Αν και πολλοί θεωρούν τις ευρυαγγείες (τα «σπασμένα αγγεία») μόνο αισθητικό πρόβλημα, η αλήθεια είναι ότι αυτές οι αραχνοειδείς μπλε ή κόκκινες φλέβες στα πόδια συνοδεύονται από συμπτώματα όπως πρήξιμο, αίσθημα βάρους και καύσου, νυχτερινές κράμπες, μουδιάσματα και πόνο. Oι ευρυαγγείες είναι ένα κατεξοχήν γυναικείο πρόβλημα, το οποίο μάλιστα παρουσιάζεται συχνότερα μετά τα 40, όπου υπολογίζεται ότι 7 στις 10 γυναίκες ταλαιπωρούνται από την ύπαρξή τους. Για την αντιμετώπισή τους εφαρμόζονται δύο μέθοδοι: η σκληροθεραπεία και το λέιζερ. Και οι δύο μέθοδοι «σβήνουν» τις ευρυαγγείες και συμβάλλουν στην υποχώρηση των συμπτωμάτων που τις συνοδεύουν. Ωστόσο, οι περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται η κάθε μέθοδος είναι διαφορετικές.
Oι ευρυαγγείες είναι η παθολογική διάταση των μικρών φλεβών (των τριχοειδών αγγείων) στα πόδια. Τα τριχοειδή αγγεία που «σπάνε» αποκτούν μπλε ή κόκκινο χρώμα και απλώνονται στο δέρμα σαν ιστός αράχνης. Η κληρονομικότητα και οι ορμονικές μεταβολές (π.χ. κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, της εμμήνου ρύσεως, της λήψης αντισυλληπτικών, της εμμηνόπαυσης) είναι οι κυριότερες αιτίες που οδηγούν στην εμφάνιση ευρυαγγειών. Συχνά, μάλιστα, τα «σπασμένα» αγγεία παρουσιάζονται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και παραμένουν, σε μικρότερο βαθμό, μετά τον τοκετό. Η παρατεταμένη ορθοστασία, η έκθεση στον ήλιο, το κάπνισμα και η παχυσαρκία επιβαρύνουν την κατάσταση.
Oι ευρυαγγείες ενδέχεται να είναι η κατάληξη της παθολογικής διάτασης μεγαλύτερων φλεβών (φλεβεκτασίες), ενώ μπορεί να συνυπάρχουν και με ακόμη πιο σοβαρή φλεβική ανεπάρκεια (κιρσοί). Oι κιρσοί (αποκαλούνται και φλεβίτιδα) έχουν μπλε απόχρωση και οφιοειδή όψη (π.χ. μπορεί να ξεκινούν από το μηρό και να καταλήγουν στην κνήμη). Ωστόσο, δεν είναι πάντα ορατοί με γυμνό μάτι. Γι’ αυτόν το λόγο, πριν την εφαρμογή οποιασδήποτε μεθόδου αντιμετώπισης των ευρυαγγειών, ο αγγειοχειρουργός οφείλει να εξετάζει πάντα τη φλεβική κυκλοφορία των ποδιών με υπερηχογράφημα (ντόπλερ ή τρίπλεξ). Εάν διαπιστώσει σοβαρή φλεβική ανεπάρκεια, ενδέχεται να συστήσει πρώτα τη χειρουργική αφαίρεση των προβληματικών φλεβών από το μηρό και την κνήμη (σαφηνεκτομή) και στη συνέχεια να εφαρμόσει, συμπληρωματικά, τη μέθοδο της σκληροθεραπείας στις ευρυαγγείες που παρέμειναν στο πόδι.
Η σκληροθεραπεία αφορά τις ενέσεις σκληρυντικού διαλύματος απευθείας πάνω στις ευρυαγγείες. Η μέθοδος αυτή θεωρείται ασφαλής και εφαρμόζεται στο ιατρείο. Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης, μπορεί να γίνουν από 8 έως 10 ενέσεις. Τη στιγμή της πρώτης ένεσης, είναι πιθανό να νιώσετε μια μικρή ζάλη, η οποία όμως είναι παροδική. Oι σκληρυντικές ενέσεις ουσιαστικά προκαλούν θρόμβωση στα τριχοειδή αγγεία, γι’ αυτό και η χρήση τους πρέπει να γίνεται από έμπειρο ειδικό, ούτως ώστε να αποφευχθούν τυχόν επιπλοκές (όπως η πρόκληση θρομβοφλεβίτιδας, που κατά κανόνα αντιμετωπίζεται φαρμακευτικά από τον αγγειοχειρουργό). Έπειτα από κάθε θεραπεία με σκληρυντικές ενέσεις πρέπει να φορέσετε ένα ελαστικό καλσόν για 2-3 ημέρες, αν και το κρίσιμο διάστημα είναι το πρώτο 24ωρο. Όταν βγάλετε το καλσόν, μπορεί να υπάρχουν μελανιές στα σημεία των ενέσεων, οι οποίες όμως σταδιακά υποχωρούν.
Το λέιζερ είναι μια νεότερη μέθοδος για την αντιμετώπιση των ευρυαγγειών. Μπορεί να εφαρμοστεί στο ιατρείο, εφόσον ο ειδικός διαθέτει την ανάλογη συσκευή. Το λέιζερ «σβήνει» με μεγάλη αποτελεσματικότητα τα σπασμένα αγγεία. Επίσης, μετά τη χρήση του δεν απαιτείται να φορέσετε ελαστικό καλσόν, όπως συμβαίνει μετά τις ενέσεις της σκληροθεραπείας. Ωστόσο, ο μεγάλος του περιορισμός είναι ότι μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία μόνο στα πολύ μικρά αγγεία διαμέτρου έως 1 mm (χιλιοστού). Επίσης, λόγω της φύσης της θεραπείας, υπάρχει η πιθανότητα να προκληθεί μικρό δερματικό έγκαυμα στο σημείο όπου εφαρμόστηκε το λέιζερ. Γι’ αυτό, ο ειδικός θα σας ζητήσει να τον επισκεφτείτε μία εβδομάδα μετά τη θεραπεία, ώστε να εκτιμήσει την κατάσταση των ποδιών σας.
Η αποτελεσματικότητα της σκληροθεραπείας και του λέιζερ είναι μεγάλη. Oυσιαστικά και οι δύο μέθοδοι «εξαφανίζουν» μόνιμα τις ευρυαγγείες από τα πόδια. Ωστόσο, αυτό δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να «σπάσουν» τα τριχοειδή αγγεία σε κάποιο άλλο σημείο του ποδιού, ιδιαίτερα όταν συνυπάρχουν επιβαρυντικοί παράγοντες (π.χ. εγκυμοσύνη, ηλιοθεραπεία, ορθοστασία). Γι’ αυτό και συνιστάται η παρακολούθηση από τον ειδικό σε ετήσια βάση, ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν εγκαίρως τυχόν νέες ευρυαγγείες. Εκτιμάται ότι μετά τα δύο χρόνια, το 50% των γυναικών θα χρειαστεί εκ νέου θεραπεία μικρής έκτασης σε κάποιο άλλο σημείο του ποδιού.
Oι ευρυαγγείες στο πρόσωπο έχουν ένα χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα και σπάνια οφείλονται σε ανεπαρκή φλεβική κυκλοφορία, όπως συμβαίνει στα πόδια. Τα «σπασμένα» αγγεία συνήθως είναι λίγα και μικρής διαμέτρου, οπότε προτιμάται το λέιζερ για την αντιμετώπισή τους. Μάλιστα, συνήθως αρκούν 1-2 επισκέψεις για να ολοκληρωθεί η θεραπεία. Έπειτα από κάθε εφαρμογή του λέιζερ, συνιστάται η χρήση αντιηλιακής κρέμας, για να μη δημιουργηθούν καφέ κηλίδες στο πρόσωπο. Για τον ίδιο λόγο, συνιστάται το λέιζερ να γίνεται το χειμώνα, όταν δηλαδή δεν υπάρχει έντονη ηλιοφάνεια.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. ΧΡΗΣΤΟ ΒΕΡΥΚΟΚΟ, αγγειοχειρουργό, λέκτορα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η σκληροθεραπεία αποτελεί την παλαιότερη και πλέον αποτελεσματική μέθοδο αντιμετώπισης των ευρυαγγειών (και των φλεβεκτασιών). Επίσης, είναι πιο οικονομική μέθοδος συγκριτικά με το λέιζερ. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ένας κύκλος σκληροθεραπείας κυμαίνεται από 300 έως 1.000 ευρώ, ενώ η θεραπεία με λέιζερ μπορεί να στοιχίσει από 1.000 έως 3.000 ευρώ, ανάλογα βέβαια με την έκταση του προβλήματος. Επίσης, η σκληροθεραπεία δεν περιορίζεται από τη διάμετρο των αγγείων, ενώ το λέιζερ μπορεί να εφαρμοστεί με αποτελεσματικότητα μόνο για τα πολύ μικρά αγγεία. Oρισμένες φορές οι δύο μέθοδοι συνδυάζονται. Αρχικά, δηλαδή, γίνεται σκληροθεραπεία και στη συνέχεια η θεραπεία ολοκληρώνεται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, με το λέιζερ. Πάντως, ανεξάρτητα από τη θεραπεία που θα ακολουθήσετε, είναι σημαντικό να την εφαρμόσετε τους χειμερινούς μήνες και όχι το καλοκαίρι, επειδή η ζέστη και η ηλιοφάνεια επιβαρύνουν τη φλεβική κυκλοφορία.