θα ζήσουμε φαίνεται ότι δεν εξαρτάται μόνο από τα γονίδιά μας, τη διατροφή ή την άσκηση. Ένας αυξανόμενος όγκος επιστημονικών δεδομένων δείχνει ότι και η προσωπικότητά μας μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο: Οι άνθρωποι που δηλώνουν δραστήριοι, οργανωμένοι και πρόθυμοι να βοηθήσουν φαίνεται να έχουν περισσότερες πιθανότητες να φτάσουν τα 100. Αντίθετα, όσοι συχνά αισθάνονται ένταση, ανησυχία ή κακή διάθεση διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Psychosomatic Research, υποστηρίζει ότι ο τρόπος σκέψης, τα συναισθήματα και οι συμπεριφορές ενός ατόμου μπορούν να αξιοποιηθούν από τους γιατρούς ως «εργαλεία» πρόβλεψης κινδύνων υγείας, συμπληρωματικά με τις κλασικές παραμέτρους όπως η αρτηριακή πίεση ή η χοληστερίνη.
«Αντί να εξετάζουμε ευρείες, γενικές κατηγορίες προσωπικότητας όπως η εξωστρέφεια ή η επιμέλεια, εστιάσαμε σε μεμονωμένους περιγραφικούς παράγοντες: τον ακριβή τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι μιλούσαν για τον εαυτό τους όταν συμπλήρωναν τυποποιημένα ερωτηματολόγια», εξηγεί ο Ρενέ Μότους, ψυχολόγος και συν-συγγραφέας της έρευνας.
Ποια χαρακτηριστικά μάς χαρίζουν μακροζωία
Η λέξη «δραστήριος» αποδείχθηκε η πιο εντυπωσιακή: οι συμμετέχοντες που περιέγραφαν έτσι τον εαυτό τους είχαν κατά 21% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης, ακόμη κι όταν λήφθηκαν υπόψη η ηλικία, το φύλο και προϋπάρχουσες παθήσεις. Σημαντικό ρόλο φαίνεται επίσης να παίζουν χαρακτηριστικά όπως η ζωηρότητα, η υπευθυνότητα, η εργατικότητα, η σχολαστικότητα και η προθυμία για εξυπηρέτηση.
Η έρευνα κάλυψε περισσότερους από 22.000 ενήλικες, μέσα από τέσσερις μεγάλες μελέτες, με περίοδο παρακολούθησης από 6 έως 28 χρόνια. «Η σημασία της μελέτης έγκειται στην ακρίβειά της» σημειώνει ο Πάραϊκ Ο’Σάλιβαν, συν-συγγραφέας και επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λίμερικ. «Δείχνει ότι η προσωπικότητα δεν λειτουργεί μόνο ως γενικός παράγοντας, αλλά και ως σύνολο συγκεκριμένων στάσεων – κι αυτά τα ατομικά χαρακτηριστικά έχουν μετρήσιμο αντίκτυπο στη μακροζωία».
Με άλλα λόγια, δεν αρκεί να είναι κάποιος «επιμελής», αλλά χρειάζεται και εργατικότητα και σχολαστικότητα· δεν αρκεί να είναι «εξωστρεφής», αλλά χρειάζεται και ζωηρότητα και δράση.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι αυτά τα πιο λεπτομερή χαρακτηριστικά προέβλεπαν τους κινδύνους θνησιμότητας καλύτερα από τα πέντε ευρύτερα χαρακτηριστικά που χρησιμοποιούνται συνήθως για να συνοψίσουν την προσωπικότητα (ανοιχτότητα, ευσυνειδησία, εξωστρέφεια, ευγένεια, νευρωτισμός). «Συνδυαστικά, οι λεπτομέρειες είχαν μεγαλύτερη προγνωστική δύναμη από τα ευρύτερα χαρακτηριστικά στα οποία τεχνικά ανήκουν», επισημαίνει ο Μότους.
Αντίθετα, υψηλά επίπεδα νευρωτισμού –όπως κακή διάθεση, άγχος ή ευερεθιστότητα– σχετίστηκαν με μεγαλύτερη πιθανότητα πρόωρου θανάτου. Οι συγγραφείς, πάντως, τονίζουν ότι τα ευρήματα δεν είναι απόλυτα, αλλά δείχνουν μια τάση που αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω.
Η προσωπικότητά μας δεν καθορίζει μόνο το πώς ζούμε, αλλά και το πόσο ζούμε
Εκτός από την προσωπικότητα, οι ερευνητές έλαβαν υπόψη και παράγοντες τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα, ο δείκτης μάζας σώματος, η σωματική δραστηριότητα και οι χρόνιες ασθένειες, οι οποίοι εξηγούν μέρος –αλλά όχι όλο– της διακύμανσης μεταξύ προσωπικότητας και προσδόκιμου ζωής. «Το να είναι κάποιος οργανωμένος μπορεί να τον βοηθά να τηρεί συνήθειες που βελτιώνουν την υγεία, αλλά μπορεί επίσης να αντικατοπτρίζει βαθύτερη ψυχολογική ανθεκτικότητα ή κοινωνικές συνήθειες που συμβάλλουν σε μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής», λέει ο Ο’Σάλιβαν.
Ο Σάμιουελ Χένρι, ερευνητής στον τομέα της ψυχολογικής αξιολόγησης στο Πανεπιστήμιο του Τάρτου, προσθέτει: «Αν οι υπηρεσίες υγείας ενσωματώσουν τα τεστ προσωπικότητας στις τακτικές αξιολογήσεις, μπορεί να αναγνωρίζουν ανθρώπους που κινδυνεύουν λόγω προτύπων συμπεριφοράς που δυσκολεύουν τη διαχείριση της υγείας τους».