Οι ειδικοί στις σχέσεις συμφωνούν εδώ και δεκαετίες σε κάτι θεμελιώδες: η οικειότητα δεν είναι μία διάσταση αλλά ένα πολύπλοκο μίγμα συναισθημάτων, επικοινωνίας, συγκρούσεων, έλξης και καθημερινής σύνδεσης. Δεν εξαντλείται σε μια ζεστή κουβέντα ή στην ερωτική επιθυμία· είναι το άθροισμα όλων όσων μοιράζονται δύο άνθρωποι, συνειδητά και ασυνείδητα.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο John Gottman εισήγαγε έναν από τους πιο χρήσιμους όρους στη σύγχρονη έρευνα: τη «χαρτογράφηση αγάπης» (love map) — ένα εσωτερικό νοητικό «αρχείο» που περιέχει τις ελπίδες, τους φόβους, τις συνήθειες και τις ευαισθησίες του συντρόφου. Όσο πιο αναλυτικός και ακριβής είναι αυτός ο χάρτης, τόσο πιο ισχυρή είναι η σχέση.

Η απομάκρυνση των ζευγαριών με τον χρόνο δεν αποτελεί μυστήριο. Συμβαίνει όταν ο χάρτης αυτός μένει ασαφής ή παραμελημένος. Στο κέντρο της υγιούς συντροφικότητας βρίσκεται η συνεχής επικαιροποίησή του.

Δύο φαινομενικά απλές ερωτήσεις μπορούν να αποκαλύψουν πόσο ισχυρός είναι αυτός ο χάρτης και, σύμφωνα με τη σύγχρονη ψυχολογία, αποτελούν θεμέλιο της συναισθηματικής οικειότητας:

1. «Τι είναι αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία στη ζωή του συντρόφου μου αυτή τη στιγμή;»

Η ψυχολογία των σχέσεων δείχνει ότι δεν είναι αρκετό να γνωρίζουμε γενικότητες, όπως ότι ο σύντροφός μας «θέλει επαγγελματική εξέλιξη» ή «εκτιμά τη σταθερότητα». Οι γενικοί στόχοι δεν δημιουργούν συναισθηματική εγγύτητα.

Σημασία έχει η τρέχουσα, ζωντανή προτεραιότητα:

  • Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση του/της συντρόφου αυτή την περίοδο;

  • Ποια αλλαγή τον/την αγχώνει ή τον/την ενθουσιάζει;

  • Ποιο προσωπικό στοίχημα προσπαθεί να κερδίσει;

  • Ποιο μικρό ή μεγάλο ζήτημα καταλαμβάνει τον εσωτερικό του κόσμο;

Οι προτεραιότητες αλλάζουν συχνά: από τις σπουδές, στην καριέρα, στην υγεία, στη γονεϊκότητα ή στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού. Τα ζευγάρια που παραμένουν κοντά είναι εκείνα που «πιάνουν τον παλμό» αυτών των μεταβολών.

Έρευνες για την αντιληπτή ανταπόκριση (perceived partner responsiveness) δείχνουν ότι οι άνθρωποι αποκαλύπτουν ευαίσθητα συναισθήματα μόνο όταν νιώθουν ότι ο σύντροφός τους ενδιαφέρεται πραγματικά. Αν η απάντηση σε αυτή την πρώτη ερώτηση είναι αόριστη ή ξεπερασμένη, τότε η σχέση πιθανότατα έχει χάσει πρόσβαση στον εσωτερικό κόσμο του άλλου.

Η γνώση αυτή δεν είναι τυπική· είναι ο μηχανισμός που προκαλεί τη διάθεση για εξομολόγηση και συναισθηματική διαφάνεια.

2. «Ποια είναι η ευαλωτότητα του συντρόφου μου;»

Κάθε άνθρωπος έχει ένα σημείο ευαλωτότητας που προέρχεται από παλαιότερες εμπειρίες, τραύματα ή επίμονους φόβους. Η αναγνώριση αυτών των σημείων είναι  απαραίτητη γνώση για τη δημιουργία ασφάλειας εντός της σχέσης.

Η πρόσφατη έρευνα υποστηρίζει ότι:

  • Όλοι έχουμε ανασφάλειες.

  • Πρόβλημα γίνεται όταν ο σύντροφος τις αγνοεί, τις υποτιμά ή —ακόμη χειρότερα— τις πυροδοτεί.

Παράδειγμα:

  • Ένα άτομο με ιστορικό εγκατάλειψης χρειάζεται σταθερή συναισθηματική παρουσία, αλλιώς μικρές αποσύρσεις μοιάζουν ασήκωτες.

  • Ένα άτομο με οικονομικό άγχος θα νιώθει μεγαλύτερη φόρτιση όταν οι συζητήσεις γύρω από τα χρήματα γίνονται απότομα ή χωρίς ενσυναίσθηση.

Η δυνατότητα να απαντήσει κανείς ειλικρινά σε αυτή τη δεύτερη ερώτηση υποδηλώνει ότι η σχέση έχει περάσει από δύσκολες συζητήσεις και έχει επιβιώσει, ενισχυμένη από την αμοιβαία φροντίδα και εμπιστοσύνη.

Η ουσία: η οικειότητα είναι μια διαρκής διαδικασία «ρύθμισης» του άλλου

Οι δύο αυτές ερωτήσεις δεν σκοπεύουν να μετατρέψουν τη σχέση σε τεστ. Θέτουν όμως τα θεμέλια για την ουσία της οικειότητας: την ικανότητα να βλέπεις τον άλλον όπως είναι σήμερα και όχι όπως ήταν χθες ή όπως θα ήθελες να είναι.