Όταν πιέζουμε τον εαυτό μας, είτε πρόκειται για εντατική άσκηση, για μια απαιτητική περίοδο στη δουλειά ή για μια κατάσταση που μας εξαντλεί σωματικά και ψυχικά, νομίζουμε συχνά ότι «τα όρια είναι στο μυαλό». Ωστόσο, η επιστήμη δείχνει ότι υπάρχουν πραγματικά, βιολογικά όρια που το σώμα μας δεν μπορεί να ξεπεράσει, όσο ισχυρή κι αν είναι η θέλησή μας.

Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Current Biology, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο ανθρώπινος οργανισμός έχει ένα «μεταβολικό ταβάνι»: ένα ανώτατο όριο στην ποσότητα ενέργειας που μπορεί να καταναλώνει συνεχόμενα. Αυτό το όριο αντιστοιχεί περίπου σε 2,5 φορές τον βασικό μεταβολικό ρυθμό (BMR), δηλαδή τον αριθμό θερμίδων που καίμε σε κατάσταση ηρεμίας, απλώς για να διατηρηθούν οι βασικές λειτουργίες του σώματος.

Τα όρια του μεταβολισμού

Η μελέτη έδειξε ότι, όσο σκληρά κι αν προσπαθήσουμε, δεν μπορούμε να διατηρήσουμε για μεγάλο διάστημα καύση θερμίδων πάνω από αυτό το επίπεδο. Μπορούμε να ξεπεράσουμε προσωρινά τα όρια – για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια έντονης σωματικής δραστηριότητας ή στρες, αλλά το σώμα πολύ σύντομα αρχίζει να επιβραδύνει.

«Κάθε ζωντανός οργανισμός έχει ένα μεταβολικό ανώτατο όριο. Το ενδιαφέρον είναι να κατανοήσουμε ποιο ακριβώς είναι και τι το καθορίζει», εξηγεί ο επικεφαλής της μελέτης, Άντριου Μπεστ, ανθρωπολόγος στο Massachusetts College of Liberal Arts.

Αναλύοντας δεδομένα από άτομα που συμμετείχαν σε πολύ απαιτητικές δραστηριότητες για μεγάλες χρονικές περιόδους, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι, ακόμα κι όταν το σώμα καίει χιλιάδες θερμίδες την ημέρα, ο μέσος ρυθμός μεταβολισμού «επιστρέφει» πάντα κοντά στο όριο του 2,4–2,5 φορές τον BMR.

Με απλά λόγια, το ανθρώπινο σώμα δεν μπορεί να διατηρήσει υπερβολικά υψηλούς ρυθμούς ενέργειας για μεγάλο διάστημα χωρίς να αρχίσει να εξαντλείται ή να διασπά τους δικούς του ιστούς.

Ο μηχανισμός αυτοπροστασίας του οργανισμού

Η ίδια μελέτη αποκάλυψε ότι, όταν το σώμα φτάνει στα όριά του, ενεργοποιεί μηχανισμούς εξοικονόμησης ενέργειας. Ο οργανισμός μειώνει αυτόματα άλλες λειτουργίες, όπως η κινητικότητα, η εγρήγορση ή η ανάγκη για κοινωνική αλληλεπίδραση, προκειμένου να προστατευτεί.

«Ο εγκέφαλος παίζει καθοριστικό ρόλο. Είναι αυτός που ρυθμίζει πόσο μπορούμε να κινηθούμε, πόσο κουραζόμαστε ή πότε νιώθουμε την ανάγκη να ξεκουραστούμε. Η κόπωση που νιώθουμε δεν είναι απλώς έλλειψη θέλησης – είναι ο τρόπος του σώματος να εξοικονομεί ενέργεια», τονίζει ο Μπεστ.

Γιατί αυτό το όριο έχει σημασία για όλους μας

Αν και λίγοι άνθρωποι φτάνουν στα πραγματικά όρια του μεταβολισμού τους, τα ευρήματα αυτά αποκαλύπτουν κάτι ουσιαστικό: το ανθρώπινο σώμα έχει σχεδιαστεί για ισορροπία.
Δεν μπορεί να βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση υπερλειτουργίας – ούτε σωματικά, ούτε ψυχικά. Όταν το πιέζουμε πέρα από τις δυνατότητές του, αρχίζει να «κλείνει διακόπτες» για να προστατευτεί.

Όπως επισημαίνει ο ερευνητής, για να διατηρήσει κάποιος μεταβολισμό 2,5 φορές τον βασικό του ρυθμό, θα έπρεπε να καλύπτει καθημερινά περίπου 18 χιλιόμετρα περπάτημα ή τρέξιμο για έναν ολόκληρο χρόνο. «Οι περισσότεροι από εμάς θα τραυματιζόμασταν ή θα εξαντλούμασταν πολύ πριν φτάσουμε καν κοντά σε αυτό το σημείο», σχολιάζει ο Μπεστ.

Το σώμα μας διαθέτει έναν ενσωματωμένο μηχανισμό αυτορρύθμισης που εξασφαλίζει την επιβίωση και την ισορροπία του. Όσο κι αν θέλουμε να ξεπερνάμε τα όριά μας, ο οργανισμός γνωρίζει πότε πρέπει να επιβραδύνει.

Και ίσως αυτή να είναι η πιο σημαντική υπενθύμιση: ότι η πραγματική δύναμη δεν βρίσκεται στο να αγνοούμε τα όριά μας, αλλά στο να τα σεβόμαστε, επιτρέποντας στο σώμα και το μυαλό να ανακάμπτουν, για να μπορούμε να συνεχίζουμε πιο δυνατοί.