Με τις καρδιακές παθήσεις να παραμένουν η υπ’αριθμόν ένα απειλή για την υγεία παγκοσμίως, η έγκαιρη πρόληψη είναι πιο κρίσιμη από ποτέ. Τώρα, έρευνα που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Lancet Regional Health, επισημαίνει ότι η αναλογία μέσης προς το ύψος συνδέεται πιο στενά με τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, σε σύγκριση τόσο με τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) όσο και με τη μέτρηση της περιφέρειας της μέσης από μόνη της.
«Νομίζω ότι απομακρυνόμαστε από την πεποίθηση πως ο ΔΜΣ είναι ο μοναδικός δείκτης που έχει σημασία, προς την αναλογία μέσης – ύψους, η οποία φαίνεται να είναι καλύτερη όσον αφορά τα καρδιαγγειακά αποτελέσματα, ιδιαίτερα σε σχέση με μεταβολικές και αθηροσκληρωτικές διαταραχές» δήλωσε ο Marcio Sommer Bittencourt, MD, PhD, αναπληρωτής καθηγητής καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ και κύριος συγγραφέας της έρευνας.
Μάλιστα, τα ευρήματα φάνηκαν να ισχύουν ακόμα και για άτομα με ΔΜΣ κάτω από 30, δηλαδή κάτω από το όριο της κλινικής παχυσαρκίας. Με άλλα λόγια, άνθρωποι που βρίσκονταν στο «φυσιολογικό» ή «υπέρβαρο» εύρος του ΔΜΣ, εξακολουθούσαν να αναγνωρίζονται ως άτομα με αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων στο μέλλον, βάσει της αναλογίας μέσης προς ύψος.
«Για άτομα με ΔΜΣ μεταξύ 25 και 29,9, αλλά και για εκείνους με φυσιολογικό ΔΜΣ, η αναλογία μέσης-ύψους φάνηκε να είναι ιδιαίτερα σημαντικός δείκτης. Η αναλογία αυτή εντόπισε άτομα με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης αθηροσκλήρωσης μέσα σε πέντε χρόνια, ακόμη και μετά την προσαρμογή για όλους τους κλασικούς καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου» δήλωσε ο Thiago Bosco Mendes, MD, καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ και επικεφαλής της έρευνας.
Η αναλογία μέσης-ύψους «προβλέπει» τις καρδιακές παθήσεις
Για να φτάσουν σε αυτά τα συμπεράσματα, οι ερευνητές παρακολούθησαν 2.721 ενήλικες στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, για να εξετάσουν πώς οι μετρήσεις του σώματος προέβλεπαν τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων σε σύγκριση με τον ΔΜΣ. Οι συμμετέχοντες ήταν κατά μέσο όρο περίπου 48 ετών και σχεδόν τα δύο τρίτα ήταν γυναίκες. Το δείγμα ήταν φυλετικά ποικιλόμορφο.
Για να συμπεριληφθούν στη μελέτη, οι συμμετέχοντες έπρεπε να μην παρουσιάζουν συσσώρευση ασβεστίου στις στεφανιαίες αρτηρίες (CAC), όπως επιβεβαιώθηκε μέσω καρδιακής απεικόνισης. Το CAC αποτελεί δείκτη κινδύνου για καρδιακές παθήσεις, με τις υψηλότερες τιμές να υποδηλώνουν μια πιο σοβαρή πάθηση.
Παράλληλα με την αρχική απεικόνιση της καρδιάς, οι ερευνητές πραγματοποίησαν τρεις μετρήσεις σώματος κατά την έναρξη: ΔΜΣ, περιφέρεια μέσης και αναλογίας μέσης-ύψους.
Μετά από πενταετή παρακολούθηση, οι ερευνητές μέτρησαν ξανά το ασβέστιο στις στεφανιαίες αρτηρίες. Περίπου το 15% των συμμετεχόντων εμφάνισε σημάδια συσσώρευσης, με το φαινόμενο να είναι πιο συχνό σε άτομα με μεγαλύτερη περίμετρο μέσης.
Γιατί ξεχωρίζει η αναλογία μέσης-ύψους;
Αν και οι τρεις δείκτες – ΔΜΣ, περιφέρεια μέσης και αναλογία μέσης-ύψους – συνδέθηκαν με τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων στην αρχική ανάλυση, μόνο η αναλογία μέσης-ύψους παρέμεινε ανεξάρτητος προγνωστικός δείκτης όταν λήφθηκαν υπόψη οι κλασικοί παράγοντες κινδύνου, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση (υπέρταση), τα αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης και ο διαβήτης.
Σε ασθενείς με αναλογία μέσης-ύψους ίση ή μεγαλύτερη από 0,5, περίπου το 18% εμφάνισε συσσώρευση ασβεστίου, σε σύγκριση με μόλις 10% όσων είχαν αναλογία μέσης-ύψους κάτω από 0,5. Για κάθε μέτρια αύξηση της περιμέτρου της μέσης σε σχέση με το ύψος, ο κίνδυνος εμφάνισης συσσώρευσης ασβεστίου στις καρδιακές αρτηρίες φάνηκε να αυξάνεται κατά περίπου 18%.